Το αποτέλεσμα των κοινοβουλευτικών εκλογών στη Δανία σηματοδότησε την πτώση της Δεξιάς κυβέρνησης που εδώ και μία δεκαετία κυβερνούσε τη χώρα. Επίκειται ο σχηματισμός της νέας κυβέρνησης με επικεφαλής την Helle Thorning-Schmidt, ηγέτιδας των σοσιαλδημοκρατών. Οι κεντρικοί εταίροι αυτής της κυβέρνησης θα είναι το σοσιαλδημοκρατικό κόμμα και το σοσιαλιστικό κόμμα του λαού (SF), που εδώ και μερικά χρόνια έχουν αναπτύξει στενή συνεργασία στοχεύοντας στην ενίσχυση των προοπτικών για τον σχηματισμό μίας εναλλακτικής κυβέρνησης έναντι της δεξιάς.
Αυτές οι εκλογές είναι ιστορικής σημασίας εφόσον για πρώτη φορά αναδεικνύεται γυναίκα πρωθυπουργός και για πρώτη φορά το SF συμμετέχει σε κυβερνητικό συνασπισμό.
Ωστόσο, η συγκεκριμένη εκλογική αναμέτρηση είχε και τις αρνητικές της πλευρές, με βασικότερη την περιορισμένη εμβέλεια της νίκης του κυβερνητικού συνασπισμού. Τα κόμματα της αντιπολίτευσης έλαβαν 89, σε σύνολο 170 εδρών στο Δανικό κοινοβούλιο, εκ των οποίων οι 86 κατοχυρώθηκαν στα κόμματα της Δεξιάς. Στα παραπάνω πρέπει να συνυπολογίσει κανείς και τις 4 έδρες του Βόρειου Ατλαντικού (Γροιλανδία και νησιά Φερόε) για τις οποίες ανταγωνίζονται τοπικιστικά κόμματα. Αμφότεροι οι βασικοί κυβερνητικοί εταίροι είδαν την κοινοβουλευτική δύναμή τους να μειώνεται. Οι σοσιαλδημοκράτες έχασαν μία έδρα και διαθέτουν τώρα 44 έδρες που αντιστοιχούν στο 24,9% των ψήφων, το οποίο και αποτελεί το χειρότερο εκλογικό αποτέλεσμα του κόμματος εδώ και παραπάνω από έναν αιώνα. Το SF, από την άλλη πλευρά έχασε εφτά έδρες πέφτοντας στις 16 που αντιστοιχούν στο 9.2% των ψήφων, τη στιγμή που στις προηγούμενες εκλογές είχαν καταγράψει 13%.
Βρισκόμαστε, όμως, στην ευχάριστη θέση να ανακοινώσουμε ότι το δικό μας κόμμα, η κοκκινο-πράσινη συμμαχία, ήταν ένας από τους μεγάλους νικητές αυτής της εκλογικής αναμέτρησης, καθότι αύξησε τις έδρες του από 4 σε 12 και είδε τα εκλογικά του ποσοστά να ανεβαίνουν από το 2,2% στο 6,7%. Ο έτερος νικητής αυτών των εκλογών ήταν το κόμμα των φιλελεύθερων δημοκρατών που αύξησε τα ποσοστά του από 5,1% σε 9,5% και αντίστοιχα τις κοινοβουλευτικές του έδρες από 8 σε 17. Η ειδοποιός διαφορά αυτών των δύο κομμάτων ήταν η ξεκάθαρη πολιτική τους θέση κατά τη διάρκεια των προεκλογικών τους εκστρατειών, γεγονός που κατά τα φαινόμενα προσέλκυσε ένα μεγάλο αριθμό εκλογέων.
Η κοκκινο-πράσινη συμμαχία έμεινε πιστή στη ριζοσπαστική, αριστερή πολιτική της θέση που περιλαμβάνει: Την ξεκάθαρη υπεράσπιση των κοινωνικών δικαιωμάτων των εργαζομένων που εκφράζεται με την αντίθεση απέναντι τόσο στον περιορισμό της πρόωρης συνταξιοδότησης και της επέκτασης των συντάξιμων ορίων ηλικίας, όσο και στη συνεχή επιδείνωση των όρων χορήγησης επιδομάτων ανεργίας, αμφότερες πολιτικές της προηγούμενης Δεξιάς κυβέρνησης. Άλλες πολιτικές προτάσεις ήταν ένα ριζοσπαστικό, περιβαλλοντικό σχέδιο επενδύσεων σε “πράσινες” θέσεις εργασίας, και η επίτευξη αξιοπρεπών όρων ασύλου σε πρόσφυγές και μετανάστες, συνοδευόμενο από μία σειρά μεταναστευτικών πολιτικών.
