Η οικονομική κρίση της ΕΕ γίνεται όλο και πιο σοβαρή. Παρότι έχουν περάσει επτά χρόνια από την κατάρρευση της Lehman Brothers, πολλές οικονομίες εντός της ΕΕ, όπως η ελληνική, υφίστανται τη χειρότερη οικονομική κρίση από την εποχή του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου. Είναι απαραίτητο να συνειδητοποιήσουμε ότι η περίοδος κατά την οποία οι οικονομίες των φτωχότερων χωρών της ΕΚ/ΕΕ μπορούσαν να προσεγγίσουν τις ισχυρότερες οικονομίες έχει παρέλθει (τουλάχιστον προς το παρόν). Αυτό που συμβαίνει, μάλιστα, είναι ότι η ψαλίδα των παραγωγικών δυνατοτήτων των ευρωπαϊκών χωρών φαίνεται να μεγαλώνει, ενώ χώρες σαν την Ιταλία και τη Γαλλία βιώνουν εδώ και χρόνια μια περίοδο μαζικής αποβιομηχάνισης. Επιπλέον, η πολιτική (κρίσης) που εφαρμόζουν οι ποικίλοι θεσμοί της ΕΕ ενισχύει την τάση μεγέθυνσης της διαρθρωτικής ανισότητας μεταξύ των κρατών.
Στη δεδομένη συγκυρία, εντείνεται το ενδιαφέρον για μια αριστερή βιομηχανική πολιτική, η οποία όχι μόνο θα βοηθήσει στη διατήρηση των υφιστάμενων βιομηχανιών και θέσεων εργασίας, αλλά επιπλέον, θα συντελέσει στη δημιουργία «ποιοτικών θέσεων» με τη βοήθεια μιας περιβαλλοντικά φιλικής και αειφόρου βιομηχανίας. Μια περιβαλλοντικά φιλική βιομηχανία θα προσφέρει μόνιμες και ασφαλείς θέσεις εργασίας και θα βοηθήσει τις χώρες και τις οικονομίες τους να αντιμετωπίζουν καλύτερα ενδεχόμενες οικονομικές κρίσεις. Η σημερινή κρίση απέδειξε καθαρά ότι οι χώρες που διαθέτουν έναν σταθερό βιομηχανικό τομέα πλήττονται λιγότερο από την οικονομική κρίση. Η μελέτη την οποία προκηρύσσουμε αποτελεί μέρος ενός μακροπρόθεσμου προγράμματος που δεν αφορά μόνο τη δημιουργία περιβαλλοντικά φιλικών και φυλετικά ευαίσθητων θέσεων εργασίας, αλλά πραγματεύεται το θέμα του εκδημοκρατισμού της εργασίας στις επιχειρήσεις. Αφορά, επίσης, τη μορφή δημοκρατικής οικονομικής πολιτικής στην οποία εργαζόμενοι και πολίτες μπορούν να συμμετέχουν ουσιαστικά στη διαδικασία λήψης των αποφάσεων που σχετίζονται με τη βιομηχανία, τη διανομή και την κατανάλωση. Αυτό το πρόγραμμα δεν επιδιώκει την αύξηση του ανταγωνισμού ανάμεσα στους βιομηχανικούς εργάτες διαφορετικών χωρών και επιχειρήσεων, αλλά τη διασφάλιση αειφόρων, ποιοτικών συνθηκών εργασίας σε έναν τομέα της οικονομίας χωρίς τον οποίο θα είμαστε ανίκανοι να διαχειριστούμε τις κοινωνικές προκλήσεις του μέλλοντος.
