Τα αποτελέσματα των ιταλικών εκλογών της 4ης Μαρτίου φαίνεται να επαληθεύουν την κατάρρευση του προηγούμενου πολιτικού πλαισίου, γεγονός που είχε ήδη συμβεί σε άλλες χώρες, όπως στην Ισπανία, τη Γαλλία και, εν μέρει, τη Γερμανία.
Στην Ιταλία, οι δυο διεκδικητές της εξουσίας τα τελευταία είκοσι χρόνια, η κεντροαριστερά και η κεντροδεξιά, ηττήθηκαν από τη λαϊκή δυσαρέσκεια και οι πολιτικοί συνασπισμοί που στήριξαν τα δυο στρατόπεδα είδαν το μέγεθός τους να συρρικνώνεται.
Η διαίρεση Βορρά-Νότου
Η λαϊκή δυσαρέσκεια είχε διαφορετική έκφραση στις διάφορες ιταλικές περιφέρειες. Από τη μια ο Βορράς, με τον λειτουργικό παραγωγικό και βιομηχανικό τομέα του, που όμως γνωρίζει όλο και πιο έντονα τη φτώχια και την ανασφάλεια. Οι ψηφοφόροι σε αυτό το τμήμα της χώρας ψήφισαν κυρίως τη δεξιά και τη Λίγκα του Βορρά. Ο κόσμος ενσωμάτωσε, με αυτόν τον τρόπο,την εντεινόμενη -ατομικιστικού και ρατσιστικού τύπου- οργή του στη διαμαρτυρία κατά του καθεστώτος.
Από την άλλη, ο Νότος. Εξαιτίας των υψηλών επιπέδων φτώχιας και εργασιακής ανασφάλειας, ο κόσμος στον Νότο ψήφισε κυρίως το Κίνημα Πέντε Αστέρων. Το παραπάνω κόμμα τα έσπασε και με την κεντροδεξιά (μέρος της οποίας είναι και η Λίγκα) και με την κεντροαριστερά. Βλέπει ότι η κατάσταση δεν διορθώνεται και αντιμετωπίζει την αυξανόμενη εισροή προσφύγων ως συνέπεια της φτώχιας και ως απώλεια κάθε προοπτικής στο μέλλον. Όμως, το ποσοστό που κέρδισε το Κίνημα Πέντε Αστέρων, αποδεικνύει ότι το κίνημα ρίζωσε στην πολιτική σκηνή της Ιταλίας. Δεν αποτελεί πλέον έκφραση της ψήφου διαμαρτυρίας και θεωρείται ευρέως ως μια πιθανή κυβερνητική εναλλακτική λύση. Επιπλέον, επειδή και το Δημοκρατικό Κόμμα και η κεντροδεξιά αντιπροσωπεύουν τις πολιτικές που εφαρμόστηκαν μέχρι σήμερα, πολλοί στρέφονται στο Κίνημα Πέντε Αστέρων για μια πολιτική αλλαγή.
Οι δύσκολες προοπτικές για την αριστερά
Οι προσπάθειες της κεντροαριστεράς να αποτελέσει μια επιλογή για τους ψηφοφόρους της δεν στέφθηκαν από επιτυχία. Την ευθύνη για το χαμηλό ποσοστό της -ελαφρώς πάνω από το εκλογικό όριο- έχει η κρίση του Δημοκρατικού Κόμματος και το γεγονός ότι σημαντικές προσωπικότητες αποχώρησαν από το κόμμα. Το κόμμα του Ρέντσι έχασε, σε σύγκριση με τις εκλογές του 2013, 2.613.891 ψήφους που αντιστοιχούν σε ποσοστό 30,2% (πηγή: Istituto Cattaneo).
Η κρίση αυτή δε συμβαδίζει με την άνοδο της ριζοσπαστικής αριστεράς, η οποία σταμάτησε στο 1,1%, συμμετέχοντας στις εκλογές με τη λίστα του Potere al Popolo (Εξουσία στο Λαό). Πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι η παραπάνω εκλογική λίστα προσπάθησε, σε πολύ σύντομο χρόνο, να επαναφέρει στην πολιτική σκηνή μια αριστερή πρόταση. Δεν κατάφερε, όμως, να σταματήσει την αντικαθεστωτική ορμή που εκπροσωπήθηκε από το Κίνημα Πέντε Αστέρων και το φόβο ότι ο άξονας Μπερλουσκόνι-Ρέντσι θα αποτελούσαν τη βάση της επόμενης κυβέρνησης.
Μια τέτοια λύση ήταν τόσο δυσάρεστη για τη δεξιά, που έκανε τη Λίγκα να υπερβεί τα ποσοστά της Φόρτσα Ιτάλια (του κόμματος του Μπερλουσκόνι) για πρώτη φορά στην ιστορία του συνασπισμού (17,5% έναντι 14,1%), ενώ στον χώρο της αριστεράς, οδήγησε στην πλήρη αποδοχή του Κινήματος Πέντε Αστέρων, το οποίο βρέθηκε από το 25,5% του 2013 στο σημερινό 32,6%. Αυτό που μένει σταθερό είναι η απουσία πλειοψηφίας στο τρικομματικό σύστημα. Κάθε λύση θα διαλυόταν βραχυπρόθεσμα. Στο μεταξύ, αναμένοντας αυτόν που θα πάρει την εντολή για το σχηματισμό κυβέρνησης, η προηγούμενη κυβέρνηση παραμένει στη θέση της, χωρίς τη στήριξη του κοινοβουλίου.
Ο δύσκολος δρόμος μπροστά μας
Ο δρόμος για την αριστερά θα είναι δύσκολος. Ο Ρέντσι εξέφρασε την επιθυμία να αποχωρήσει από τη θέση του Γραμματέα του Δημοκρατικού Κόμματος, διατηρεί όμως την πλειοψηφία στο εσωτερικό του και αυτό αποτρέπει την πιθανότητα εμφάνισης νέων στρατηγικών για το μέλλον. Για όσους ανέμεναν ένα καλύτερο εκλογικό αποτέλεσμα από την αριστερά, το οποίο θα βοηθούσε στην ανασυγκρότηση της κεντροαριστεράς, το αποτέλεσμα ήταν απογοητευτικό. Οδηγεί σε μια περίπλοκη κατάσταση και σε μια ακόμη πιο δύσκολη σχέση με το Δημοκρατικό Κόμμα.
Για την “Εξουσία στο Λαό” από την άλλη, η έναρξη μιας παραγωγικής ιδρυτικής φάσης φαίνεται πιθανή. Στην εθνική ολομέλεια των μελών του στις 18 Μαρτίου, ελπίζει να διατυπωθεί μια αριστερή πρόταση που θα κάνει πολλούς ψηφοφόρους, οι οποίοι δεν θεώρησαν ότι η συγκεκριμένη λίστα ήταν μια πραγματική επιλογή, να επιστρέψουν. Όλοι οι εμπλεκόμενοι πρέπει να γνωρίζουν ότι ο δήμαρχος της Νάπολης, Λουίτζι ντε Ματζίστρις, θα μπει στην πολιτική αρένα στις 10 Μαρτίου, με την πρόθεση να προτείνει μια εκλογική λίστα για τις Ευρωεκλογές, μαζί με τον Βαρουφάκη. Θα είναι ένας ακόμη παράγοντας σύγχυσης και κατάτμησης της ριζοσπαστικής αριστεράς.
Μετάφραση από τα αγγλικά: Καλλιόπη Αλεξοπούλου