Τα αποτελέσματα των πρόσφατων εκλογών στη Σλοβενία αναδεικνύουν ένα κατακερματισμένο πολιτικό τοπίο, την ανησυχητική άνοδο του δεξιού λαϊκισμού και, ευτυχώς, μια εκλογική νίκη για το αριστερό κόμμα Levica που δυνάμωσε τη θέση του και διαθέτει, πλέον, μεγαλύτερη διαπραγματευτική ικανότητα.
Στις 3 Ιουνίου 2018 οι Σλοβένοι προσήλθαν στις κάλπες προκειμένου να εκλέξουν νέο κοινοβούλιο. Οι εκλογές πραγματοποιήθηκαν περίπου ένα μήνα πριν από την προγραμματισμένη ημερομηνία και σχεδόν τρεις μήνες μετά την παραίτηση της κυβέρνησης του SMC, η οποία αντέδρασε απέναντι στη συρρίκνωση της δημοφιλίας της προκηρύσσοντας εκλογές. Η υποτιθέμενη αριστερή-φιλελεύθερη κυβερνητική συμμαχία που συγκροτούσαν το κεντρώο κόμμα SMC του Miro Cerar, οι Σοσιαλδημοκράτες και το μονοθεματικό DeSUS (Δημοκρατικό Κόμμα των Σλοβένων Συνταξιούχων) γνώρισε μια κυβερνητική θητεία σχετικής σταθερότητας και σταθερής οικονομικής ανάπτυξης. Παρόλα αυτά, και παρότι οι προβλέψεις της διεθνούς κοινότητας για το οικονομικό μέλλον της χώρας είναι αισιόδοξες, οι θετικοί δείκτες δεν έχουν ακόμη μεταφραστεί σε άνοδο των μισθών ή σε κανονικότερες μορφές απασχόλησης, ενώ διάφοροι τομείς του δημοσίου υφίστανται ακόμη τις συνέπειες των μέτρων λιτότητας που επέβαλε η τελευταία κυβέρνηση του SDS το 2012. Η κυβέρνηση Cerar δεν έκανε πολλά για να τα ανατρέψει, επιλέγοντας να εστιάσει στη δημοσιονομική σταθερότητα. Επιπλέον, είναι αυτή η κυβέρνηση που ανέγειρε το συρματόπλεγμα στα σύνορα Σλοβενίας- Κροατίας.
Η παραίτηση της κυβέρνησης Cerar έγινε σε μια δύσκολη περίοδο ανεπιτυχών διαπραγματεύσεων με τα κρατικά συνδικάτα και διάφορων προβλημάτων που προκαλούν η ενδεχόμενη πώληση της NLB, μιας από τις σημαντικότερες δημόσιες τράπεζες της Σλοβενίας, και η κατασκευή μιας νέας σιδηροδρομικής γραμμής στο λιμάνι του Κόπερ. Αυτά τα δυο αποτελούν τα πιο πολιτικοποιημένα θέματα τη στιγμή αυτή.
Η Δεξιά
Το SDS (Δημοκρατικό Κόμμα Σλοβενίας) του Janez Janša, ήρθε πρώτο με σχεδόν 25% των ψήφων (25 βουλευτές). Το SDS, το μεγαλύτερο κόμμα της αντιπολίτευσης στις προηγούμενες εκλογές, ήταν στο παρελθόν ένα κλασικό κεντροαριστερό φιλοευρωπαϊκό κόμμα, μέχρι που έκανε μια σταδιακή στροφή τύπου Fidesz, επιλέγοντας μια όλο και πιο πολωμένη ρητορική η οποία εστιάζει στους -κατά την άποψή του- εξωτερικούς και εσωτερικούς κινδύνους, από τις παλιές κομμουνιστικές δομές του βαθέος κράτους στο δικαστικό σώμα, μέχρι την ισλαμική εξάπλωση στην Ευρώπη. Ο ίδιος ο Όρμπαν ήταν προσκεκλημένος στο συνέδριο του κόμματος, παρέχοντάς του τη σαφή στήριξή του. Αρκεί να σκεφτούμε πόσο καλά ορισμένα από τα ΜΜΕ που ελέγχει υιοθέτησαν την τακτική της δημιουργίας φόβου, μέσω καθημερινών αναφορών στα κύματα των προσφύγων που κατέφθαναν όλο και πλησιέστερα στα σύνορα της Σλοβενίας, την εβδομάδα πριν από τις εκλογές.
Φαίνεται ότι η ίδια αυτή ρητορική οδήγησε, σε κάποιο βαθμό, στην επάνοδο του SNS (Εθνικό Κόμμα Σλοβενίας) του Zmago Jelinčič, ενός εθνικιστικού σοβινιστικού και λαϊκιστικού λειψάνου της δεκαετίας του 1990, στο κοινοβούλιο (με ποσοστό 4,17% και 4 βουλευτές), προς έκπληξιν των περισσότερων, κερδίζοντας ένα ποσοστό από τους ψηφοφόρους του SDS. Η παρουσία του κόμματος αυτού στο κοινοβούλιο ενισχύει τα ξενοφοβικά στοιχεία και επομένως, δεν είναι ιδιαίτερα ευχάριστη. Είναι, όμως, αμφίβολο αν έχει μεγαλύτερες πολιτικές φιλοδοξίες προς το παρόν, καθώς θεωρείται ότι πρόκειται για προσωπική φιλοδοξία του Jelinčič να βάλει στην τσέπη την κρατική χρηματοδότηση του κόμματος, το οποίο τυχαία πέρασε το κατώφλι του 4%.
