Η Νινά Λεζέ, από το Γαλλικό Κομμουνιστικό Κόμμα, ακτιβίστρια, παραθέτει λεπτομερή έκθεση για το κίνημα #NuitDebout (Νύχτα ορθίων) που γεννήθηκε στη Γαλλία.
Στις 31 Μαρτίου, στη διάρκεια της διαμαρτυρίας κατά του νόμου Ελ Κομρί (του νέου εργασιακού νόμου της Γαλλίας), ορισμένοι διαδηλωτές μοίρασαν φυλλάδια που έγραφαν: Nuit debout («ξεσηκωνόμαστε μέσα στη νύχτα»), απηχώντας την Πραγματεία περί εθελοδουλίας του Ντε λα Μποεσί: «Οι τύραννοι φαίνονται τρομεροί μόνο και μόνο επειδή εμείς είμαστε γονατισμένοι». Οι προκηρύξεις καλούσαν τον κόσμο να συγκεντρωθεί, το ίδιο εκείνο βράδυ, στην πλατεία της Δημοκρατίας (place de la République) όπου θα γινόταν προβολή και συζήτηση της ταινίας του Φρανσουά Ριφέν: Merci Patron! (Ευχαριστώ Αφεντικό!). Η φράση της βραδιάς ήταν: «Απόψε, δεν πάει κανείς σπίτι». Έβρεχε δυνατά σε όλη τη διάρκεια της διαμαρτυρίας. Όλοι είχαν μουλιάσει και τα πάντα ήταν μούσκεμα. Παρόλα αυτά, αρκετές χιλιάδες πολιτών συγκεντρώθηκαν στην place de la République και έμειναν εκεί.
Χιλιάδες άνθρωποι ανακαλύπτουν ξανά την πολιτική τους αξιοπρέπεια
Τέτοιου είδους εκδηλώσεις – όπου έχουν το λόγο όλοι όσοι συμμετέχουν και συγκεντρώνονται πάρα πολλοί, με διάθεση να βρεθούν μαζί με άλλους διαδηλωτές- προκαλούν, κατ’ αρχάς, έκπληξη. Όλοι οι ακτιβιστές (με την ευρεία έννοια) νιώθουν έκπληξη, όταν συνειδητοποιούν για πρώτη φορά, ότι είναι πολλοί και μπορούν να επηρεάσουν την κατάσταση. Δεν πρόκειται για συμφοιτητές ή συναδέλφους που αποφάσισαν να αναλάβουν δράση. Είναι άνθρωποι που δεν γνωρίζονται αλλά συναντιούνται, ανταλλάσσουν ιδέες, παίρνουν αποφάσεις και δρουν συλλογικά. Ένας χρήστης του διαδικτύου προσπάθησε να καταμετρήσει όσους περνούσαν από την place de la République σε καθημερινή βάση και υπολόγισε 10.000 ανθρώπους. Ακόμη και αν είμαστε επιφυλακτικοί με αυτό τον υπολογισμό, δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι χιλιάδες άνθρωποι ανακαλύπτουν ξανά την έννοια της πολιτικής αξιοπρέπειας καθημερινά, συμμετέχοντας στο κίνημα Nuit Debout.
Από εκείνη την πρώτη νύχτα και μετά, η πλατεία ήταν σχεδόν πάντα κατειλημμένη. Μετά από πολλές διαδηλώσεις, καθιερώθηκε ως σημείο εκκίνησης ενός τελείως νέου και αναπτυσσόμενου κινήματος όπου κομματικοί ακτιβιστές που αναζητούν την αλλαγή συνομιλούν με απογοητευμένους πολίτες, ανθρώπους που δεν ψηφίζουν καθόλου ή ψηφίζουν λευκό, οι οποίοι ανακαλύπτουν για πρώτη φορά την ποικιλία, τον πλούτο των ιδεών, αλλά και τη σύγχυση που επικρατούν στα κινήματα βάσης.
