Στόχος αυτής της συνάντησης δεν ήταν μόνο η συζήτηση για τις τάσεις των εθνικών απόψεων σχετικά με τον καπιταλισμό και τις συστημικές εναλλακτικές, αλλά και η υπέρβαση των ιδιαιτεροτήτων με τη σφυρηλάτηση συγκλίσεων σε όλη την Ευρώπη. Ακολουθεί η αναφορά της πρώτης συνεδρίας .
Συνεδρία 1: Η καπιταλιστική σχέση στις δημοσκοπήσεις
Οι επιθέσεις εναντίον της εργασίας και των συνθηκών ζωής έχουν ενταθεί από τότε που ξέσπασε η κρίση του 2008, και έχουν οδηγήσει στην αυξανόμενη κριτική ολόκληρου του συστήματος. Παρ’ όλα αυτά, η αδυναμία σημαντικών πολιτικών δυνάμεων παραμένει σταθερή – όπως μπορεί κανείς να δει στη μικρή πολιτική επιρροή που έχει η ριζοσπαστική αριστερά στην ΕΕ (ευρωπαϊκός μέσος όρος περίπου 5%). Παρά την ποικιλία των εθνικών πολιτικών μοντέλων μέσα στην ΕΕ, είναι φανερή η αντίφαση σε όλη την ήπειρο: ένας συνδυασμός παραίτησης/αποδοχής και προθυμίας για αντίσταση – όπως το έθεσε ο Πατρίς Κοέν-Σεάτ (πρόεδρος του Espaces Marx).
Οι συμμετέχοντες μελέτησαν την κατάσταση της λαϊκής συνείδησης και τη σχέση της με το καπιταλιστικό σύστημα στην Ελλάδα, τη Γερμανία και τη Γαλλία. Επί τη βάσει των δημοσκοπήσεων που πραγματοποιήθηκαν σε αυτές τις τρεις χώρες, ανέλυσαν τις αλλαγές στη στάση των πληθυσμών σε σχέση με τις οικονομικές αρχές που υπερισχύουν στο ισχύον σύστημα.
Ο Χριστόφορος Βερναρδάκης, επίκουρος καθηγητής πολιτικής επιστήμης στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης , παρουσίασε τα αποτελέσματα σειράς δημοσκοπήσεων που δείχνουν πόσο τεράστια είναι η δυσπιστία της ελληνικής γνώμης για την πολιτική τάξη: το 90% των ερωτηθέντων δεν εμπιστεύονται τα μέλη του Κοινοβουλίου και το 60% θεωρούν την κυβέρνηση υπεύθυνη για το ξέσπασμα της κρίσης- ενώ μόνο το 10% θεωρούν ότι η αιτία της κρίσης είναι ο χρηματιστικοποιημένος καπιταλισμός . Για να το θέσουμε διαφορετικά, οι υπερβολές του συγκεκριμένου καπιταλισμού δε θεωρούνται η ρίζα του προβλήματος. Επιπλέον, ο πληθυσμός είναι επιφυλακτικός σχετικά με το ενδεχόμενο εξόδου από την κρίση. Παρά το γεγονός ότι η δυσπιστία αφορά κυρίως τις τράπεζες και το ΔΝΤ (90%), δύσκολα αναγνωρίζεται η ευθύνη του χρηματοπιστωτικού τομέα και τους χρέους στη διεύρυνση της κρίσης. Αυτό μπορεί να εξηγήσει τη δυσκολία ερμηνείας ορισμένων απόψεων της κοινής γνώμης που διαμορφώνονται είτε με την παραίτηση είτε με την αποφασιστικότητα να αντιμετωπίσουν την κρίση.
Σύμφωνα με τον Ρίτσαρντ Ντέντγε, μέλος της γερμανικής επιστημονικής ένωσης για την ανάλυση του καπιταλισμού WISSENTransfer, η Γερμανία αισθάνεται «ως ένας παράδεισος σε κίνδυνο». Οι δημοσκοπήσεις αποκαλύπτουν ότι, αν η πεποίθηση ότι «δεν τα πάμε τόσο άσχημα» διαδοθεί ευρέως, η συνείδηση του πόσο εύθραυστη είναι η μάλλον καλή κατάσταση της χώρας, θα συνδυαστεί με τον φόβο των δυσκολιών που αντιμετωπίζει η υπόλοιπη Ευρώπη: η απειλή έρχεται από έξω. Παρά την άνοδο των εγχώριων κοινωνικών ανισοτήτων, η γνώμη είναι ότι- αν ο καπιταλισμός δε αποδίδει παντού- τα έχει πάει καλά στη Γερμανία. Η κυρίαρχη θέση επαναλαμβάνει συνεχώς ότι αν ξεπεραστεί η κρίση του 2009, η κατάσταση θα εξακολουθήσει να είναι εύθραυστη: ο φόβος της κρίσης χρησιμοποιείται μόνιμα εναντίον του ύψους των μισθών. Αυτοί έχουν γίνει η βασική μεταβλητή προσαρμογής από τότε που εφαρμόστηκε η ατζέντα 2010. Το συμπέρασμα του Ρίτσαρντ Ντέντγε ήταν ότι η αριστερά πρέπει να σκεφτεί μια εναλλακτική στην εξάρτηση του πληθυσμού από τους μισθούς – καθώς, σε καιρούς αυξανόμενης ανεργίας, ο μόνιμος φόβος της κρίσης μπορεί να παραλύσει τις διεκδικήσεις που αποσκοπούν στην κοινωνική δικαιοσύνη.
Σύμφωνα με τον Φρανσουά Μικέ-Μαρτί, διευθυντής του Ινστιτούτου Δημοσκοπήσεων Viavoice, η γαλλική γνώμη αποτελεί ένα ευρωπαϊκό προπύργιο της κριτικής κατά του καπιταλισμού: το 70% των ερωτηθέντων έχουν αρνητική άποψη για τον καπιταλισμό. Παρά το γεγονός ότι συχνά συνδέεται με την ιδέα μιας κάποιας ελευθερίας (επιχειρηματικότητα, δημιουργία), σχεδόν ο μισός πληθυσμός τον βλέπει ως μια απλή συσσώρευση πλούτου ή σαν εκμετάλλευση του ανθρώπου από άνθρωπο. Ωστόσο, οι πολιτικές δυνάμεις που προωθούν την κοινωνική και οικονομική αλλαγή, όπως η ριζοσπαστική αριστερά, δεν επωφελήθηκαν από αυτές τις εξαιρετικά αναπτυγμένες δυνατότητες άσκησης κριτικής στο σύστημα. Για την πλειοψηφία των ερωτωμένων, ένα εναλλακτικό πρόγραμμα στον καπιταλισμό παραμένει μια ακαθόριστη και μάλλον τρομακτική ιδέα: το κόστος μιας ενδεχόμενης εξόδου από τον καπιταλισμό θεωρείται πολύ υψηλό. Τα κοινά κοινωνικά δεινά αποδίδονται σε συγκεκριμένα πρόσωπα- στο άπληστο αφεντικό, τον αδιάντροπο κερδοσκόπο κλπ – μια άποψη που απαλλάσει τον καπιταλισμό από οποιαδήποτε ευθύνη για την κρίση. Κανείς δεν ξέρει ποιον να κατηγορήσει και γι’ αυτό καταδικάζει «τους ταπεινούς που ζουν στην ίδια γειτονιά» – τον άνεργο, τον μετανάστη κλπ, η συμπεριφορά των οποίων μοιάζει εγωιστική και εναντίον του κοινού συμφέροντος.