Το σαφώς νεοφιλελεύθερο κόμμα NSi (Νέα Σλοβενία – Χριστιανοδημοκράτες) πήρε 7,16% (7 βουλευτές). Ο συνολικός αριθμός των βουλευτών και των τριών αυτών κομμάτων, τα οποία θα μπορούσαν κάλλιστα να συμμετέχουν σε μια κυβέρνηση υπό το SDS, δεν αρκεί για το σχηματισμό μιας κυβέρνησης συμμαχίας (είναι 36, ενώ για την κοινοβουλευτική πλειοψηφία απαιτούνται 46 έδρες, δεδομένου ότι το κοινοβούλιο έχει συνολικά 90 έδρες).
Το μπλοκ της Κεντροαριστεράς
Το κόμμα που ήρθε δεύτερο, το LMŠ (Λίστα του Marjan Šarec) είναι ένα κομματικό συνονθύλευμα τα πολιτικά χαρακτηριστικά του οποίου είναι μάλλον συγκεχυμένα. Ο Šarec, που θεωρείται πολιτικός αντίπαλος του Janša, κατάφερε να συγκεντρώσει το 12,6% των ψηφοφόρων (13 βουλευτές) με μια ρητορική ούτε αριστερή, ούτε δεξιά, παρόμοια με εκείνη του SMC στις προηγούμενες εκλογές, παρότι με μικρότερη επιτυχία, εξαιτίας του μεγαλύτερου αριθμού κεντρώων προς κεντροαριστερά κομμάτων που κατάφεραν να μπουν στο κοινοβούλιο (το SD με 9,93%, το SMC με 9,75%, το SAB με 5,11% και το DeSUS με 4,93%). Σύμφωνα με το πιο πιθανό σενάριο, αν το SDS δεν καταφέρει να σχηματίσει κυβερνητική συμμαχία, δεν θα το επιχειρήσει ούτε ο Šarec. Αυτό σημαίνει ότι μια πιθανή συμμαχία ανάμεσα στο SMC, το SD, το SAB και το DeSUS θα χρειαζόταν άλλον έναν εταίρο για την κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Λαμβάνοντας υπόψη τη λαϊκή αποδοκιμασία που θα είχε η συμμετοχή σε ένα κυβερνητικό σχήμα υπό την ηγεσία του SDS για τα περισσότερα από τα παραπάνω κόμματα, απομένουν τρεις επιλογές, προκειμένου να αποφευχθεί μια νέα προσφυγή στις κάλπες: η συμμετοχή του NSi, ή του SNS, ή του Levica.
Η Αριστερά
Το πιο αισιόδοξο νέο των εκλογών ήταν η επιτυχία του κόμματος Levica, που κατάφερε να αυξήσει το ποσοστό του, από 5,97% σε 9,33%, και τις έδρες του από 6 σε 9.
Το δημοκρατικό σοσιαλιστικό κόμμα, που κατάφερε να περάσει ορισμένα μέτρα (όπως, για παράδειγμα, την επιδότηση των σχολικών γευμάτων σε παιδιά κοινωνικά αποκλεισμένων ομάδων) όντας στην αντιπολίτευση, είναι μάλλον στη θέση του προνομιακού παίκτη για το σχηματισμό κυβέρνησης. Μολονότι το πρόγραμμά του είναι μακράν διαφορετικό από εκείνα των άλλων κομμάτων του κοινοβουλίου, θα μπορούσε να κερδίσει τον έλεγχο σε ορισμένα υπουργεία, σε θέματα που είχε προβάλει στην προεκλογική περίοδο: την καλύτερη χρηματοδότηση της ανώτατης εκπαίδευσης, την αύξηση του κατώτερου μισθού στα 700 ευρώ, την υποχρεωτική καταβολή κατώτερου μισθού στους κρατικούς υπαλλήλους της λεγόμενης ομάδας J–wage του δημόσιου τομέα, την αύξηση των κατώτατων κοινωνικών δαπανών, τη μεταφορά κρατικών πόρων από το στρατό σε άλλες κρατικές υπηρεσίες. Όλα αυτά είναι θέματα απέναντι στα οποία τα άλλα μέλη της κεντροαριστεράς είναι μάλλον αρνητικά, θα προκύψει, όμως, η δυνατότητα διαπραγμάτευσης αν δεν επιτυγχάνεται κυβερνητική πλειοψηφία.
Η πιθανότητα αυτή προσδίδει στο Levica μια απίστευτη πολιτική δύναμη, αλλά και τεράστια ευθύνη. Δεν είναι καθόλου εύκολο να διαπραγματεύεσαι ενάντια στα συμφέροντα της κυρίαρχης πολιτικής τάξης. Μια τέτοια κατάσταση ενέχει και κινδύνους και ελπίδες.
Μετάφραση από τα αγγλικά: Καλλιόπη Αλεξοπούλου