Τα πράγματα είναι διαφορετικά εδώ
Για άλλους, αυτή είναι μια στιγμή επανανακάλυψης. Πολλοί οργανωμένοι ακτιβιστές, από το Μέτωπο της Αριστεράς ή το Νέο Αντικαπιταλιστικό Κόμμα, από συνδικάτα, δημοτικές οργανώσεις, κ.ά. συμμετέχουν ως ανεξάρτητοι. Αρχικά, κοιτάζονται μεταξύ τους κάπως υπεροπτικά και ειρωνικά. Αυτοί οι ακτιβιστές αισθάνονται –ορισμένες φορές σωστά- πιο έμπειροι από τους υπολοίπους και η πολιτική και οργανωτική τους εμπειρία τους επιτρέπει να θεωρούν τα αρχικά στάδια αυτής της συνέλευσης αστεία και αφελή. Αλλά όσοι αποφασίζουν, τελικά, να μείνουν, κάθονται και συμμετέχουν στις συζητήσεις και αλλάζουν γρήγορα στάση. Σε αυτό το σημείο, συνειδητοποιούμε ότι το να συμμετέχουν και άνθρωποι με μεγαλύτερη οργανωτική πείρα μας προστατεύει, ως ένα βαθμό, από τις συζητήσεις για το τι μορφή μπορεί να πάρει μια τέτοια οργάνωση. Είμαστε συνηθισμένοι να ορίζουμε έναν τρόπο συζήτησης οι κανόνες της οποίας σπάνια τίθενται σε αμφισβήτηση. Τα πράγματα εδώ, είναι διαφορετικά. Όλοι μιλούν για όλα και επαναλαμβάνουν πράγματα που έχουν ήδη ειπωθεί, αναλαμβάνουν όμως και ρίσκα και δράση. Οιοσδήποτε ενδιαφέρεται για ετούτο ή το άλλο ζήτημα μπορεί να σηκωθεί, να γράψει το όνομα μιας επιτροπής σε ένα φύλλο χαρτί, να καθίσει σε μια πλατεία και να ξεκινήσει μια συζήτηση μαζί με άλλους. Έτσι απλά γεννιέται μια νέα επιτροπή. Υπάρχει η επιτροπή ποίησης, η επιτροπή μανιφέστου, η επιτροπή οικονομικής πολιτικής… Τα μέλη τους εξακολουθούν να έρχονται, ανεξάρτητα από το αν οι επιτροπές θα έχουν διάρκεια ή αν θα παράξουν αποτελέσματα. Και είναι, ακριβώς, επειδή τίποτα δεν αναμένεται σε αυτό το στάδιο, που μπορούν να γεννηθούν και να αναπτυχθούν τόσο εύκολα.
Πού σταματά αυτό το κίνημα;
Αυτό μας οδηγεί σε ένα ζήτημα που αφορά την εξέλιξη του κινήματος: πού σταματά αυτό το κίνημα; Και, πιο συγκεκριμένα, μήπως το γεγονός ότι δεν έχει ούτε συγκεκριμένη δομή ούτε συγκεκριμένο στόχο αποτελέσει εμπόδιο, όπως μας λένε τόσο συχνά; Η διαφορά ανάμεσα στο σχεδιασμό ενός συντάγματος και στη διαμαρτυρία κατά ενός εργασιακού νόμου είναι τεράστια και τίποτα δε φαίνεται να είναι ξεκάθαρο. Το ίδιο μπορούμε να πούμε και για τη δημιουργία επιτροπών ή τη διοργάνωση εκδηλώσεων ή δράσεων. Πολλοί έχουν άποψη γι’ αυτό το ζήτημα. Ο φόβος μήπως φανεί ως ένα συμβατικό κομματικό ή συνδικαλιστικό κίνημα απαλύνεται από την επιθυμία να συναντηθεί με άλλες κοινωνικές μάχες, σε ευρύτερη κλίμακα. Στις συγκεντρώσεις είναι παρόντες και άνθρωποι που απορρίπτουν την πολιτική, αλλά αυτό δεν αποτελεί με κανένα τρόπο γενικευμένη τάση. Συχνά δείχνει να απορρέει από το φόβο απέναντι σε οτιδήποτε πολιτικό (δεν θα κάνουμε «αυτό» από το οποίο έχουμε αποκλειστεί τόσες φορές) και/ή από μια σημασιολογική αμφισημία: οτιδήποτε λέγεται ή γίνεται είναι κατεξοχήν πολιτικό, με πρώτη τη διεκδίκηση των δημόσιων χώρων. Και όμως, ακούς ανθρώπους να λένε ότι πρέπει να συντάξουμε ένα νέο σύνταγμα χωρίς να «λερώσουμε τα χέρια μας» με την πολιτική.
