Σε αντίθεση με τη σημερινή άνοδο του νεοεθνικισμού και την αυξανόμενη ξενοφοβία στην ΕΕ, αλλά και στην άλλη όχθη του Ατλαντικού, θα μπορούσαμε να πούμε ότι οι πρόσφατες εκλογές στη Λιθουανία, που ολοκληρώθηκαν στις 23 Οκτωβρίου, διεξήχθησαν σε κλίμα βουκολικής ησυχίας. Αλλά, αυτό είναι μόνο το πρελούδιο του περάσματος στην επόμενη φάση μιας κρίσης της μεταδημοκρατίας που βαθαίνει όλο και πιο πολύ, επηρεάζοντας τις εθνικές δημοκρατίες που δεν διαθέτουν ένα πολιτικά κινητοποιημένο πρεκαριάτο.
Ίσως αυτή η ησυχία να οφείλεται στον επιφανειακά «αρκαδικό» χαρακτήρα του κόμματος που νίκησε. Ο τρόπος που αυτό το πρώην επαρχιακό περιθωριακό κόμμα περιγράφει τον εαυτό του στα αγγλικά (βλ., για παράδειγμα, την ιστοσελίδα του) είναι «Λιθουανοί Χωρικοί και Πράσινοι» (κέρδισαν 56 από τις 141 έδρες του Κοινοβουλίου της Λιθουανίας, Seimas). Αυτό ακούγεται και αναχρονιστικό –γιατί δεν υπάρχει πλέον κοινωνικό στρώμα «χωρικών», παρά μόνο αγρότες, αγρο-επιχειρηματίες και το αγροτικό πρεκαριάτο- αλλά και σύγχρονο ταυτόχρονα. Παρότι οι κριτικοί που είναι προσδεδεμένοι στο καθεστώς, σκανδαλίστηκαν από την εκλεκτική αφήγηση ενός κόμματος, που προσπαθεί να προσελκύσει και το κοινωνικά συντηρητικό αγροτικό πρεκαριάτο, και την προοδευτική ομάδα των αστών διανοουμένων και των εργαζομένων σε συνθήκες επισφάλειας που μετοίκησαν πρόσφατα στις πόλεις και παλεύουν για το μεροκάματο, η πλειοψηφία του εκλογικού σώματος τους εμπιστεύτηκε περισσότερο από τους καθεστωτικούς συντηρητικούς (31 έδρες), από το πρώην κυβερνόν κόμμα των σοσιαλδημοκρατών (17 έδρες) και το φιλελεύθερο κόμμα, που έμεινε σχετικά άθικτο από τα σκάνδαλα για λομπίστικες πρακτικές, αλλά παρόλα αυτά απέσπασε μόνο 14 έδρες.
Ένας λόγος γι’ αυτό είναι ότι την πλειοψηφία του εκλογικού σώματος δεν απασχολούν ούτε η εθνική ασφάλεια, ούτε οι φιλικές προς τις μεγάλες επιχειρήσεις αφηγήσεις των συντηρητικών και των φιλελευθέρων, ούτε και οι ψευδείς υποσχέσεις των σοσιαλδημοκρατών για «βιώσιμη ανάπτυξη». Τα ζητήματα που τους απασχολούν είναι η ανεργία, η επισφαλής εργασία και η πτώση της αγοραστικής τους δύναμης, οι παράγοντες δηλαδή, που οδηγούν στη φτώχεια, οι δείκτες της οποίας εξακολουθούν να είναι υψηλότεροι από τον μέσο όρο της ΕΕ (βλ. Eurostat), μαζί με το ποσοστό μετανάστευσης, που είναι ένα από τα μεγαλύτερα στην ΕΕ. Αφού η αριστερά δεν διαθέτει αρθρωμένο πολιτικό λόγο ή διακριτά πολιτικά κόμματα στη Λιθουανία, ο πράσινος αγροτικός εκλεκτισμός (που τάσσεται υπέρ της οικογένειας, κατά των αμβλώσεων, έχει άγνοια των προβλημάτων της κοινότητας ΛΟΑΤ, αλλά υπόσχεται καλύτερες συνθήκες εργασίας και βελτίωση των κριτηρίων ζωής για το πρεκαριάτο) είναι μάλλον ο «καλύτερος της κλίκας» για τις τάξεις των μη προνομιούχων.
