Την Κυριακή, 16 Δεκεμβρίου, πάνω από 30.000 άνθρωποι διαδήλωσαν ενάντια στον νέο «Νόμο σκλαβιάς» που πέρασε η κυβέρνηση του δεξιού Πρωθυπουργού Βίκτορ Όρμπαν. Ακολουθεί μια επισκόπηση των γεγονότων.
Το κύμα των μαζικών διαδηλώσεων ξεκίνησε από τα συνδικάτα στις 8 Δεκεμβρίου, πριν από την ψήφιση του συγκεκριμένου νόμου από τη Βουλή. Δέκα χιλιάδες διαδηλωτές συγκεντρώθηκαν στο κτίριο της ουγγρικής Βουλής προκειμένου να διαδηλώσουν κατά των αλλαγών του Εργατικού Νόμου, γνωστού και ως «νόμου σκλαβιάς».
Οι αλλαγές περιλαμβάνουν την αύξηση του ανώτατου ορίου υπερωριών των εργαζομένων από 250 στις 400 ώρες τον χρόνο και τη χαλάρωση άλλων εργατικών μέτρων. Το νομοθέτημα παρέχει, επιπλέον, προθεσμία τριών ετών (αντί για ένα που ίσχυε πριν) για την καταβολή από τους εργοδότες των αμοιβών για τις καταγεγραμμένες υπερωρίες. Μια άλλη διάταξη επιτρέπει στους εργοδότες να υπογράφουν ατομικές συμφωνίες για τις υπερωρίες με τους εργαζόμενους, παρακάμπτοντας τις συλλογικές συμβάσεις και τα συνδικάτα.
Την Τετάρτη, 12 Δεκεμβρίου, ο εργατικός και ορισμένοι άλλοι νόμοι που προκαλούν κοινωνικές αντιδράσεις, υιοθετήθηκαν εν μέσω χάους, ενόσω οι βουλευτές της αντιπολίτευσης προσπαθούσαν να αποκλείσουν το βήμα της Βουλής, κάνοντας θόρυβο με σειρήνες και σφυρίχτρες, και οργισμένοι συγκρούονταν με τον Όρμπαν. Το ουγγρικό Κοινοβούλιο έζησε σκηνές κοινωνικής αναταραχής. Η αντιπολίτευση υποστηρίζει ότι η διαδικασία ψήφισης ήταν τελείως αντίθετη προς τους κανόνες του Κοινοβουλίου και είναι άκυρη.
Αμέσως μετά την ψήφιση του νόμου, αργά το βράδι της Τετάρτης, περίπου δυο χιλιάδες άνθρωποι, φώναζαν «Στο διάολο Όρμπαν» και, αφού διαδήλωσαν στη Βουδαπέστη, συγκεντρώθηκαν στα σκαλιά του Κοινοβουλίου. Ορισμένοι διαδηλωτές πέταξαν αντικείμενα στην αστυνομία η οποία αντέδρασε με δακρυγόνα και με τριάντα πέντε προσαγωγές.
Από τις 12 Δεκεμβρίου γίνονται καθημερινά διαδηλώσεις όχι μόνο στη Βουδαπέστη, αλλά και στις πόλεις Πεκς, Τζορ, Μπέκεστσαμπα κ.α. Η διαδήλωση της 13ης Δεκεμβρίου διοργανώθηκε από το συνδικάτο των φοιτητών και την ομάδα του Ελεύθερου Πανεπιστημίου. Ο διάσημος Ούγγρος φιλόσοφος Γκάσπαρ Μίκλος Τάμας, είπε ότι οι φοιτητές είχαν πάρα πολύ καιρό να διαδηλώσουν στο πλευρό των εργαζομένων στην Ουγγαρία.