Επιθυμία για οριζοντιοποίηση
Στην πλατεία, η ανάγκη για την ύπαρξη μιας δομής μοιάζει ορισμένες φορές να είναι στόχος καθ’ εαυτόν, σημαντικότερος και από την ανάγκη διευκρίνισης του στόχου του κινήματος. Πολλοί από όσους συμμετείχαν από την πρώτη μέρα δε αντέχουν άλλο να ακούν καθημερινά τα ίδια και τα ίδια από διαφορετικούς ανθρώπους. Όταν όμως εστιάζουν σε αυτή την ανάγκη, οι συζητήσεις γίνονται μερικές φορές έντονες και τείνουν να περιορίζονται στην παλιά γνωστή αντιπαράθεση μεταξύ αυτών που υποστηρίζουν την πλήρη οριζοντιοποίηση και εκείνων που ζητούν μια πιο οργανωμένη κινηματική δομή. Παρότι αυτή η αντιπαράθεση είναι κάποιες φορές στείρα –όταν, για παράδειγμα, δεν μπορεί να γίνει μια συζήτηση γιατί δεν έχουν οριστεί οι κανόνες- αποτελεί, ωστόσο, κεντρικό ζήτημα (μεταξύ τόσων άλλων) από το οποίο εξαρτάται, όχι μόνο το μέλλον του κινήματος, αλλά και η δημιουργία μιας νέας μορφής δημοκρατίας, την οποία θα σχεδιάσουν οι χιλιάδες ‘ερευνητές’ που συμμετέχουν σε αυτό το γιγάντιο εργαστήριο.
Η οργανωτική μας γνώση που έχει πάνω από εκατό χρόνια ζωής, όσον αφορά τα πολιτικά κόμματα και τα συνδικάτα που απορρέουν από το εργατικό κίνημα, δεν έχει ακόμη να διδαχθεί κάτι νέο από ένα κίνημα δέκα ημερών και αντίστροφα. Οι διαδηλωτές του κινήματος Nuit Debout το ξέρουν, γι’ αυτό και χρησιμοποιούν την αντωνυμία «εμείς» και προσπαθούν να προχωρήσουν μαζί. Σε τελική ανάλυση, ποιος ξέρει τις δυνάμεις και τις αδυναμίες των δομών μας καλύτερα από τους οργανωμένους ακτιβιστές; Όλα όσα μάθαμε από τις οργανώσεις μας –πράγματα που μπορεί να απαιτούν σκληρή δουλειά, να προκαλούν φόβο, να είναι δύσκολα διαχειρίσιμα, πολύπλοκα, ή που δεν επιτρέπουν στους ακτιβιστές να συμμετέχουν πλήρως σε πολιτικό επίπεδο- όλα αυτά πρέπει να τα αναλογιστούμε και να τα αμφισβητήσουμε υπό το φως όσων συμβαίνουν στην place de la République. Πρέπει να αναλογιστούμε αυτή την επιθυμία για οριζοντιοποίηση –που είναι ίσως μια από τις λέξεις που ακούγονται πιο πολύ στην πλατεία- και τη δυνατότητα διεκδίκησης του πολιτικού λόγου, γιατί ο κόσμος αισθάνεται ότι έχει το νόμιμο δικαίωμα να το κάνει εδώ. Οι οργανωτικοί μηχανισμοί που διαθέτουμε μας επιτρέπουν, άραγε, να ικανοποιήσουμε αυτές τις προσδοκίες; Οι μέθοδοί μας συνάδουν με τον συνεχώς αυξανόμενο αριθμό των εργαλείων επικοινωνίας και λήψης αποφάσεων;
Όλο το σύστημα πολιτικής εκπροσώπησης, και όχι μόνο ο εργασιακός νόμος, θεωρείται αναξιόπιστο
Στην πλατεία, πολλοί είναι διατεθειμένοι να συζητήσουν και να πάρουν αποφάσεις. Βεβαίως, αυτό δεν είναι και τόσο καινούριο, αλλά εδώ η αίσθηση της βούλησης είναι πολύ έντονη. Αυτό δεν προκαλεί έκπληξη, γιατί οι πολίτες αισθάνονται ότι οι πολιτικοί, στην καλύτερη περίπτωση δεν τους εκπροσωπούν και, στη χειρότερη, τους προδίδουν. Δεν προκαλεί έκπληξη γιατί αυτά τα συναισθήματα στηρίζονται σε γεγονότα, με σημαντικότερο όλων το ότι οι Γάλλοι ψήφισαν για να πάρει η αριστερά την εξουσία πριν από τέσσερα χρόνια. Συναισθήματα που απορρέουν από τον τρόπο απονομής της δικαιοσύνης σε ένα ταξικό σύστημα που επιτρέπει σε ανθρώπους όπως ο Πατρίκ Μπαλκανί (Γάλλος πολιτικός που κατηγορήθηκε για φοροδιαφυγή και ξέπλυμα μαύρου χρήματος), να γλιτώνουν τη φυλακή και βάζει πίσω από τα κάγκελα μια μητέρα που κλέβει για να ταΐσει τα παιδιά της. Ή από την ατιμωρησία των επιχειρηματιών που διαπράττουν εγκλήματα, των πολιτικών ή των τραπεζιτών, από την πασίγνωστη σύμπραξη ανάμεσα στις δυο τελευταίες κατηγορίες, την κοινωνική ομοιογένεια των πολιτικών …. Όλα αυτά δεν αφορούν μια χούφτα ανθρώπων, αλλά το σύστημα ως όλο. Και αυτό το σύστημα περιθωριοποιεί έναν απίστευτα μεγάλο αριθμό ανθρώπων. Είναι, επομένως, λογικό να χάνει την αξιοπιστία του, όχι μόνο ο εργασιακός νόμος, αλλά ολόκληρο το σύστημα της πολιτικής εκπροσώπησης. Η πλειοψηφία αναζητά τη μέγιστη οριζοντιοποίηση που αποτελεί και το κατεξοχήν αντικείμενο των δημόσιων συζητήσεων.