Θέλοντας να εκτιμήσουμε ποια περιθώρια ελιγμών προς μια τέτοια κατεύθυνση διαθέτουν αριστεροί και προοδευτικοί φορείς, όπως: αριστερές εθνικές ή περιφερειακές κυβερνήσεις και συνδικάτα, αλλά και συνεταιρισμοί και καταλήψεις εργοστασίων, απευθύνουμε πρόσκληση υποβολής προτάσεων για τη διενέργεια μελέτης η οποία θα απαντά στο παρακάτω κεντρικό ερώτημα:
Ποια περιθώρια ελιγμών παρέχει το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο εντός της ΕΕ για μια αριστερή βιομηχανική πολιτική, ειδικά σε σχέση με τις ευκαιρίες ανάπτυξης των περιφερειακών χωρών (Άρθρο 173, πρώην 157, και οποιαδήποτε άλλη σχετική διάταξη);
Σύμφωνα με την ευρωπαϊκή στρατηγική «Ευρώπη 2020» του 2010, η συμμετοχή της βιομηχανίας στο ΑΕΠ πρέπει να είναι της τάξης του 20%. Ωστόσο, τι νομικό περιθώριο ελιγμών έχουν οι προαναφερθέντες φορείς εντός του ισχύοντος νομοθετικού πλαισίου της ΕΕ, ώστε να εφαρμόσουν μια αριστερή βιομηχανική πολιτική όπως αυτή που περιγράφεται πιο πάνω; Ποιες προκλήσεις ή ποια προβλήματα προκύπτουν; Ποιες ευκαιρίες υπάρχουν;
Τα σημεία που ακολουθούν θα πρέπει να εξεταστούν σε σχέση με το παραπάνω κεντρικό ερώτημα:
1. Ποια από τα παρακάτω ευρωπαϊκά όργανα παρέχουν δυνατότητες για μια αριστερή βιομηχανική πολιτική;
· Πρωτοβουλία «Μια ολοκληρωμένη βιομηχανική πολιτική για την εποχή της παγκοσμιοποίησης» ως μέρος της στρατηγικής «Ευρώπη 2020»
· Διαρθρωτικά ταμεία
· Έξυπνη εξειδίκευση
· Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων
· Πρόγραμμα Horizon 2020
· Σχέδιο Γιούνκερ / EFSI (Ευρωπαϊκό Ταμείο Στρατηγικών Επενδύσεων)
· EIF (Ευρωπαϊκό Ταμείο Επενδύσεων)
2. Τι επιπτώσεις έχουν οι νέοι ευρωπαϊκοί θεσμοί, οι οποίοι αποτελούν μέρος των μέτρων διαχείρισης της κρίσης, στη βιομηχανική πολιτική (π.χ. Σύμφωνο των δύο, Σύμφωνο των έξι, Ευρωπαϊκό Εξάμηνο, Σύμφωνο για την Ανταγωνιστικότητα, Δημοσιονομικό Σύμφωνο);
3. Ποιες ευκαιρίες προσφέρονται σε αριστερούς φορείς που προέρχονται από το κράτος, την κοινωνία και την οικονομία (συνδικάτα, συνεταιρισμοί, καταλήψεις εργοστασίων) ώστε να μπορέσουν να ενώσουν τις δυνάμεις τους σε διεθνική βάση;
4. Ποιες δυνατότητες προσφέρονται από το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένων των βασικών Συνθηκών, ώστε να εφαρμοστούν στοχευμένες κλαδικές («κάθετες») πολιτικές χρηματοδότησης με στόχο την επαναβιομηχάνιση; Σε ποιο βαθμό μπορεί ο ευρωπαϊκός νόμος περί ανταγωνισμού να επηρεάσει αρνητικά τέτοιες πρωτοβουλίες;
5. Τι οικονομικές ευκαιρίες προσφέρονται από νομική άποψη για μια προοδευτική πολιτική (επαναβιομηχάνισης);
6. Η μελέτη πρέπει να περιλαμβάνει και προτάσεις για πιθανές τροποποιήσεις της νομοθεσίας, χωρίς όμως αλλαγή της πρωταρχικής νομοθεσίας, οι οποίες να επιτρέπουν την άσκηση μιας ενεργούς και εποικοδομητικής βιομηχανικής πολιτικής (που θα είναι στον αντίποδα μιας συντηρητικής πολιτικής). Οι προτάσεις πρέπει είναι ταξινομημένες, ανάλογα με το βαθμό της προτεινόμενης νομοθετικής παρέμβασης.
Τεχνικές λεπτομέρειες σχετικά με την πρόσκληση
Γλώσσα της μελέτης: Αγγλικά
Έκταση της μελέτης: 40 σελίδες, συμπεριλαμβανομένης μιας ουσιώδους σύνοψης η οποία να είναι προσβάσιμη από το κοινό και να μπορεί να δημοσιευθεί ανεξαρτήτως από την εργασία.
Αμοιβή: 9.500 EUR (χονδρικά)
Παρακαλείστε να στείλετε τις αιτήσεις σας μέσω email στους: Martin Schirdewan (Martin.Schirdewan (at) rosalux.de) και Roland Kulke (roland.kulke (at) rosalux.org) στο: Rosa Luxemburg Foundation, Brussels.
Οι αιτήσεις πρέπει να περιλαμβάνουν βιογραφικό, μια περίληψη και μια ανάλυση της μελέτης.
Προθεσμία υποβολής: 1η Νοεμβρίου 2015. Το αποτέλεσμα θα ανακοινωθεί στις 5 Νοεμβρίου.
Η μελέτη πρέπει να αποσταλεί ολοκληρωμένη μέχρι τις 15 Φεβρουαρίου 2016.