Το Σάββατο, 15 Δεκεμβρίου, η αντικυβερνητική διαδήλωση ξεκίνησε από το κέντρο της Βουδαπέστης στην Πλατεία Ηρώων και συνέχισε προς την Πλατεία Κόσουτ μπροστά από το Κοινοβούλιο. Την Κυριακή το βράδι έγινε μια αυθόρμητη μαζική διαδήλωση από το κοινοβούλιο προς την κρατική τηλεόραση (περίπου 5,5 χιλιόμετρα) με κόκκινες σημαίες στην πρώτη σειρά. Δυο ανεξάρτητοι πολιτικοί της αντιπολίτευσης, πρώην ηγέτες του κόμματος των πρασίνων Η Πολιτική Μπορεί να Είναι Διαφορετική (Lehet Más a Politika -LMP), που έχουν αποβληθεί από το κόμμα τους, ζήτησαν από τους διαδηλωτές να διαβάσουν ένα ψήφισμα πέντε σημείων, αλλά εκείνοι αρνήθηκαν. Τα αιτήματα που οι δυο βουλευτές ήθελαν να διαβαστούν στη δημόσια τηλεόραση περιλάμβαναν την άμεση απόσυρση του «νόμου της σκλαβιάς», λιγότερες υπερωρίες για τις αστυνομικές δυνάμεις, την προσφυγή στην Ευρωπαϊκή Εισαγγελία, την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης και των δημόσιων ΜΜΕ. Πολλοί βουλευτές της αντιπολίτευσης, τόσο αριστεροί όσο και δεξιοί, έκαναν χρήση της ασυλίας τους και μπήκαν μέσα στο κτίριο, όπου πέρασαν τη νύχτα.
Οι διαδηλώσεις στα δημόσια μέσα ενημέρωσης είναι ιστορικής σημασίας για την Ουγγαρία: όταν, στις αρχές της άνοιξης του 1848, ένα νέο επαναστατικό κύμα σάρωνε την Ευρώπη, στις 15 Μαρτίου, οι ριζοσπάστες της Πέστης [1] μπήκαν στο κτίριο του εθνικού τυπογραφείου όπου διατύπωσαν «Δώδεκα Σημεία» με τα οποία απαιτούσαν -μεταξύ άλλων- την ελευθερία του Τύπου. Τον Οκτώβριο του 1956 οι επαναστάτες επιθυμούσαν να διαβαστούν τα αιτήματά τους στο Ραδιομέγαρο, από όπου ξεκίνησαν οι πυροβολισμοί. Το κτίριο της κρατικής τηλεόρασης έπαιξε σημαντικό ρόλο την εποχή της συστημικής αλλαγής, στα τέλη της δεκαετίας του 1980.
Στην Ουγγαρία, τα κτίρια των δημόσιων μέσων ενημέρωσης παίζουν ιδιαίτερο ρόλο στην επαναστατική διαδικασία. Τον Οκτώβριο του 2006, στην κυβέρνηση ήταν οι Σοσιαλιστές και το κόμμα Fidesz στην αντιπολίτευση. Τότε, το κτίριο της κρατικής τηλεόρασης που ήταν στο κέντρο της Βουδαπέστης, έγινε αντικείμενο επιθέσεων και εμπρησμού από δεξιούς διαδηλωτές, όταν διέρρευσε η ηχογράφηση της «γεμάτης ψέματα ομιλίας» του τότε ηγέτη του κόμματος των Ούγγρων Σοσιαλιστών (Magyar Szocialista Párt – MSZP), βουλευτή Γκιούρτσονι. Λίγο μετά, το κεντρικό κτίριο της δημόσιας τηλεόρασης μεταφέρθηκε από το κέντρο της πόλης σε ένα προάστιο, προκειμένου να είναι πιο δύσκολη η διοργάνωση των διαδηλώσεων. Το γεγονός ότι αυτή τη στιγμή όλα τα δημόσια μέσα ενημέρωσης (εφημερίδες, ραδιοσταθμοί, ενημερωτικά και διαφημιστικά κανάλια της τηλεόρασης) έχουν πωληθεί και είναι στα χέρια των ολιγαρχών του Όρμπαν και του παιδικού του φίλου Λόριντς Μέσαρος, δεν έχει προηγούμενο. Πρόκειται για πάνω από 200 εφημερίδες, τις οποίες κατέχει κυρίως το συγκρότημα Τύπου του Μέσαρος. Μόνο δυο τηλεοπτικά κανάλια (το RTL Klub και το ATV), ένας ραδιοσταθμός (Klubrádió) που δεν είναι εθνικής εμβέλειας και μια εφημερίδα (Népszava) διατηρούν την ανεξαρτησία τους, παρότι ο Όρμπαν καταβάλλει μεγάλη προσπάθεια για να αποκτήσει τον έλεγχό τους. Τα δημόσια μέσα ενημέρωσης θεωρούνται ευρέως «εργοστάσια ψεύδους» που είτε παραποιούν είτε αποσιωπούν τα γεγονότα. Δυστυχώς, η κοινή γνώμη έχει αποδεχτεί το γεγονός ότι δεν έχει πρόσβαση στα δημόσια μέσα ενημέρωσης. Σήμερα, η Ουγγαρία κατακλύζεται από το ψέμα.