Πώς θα δημιουργήσουμε έναν δημοκρατικό χώρο που να εμπλέκει όσο το δυνατό περισσότερους ανθρώπους;
Είναι σημαντικό να τονίσουμε ότι τα πράγματα δεν υπήρξαν ποτέ τόσο εύκολα σε τεχνικό επίπεδο. Όσοι πολίτες είναι εξοικειωμένοι με την τεχνολογία, προσπαθούν να δημιουργήσουν ψηφιακά εργαλεία προκειμένου να επεκτείνουν το δημόσιο διάλογο μέσα στο διαδίκτυο. Έχουν ήδη στηθεί ορισμένοι ιστότοποι, όπως: https://chat.nuitdebout.fr/home και https://wiki.nuitdebout.fr/wiki/Accueil. Στην πλατεία, συζητούν γα τους τρόπους που θα τους επιτρέψουν να συνενώσουν αυτούς τους χώρους διαλόγου. Μπορούμε να είμαστε σίγουροι ότι το κίνημα Nuit Debout έχει να μας διδάξει πολλά πάνω σε αυτό το θέμα.
Πώς δημιουργούμε, λοιπόν, έναν δημοκρατικό χώρο που θα εμπλέκει όσο το δυνατό περισσότερους ανθρώπους στην ουσιαστική κατασκευή του, αλλά και στις δράσεις και τις αποφάσεις του; Αυτό είναι το ερώτημα που πρέπει να απαντηθεί. Ομολογουμένως, το να μη μπορούμε να δούμε τα δομικά ζητήματα του παρελθόντος μπορεί να μοιάζει εμπόδιο. Αλλά, πέρα από το γεγονός ότι αυτό δεν είναι ασυνήθιστο για μια κινητοποίηση που έχει διάρκεια ζωής μόλις δυο εβδομάδων, το ζήτημα αυτό μπορεί, όντως, να είναι πρωτεύουσας σημασίας σε σχέση με όσα ακολουθήσουν: το περιεχόμενο των συζητήσεων θα εξαρτηθεί από τη σημασία που θα δοθεί σε καθέναν από εμάς, ενώ ο μόνος τρόπος για να εξασφαλίσουμε τη μεγαλύτερη δυνατή συμμετοχή είναι η από κοινού δημιουργία ενός πλαισίου. Αυτός ο νέος, οριζόντιος τρόπος συζήτησης και δράσης και η συνεύρεση χιλιάδων ανθρώπων με στόχο να σκεφτούν συλλογικά είναι κάτι που αξίζει να μάθουμε, όσο αξίζει και να συμμετέχουμε σε αυτό. Γιατί; Γιατί ανήκουμε σε αυτό το χώρο, γιατί οι στόχοι του αποτελούν τους λόγους για τους οποίους αποφασίσαμε να ασχοληθούμε με την πολιτική. Γιατί αγωνιζόμαστε ακριβώς για να ξαναποκτήσει ο κόσμος τη φωνή και τη δύναμή του – και, ας μην ξεχνάμε ότι είμαστε κι εμείς μέρος αυτού του κόσμου. Γι’ αυτό, μπορούμε να χρησιμοποιούμε το «εμείς» όταν μιλάμε για τους πολίτες που συγκεντρώνονται στην πλατεία και δεν θα μπορέσουμε να ξαναδημιουργήσουμε τον κόσμο χωρίς αυτό το πληθυντικό «εμείς», το οποίο αγκαλιάζει μεγάλο αριθμό διαφορετικών και δημιουργικών ατόμων.
Μετάφραση: Καλλιόπη Αλεξοπούλου