Ο Δημήτρης Χριστόφιας πέθανε στις 21 Ιουνίου 2019, σε ηλικία 72 ετών. Ήταν ο έκτος πρόεδρος της Δημοκρατίας της Κύπρου (2008-2013) και ο πρώτος αριστερός που κατέλαβε το ανώτατο αξίωμα στην Κύπρο. Ήταν, επίσης, ο πρώτος κομμουνιστής πρόεδρος της κυπριακής Βουλής (2001-2008).
Ο Χριστόφιας γεννήθηκε και μεγάλωσε σε μια ταπεινή οικογένεια στο -υπό κατοχή, σήμερα- χωριό Δίκομο της επαρχίας Κυρήνειας. Σπούδασε ιστορία στη Σοβιετική Ένωση (Μόσχα) από το 1969 ως το 1974 και διετέλεσε (τέταρτος στη σειρά) Γενικός Γραμματέας του ΑΚΕΛ, επί 21 χρόνια (1988-2009), διαδεχόμενος τον μακροβιότερο ηγέτη του κόμματος, Εζεκία Παπαϊωάννου (1949-1988). Ο Χριστόφιας ανήλθε στην ιεραρχία του κόμματος αφού είχε διατελέσει Γενικός Γραμματέας της νεολαίας του ΑΚΕΛ, ΕΔΟΝ, επί δέκα χρόνια (1977-1987), μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του ΑΚΕΛ, από το 1982, και μέλος της Πολιτικής Γραμματείας, από το 1986. Υπήρξε μέλος του κοινοβουλίου από το 1991 μέχρι το 2008, οπότε εκλέχθηκε πρόεδρος.
Η εικοσαετής θητεία του στην ηγεσία του ΑΚΕΛ καθόρισε τη σημερινή μορφή του κόμματος. Η ηγεσία του στο ΑΚΕΛ σημαδεύτηκε από σημαντικές αποφάσεις οι οποίες επέφεραν ρήξη με τις κομματικές πολιτικές του παρελθόντος, και επέτρεψαν στο κόμμα να προσαρμοστεί στο νέο μεταβαλλόμενο περιβάλλον. Αντιμετωπίζοντας την απειλή της περιθωριοποίησης μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, εισήγαγε ένα σύνολο ιδεολογικών, πολιτικών και οργανωτικών τροποποιήσεων στη δομή και το πρόγραμμα του κόμματος, που επέτρεψαν την ισόρροπη συνύπαρξη των μαρξιστικών-λενινιστικών αρχών και της ευελιξίας στην πολιτική ζωή. Με σημαντικότερη την αλλαγή της αρνητικής στάσης του κόμματος απέναντι στην ΕΕ, το 1995, και την απόφαση διεκδίκησης και, ενδεχομένως, άσκησης της εκτελεστικής εξουσίας σε ένα καπιταλιστικό κράτος, μέσω μιας πολιτικής συμμαχιών. Όποια κι αν είναι η κριτική που ασκείται στις συγκεκριμένες αποφάσεις, και ενδεχομένως πολλές άλλες, γεγονός παραμένει ότι το ΑΚΕΛ, υπό την ηγεσία του, όχι μόνο απέφυγε την εκλογική εξαφάνιση που υπέστησαν άλλα κομμουνιστικά κόμματα της Ευρώπης στις αρχές της δεκαετίας του 1990, αλλά αύξησε και το, ήδη, πολύ υψηλό εκλογικό ποσοστό του (πάνω από 30%), καθιστώντας το ΑΚΕΛ το πιο επιτυχημένο από όλα τα αριστερά κόμματα της ΕΕ. Αυτές οι επιτυχίες οφείλουν πολλά στην ηγεσία του Χριστόφια.
Ο Χριστόφιας εξελέγη στην ηγεσία του ΑΚΕΛ στα 42 του χρόνια, ως προσωπική επιλογή του πρώην ηγέτη του Ε. Παπαϊωάννου και ενός μικρού τμήματος της παλιάς κομμουνιστικής φρουράς, ενάντια στη θέληση ενός μεγάλου αριθμού ισχυρών ιστορικών στελεχών του ΑΚΕΛ και της Παγκύπριας Εργατικής Ομοσπονδίας, που προσχώρησε στη ρεφορμιστική Αριστερά. Η εκλογή του σηματοδότησε μια από τις πιο σοβαρές κρίσεις στην ιστορία του κόμματος, με τα ηττημένα στελέχη να εγκαταλείπουν το ΑΚΕΛ και να ιδρύουν νέο κόμμα, σε μια περίοδο που η κομμουνιστική Αριστερά παγκοσμίως, βίωνε τις πιο σοβαρές συνέπειες της κατάρρευσης του σοσιαλιστικού μπλοκ. Πολλοί πρόβλεψαν -τότε- ότι ούτε εκείνος ούτε το κόμμα θα επιβίωναν. Διαψεύστηκαν. Ο Χριστόφιας κράτησε το πηδάλιο του κόμματος σταθερά προς τα αριστερά, μαζί με άλλους νέους συντρόφους του από τη νεοεκλεγείσα κομματική ηγεσία, σε ένα πολύ ταραγμένο περιβάλλον.
Ο Δημήτρης Χριστόφιας κέρδισε μια διακεκριμένη θέση στην ιστορία της κυπριακής Αριστεράς, όχι μόνο γιατί οδήγησε το κόμμα στην κυβέρνηση της χώρας. Θεωρούσε, ωστόσο, το επίτευγμα αυτό ως το μεγαλύτερο κληροδότημά του. Όπως έγραψε στο βιβλίο του (Πώς η Ανάγκη γίνεται Ιστορία, 2016): «Η νίκη στις προεδρικές εκλογές του 2008 αποτελεί ορόσημο στην ιστορία του κόμματός μας και του λαϊκού κινήματος. Είναι μια ιστορική επιτυχία». Όπως δήλωνε σε πολλές περιπτώσεις, θεωρούσε ότι αποτέλεσε το σημείο τομής που επέτρεψε στο κόμμα να αποδείξει στους Κύπριους ότι οι αριστεροί είναι ισότιμοι με όλους τους άλλους, και αξίζουν να αντιμετωπίζονται ως τέτοιοι.
Ανεξαρτήτως του πώς αξιολογεί κάποιος τις πολιτικές του επιλογές και την αποτελεσματικότητά τους, ο Χριστόφιας αφιέρωσε τη ζωή του στους αγώνες της εργατικής τάξης και την προεδρία του στην ανάγκη εξεύρεσης μιας λύσης για το Κυπριακό. Ταυτόχρονα, η προεδρία του ανέδειξε πολλά ανεπίλυτα και πολυσυζητημένα ζητήματα της ευρωπαϊκής και της παγκόσμιας Αριστεράς (π.χ., τη συμμετοχή της στην ΕΕ, τη διεκδίκηση της εξουσίας σε ένα καπιταλιστικό κράτος, τα όρια του συμβιβασμού, κ.ά.). Παρέμεινε πιστός στον κομμουνισμό μέχρι τέλους.
Οι μεγαλύτερες αρετές του ως πολιτικού ήταν η προσήνεια και ο αυθορμητισμός του, αρετές οι οποίες τον έκαναν να διακριθεί και έξω από τον πολιτικό μικρόκοσμο της Κύπρου. Η ανθρωπιά του θεωρούνταν από όλους ως το πιο σημαντικό χαρακτηριστικό της προσωπικότητάς του.