Το πρωί της Δευτέρας, η ασφάλεια πέταξε με τη βία έξω από το κτίριο της κρατικής τηλεόρασης τους δυο βουλευτές. Στη συνέχεια της ημέρας, άλλοι βουλευτές της αντιπολίτευσης, προερχόμενοι από τη φιλελεύθερη σοσιαλιστική Δημοκρατική Συμμαχία (Demokratikus Koalició-DK), από τον Διάλογο (Párbeszéd-P), από το MSZP, το LMP και το ακροδεξιό Jobbik, παραβίασαν τον φράχτη του κεντρικού κτιρίου της κρατικής τηλεόρασης, για να έρθουν σε επαφή με τους συναδέλφους τους. Ένας βουλευτής του DK, ο Λάσλο Βάριου, μεταφέρθηκε αργότερα με ασθενοφόρο έξω από το κτίριο, με ελαφρά τραύματα, μετά από συμπλοκή που είχε με την ασφάλεια του κτιρίου. Μετά το πέρας του εργασιακού ωραρίου, ξέσπασαν νέες διαδηλώσεις έξω από το κτίριο της κρατικής τηλεόρασης, που βρίσκεται πλέον σε προάστιο της Βουδαπέστης. Σήμερα είναι η δέκατη μέρα των διαδηλώσεων, οι οποίες δεν ήταν ποτέ τόσο βίαιες από τότε που το Fidesz ανήλθε στην εξουσία, το 2010. Την ηγεσία τους έχουν τα συνδικάτα (που προς το παρόν είναι διασπασμένα), τα κόμματα της αντιπολίτευσης και οι φοιτητές που είναι εξαγριωμένοι με τις μεταρρυθμίσεις του κυβερνώντος κόμματος. Οι διαδηλώσεις συνεχίζονται, ενώ κάθε βράδι γίνονται 30-50 προσαγωγές κατά μέσο όρο, μετά από συγκρούσεις με την αστυνομία η οποία χρησιμοποιεί δακρυγόνα. Τις τελευταίες δέκα μέρες είδαμε ένα νέο είδος αντιπολίτευσης, το οποίο δεν είναι προϊόν κάποιας πολιτικής πρωτοβουλίας, πολιτικής ενότητας ή πολιτικοποίησης. Η στάση της αντιπολίτευσης απέναντι στο σύστημα του Όρμπαν έχει αλλάξει ριζικά και ζούμε μια διαδικασία ριζοσπαστικοποίησης. Οι διαδηλώσεις της τελευταίας εβδομάδας ήταν οι πιο βίαιες της τελευταίας δεκαετίας με δεκάδες συλλήψεις και τουλάχιστον σαράντα τραυματισμούς. Η πλειονότητα των διαδηλωτών είναι νεαροί κάτω των τριάντα.
[1] Η Βουδαπέστη ιδρύθηκε ως πόλη μόνο μετά την ένωση της Πέστης, της Βούδας και της Όβουδας, το 1873.
Μετάφραση από τα αγγλικά: Καλλιόπη Αλεξοπούλου