Οι σοσιαλδημοκράτες κατάφεραν, παρόλα αυτά, να ανατρέψουν τα δεδομένα των εκλογών, διαπραγματευόμενοι μια συμμαχία με τους χωρικούς και πράσινους και αποσπώντας ακόμη και το υπουργείο οικονομικών, μαζί με άλλες διοικητικές θέσεις. Ο ηγέτης τους, Algirdas Butkevičius, ο οποίος έχει επικριθεί σοβαρά ως οπορτουνιστής, δεν αποσύρθηκε αλλά ασκεί ακόμη μεγαλύτερη καταπίεση στην προοδευτική αριστερή αντιπολίτευση. Αυτό καθιστά, εν τέλει, τους επονομαζόμενους «αριστερούς» Σοσιαλδημοκράτες καθαρούς παράγοντες της πολιτικής επιχειρηματικότητας, σε αθέμιτη σύμπραξη με τα επενδυτικά συμφέροντα και την ντε φάκτο απόρριψη της κοινωνικής δικαιοσύνης και της αναδιανομής.
Ο ηγέτης των ονομαζόμενων «Χωρικών και Πράσινων» είναι ένας σχετικά έμπειρος επιχειρηματίας και πολιτικός, οριακά, πρότυπο αριστερού ρεφορμισμού ή ακόμη και επαναστατικής πολιτικής. Ο αγρο-επιχειρηματίας Ramūnas Karbauskis μετέτρεψε κάποτε το χωριό του Naisiai σε εθνικά αναγνωρισμένο θεματικό πάρκο, χάρη σε ένα εμπορικό τηλεοπτικό σίριαλ μεγάλης διάρκειας στην κρατική τηλεόραση, οχτώ μουσεία και ένα θέατρο. Μετά από μια αποφασιστική νίκη και τις επιτυχείς διαπραγματεύσεις του για μια κυβερνητική συμμαχία με τους Σοσιαλδημοκράτες, ο κ. Karbauskis αντιμετωπίζει τώρα το πρόβλημα της δημιουργίας μιας λειτουργικής κυβέρνησης. Ως πρωθυπουργό του, ο κ. Karbauskis επέλεξε τον κύριο εκλογικό του εταίρο, κ. Saulius Skvernelis, έναν δημοφιλή ισχυρό άνδρα της αστυνομίας και του υπουργείου εσωτερικών, του δόγματος «νόμος και τάξη». Αλλά, άλλες υπουργικές και ανώτερες τοποθετήσεις δέχονται ισχυρές κριτικές και αμφισβητήσεις, όχι μόνο από τα εχθρικά φιλελεύθερα/συντηρητικά ΜΜΕ, αλλά και από αριστερούς και προοδευτικούς. Ένας καθολικός θεολόγος που τάσσεται υπέρ της οικογένειας, διορίστηκε πρόεδρος της κοινοβουλευτικής επιτροπής για τα ανθρώπινα δικαιώματα και τα κοινωνικά ζητήματα, ένας διευθυντής της φιλανθρωπικής οργάνωσης νέων καθολικών “Caritas” διορίστηκε υπουργός κοινωνικών και εργασιακών υποθέσεων, ενώ υπάρχουν αμφιλεγόμενα πρόσωπα χωρίς εμπειρία στην ηγεσία του κοινοβουλίου και του υπουργείου παιδείας, ένας παλαιού τύπου σοσιαλδημοκρατικός νεποτισμός στο υπουργείο οικονομικών, και ούτω καθ’ εξής. Αυτές είναι δομικές συγκρούσεις που θα συμβούν στο μέλλον και τις οποίες ο νέος πολιτικός επιχειρηματίας κ. Karbauskis θα προσπαθήσει να επιλύσει, αλλά κανείς δεν πιστεύει ότι θα είναι πολύ «πιο αριστερός» από τους υπόλοιπους περιφερειακούς επιχειρηματίες που έγιναν πολιτικοί.
Και θα ασκηθεί σκληρή αντιπολίτευση από τους συντηρητικούς και τους φιλελεύθερους, με έμφαση στις στρατιωτικές δαπάνες που αποδίδονται στην απειλή του Κρεμλίνου, ένα είδος μακαρθικού κυνηγιού μαγισσών κατά «των Ρώσων πρακτόρων» και υπεράσπισης της απληστίας των επενδυτών. Η προώθηση μιας περονικού τύπου «δημοκρατίας του Naisiai», εκ παραλλήλου με την ευτυχή απασχόληση στον επενδυτικό όμιλο Karbauskis, δεν φαίνεται να είναι και τόσο εφικτή, ή να αποτελεί τον πιο αποτελεσματικό τρόπο αντιμετώπισης του παγκόσμιου νεοφιλελευθερισμού της εποχής Τραμπ.
Μετάφραση: Καλλιόπη Αλεξοπούλου