Ως προς τις τελευταίες πολιτικές, οι Φιλελεύθεροι-Δημοκράτες συμμερίζονται τις θέσεις μας. Αυτή η ένδειξη αποκαλύπτει άλλη μία πτυχή της τελευταίας εκλογικής αναμέτρησης, τον περιορισμό της δύναμης του ακροδεξιού Κόμματος του Δανικού Λαού που περιορίστηκε στο 12,3% των ψήφων και στις 22 έδρες, τρεις λιγότερες από την προηγούμενη φορά. Το “μεταναστευτικό” έπαψε να είναι ένα από τα βασικά θέματα της πολιτικής αντιπαράθεσης, εξασθενώντας έτσι την επιρροή των ακροδεξιών στην πολιτική σκηνή της Δανίας.
Ωστόσο, παρ’ όλη τη σύγκλιση απόψεων ως προς το μεταναστευτικό, οι Φιλελεύθεροι-Δημοκράτες υιοθετούν νεο-φιλελεύθερες οικονομικές πολιτικές, συναφείς με αυτές της προηγούμενης Δεξιάς κυβέρνησης και επιπλέον επιδιώκουν τη συμμετοχή του στην κυβέρνηση συνεργασίας Σοσιαλδημοκρατών-SF. Αν και η Κοκκινο-πράσινη συμμαχία έχει καταστήσει σαφές ότι δεν πρόκειται να συμμετάσχει στη συγκεκριμένη κυβέρνηση συμμαχίας διότι οι πολιτικές της διαφέρουν ριζικά από τις θέσεις του κόμματός μας, εντούτοις με την άνεση που μας δίνει η μεγάλη αύξηση των εδρών μας, θα διεκδικήσουμε την επέκταση της επιρροής μας στις πολιτικές της επελθούσης κυβέρνησης. Το κόμμα μας υποστηρίζει μία εναλλακτική κυβέρνηση συμμαχίας υπό την ηγεσία του σοσιαλδημοκρατικού κόμματος. Ο σχηματισμός μίας τέτοιας κυβέρνησης θα εξαρτάται από τις κοινοβουλευτικές μας έδρες. Θα προτιμούσαμε μία κυβέρνηση συνεργασίας αποτελούμενη μόνο από το SD και το SF, πλην όμως αυτή η επιλογή δεν είναι βιώσιμη.
Το εκλογικό αποτέλεσμα καθιστά εμφανές ότι οι συνθήκες για τον σχηματισμό της νέας κυβέρνησης και για την επίτευξη συναίνεσης πάνω σε κοινές πολιτικές, είναι εξαιρετικά δυσχερείς.
Άλλο ένα αρνητικό αποτέλεσμα της τελευταίας εκλογικής αναμέτρησης έγκειται στο γεγονός ότι το δεξιό Φιλελεύθερο Κόμμα, ο βασικός κυβερνητικός εταίρος της προηγούμενης κυβέρνησης συνασπισμού, διατήρησε τη θέση του ως το μεγαλύτερο πολιτικό κόμμα της Δανίας αποσπώντας το 26,27% των ψήφων και 47 κοινοβουλευτικές έδρες. Σε αυτό συνεισέφερε και το ότι αρκετοί ψηφοφόροι του Συντηρητικού Κόμματος, κυβερνητικός εταίρος του Φιλελεύθερου κόμματος και μεγάλος χαμένος των εκλογών αφού έπεσε από τις 18 στις 8 έδρες και στο 4,9% των ψήφων, ψήφισαν αυτές τις εκλογές το Φιλελεύθερο Κόμμα. Άλλος ένας κερδισμένος από τη διαρροή ψηφοφόρων του Συντηρητικού Κόμματος ήταν η Φιλελεύθερη Συμμαχία, νεο-φιλελεύθερων αποχρώσεων κόμμα που ιδρύθηκε κατά τη διάρκεια της τελευταίας κοινοβουλευτικής περιόδου και απέσπασε το 5% της ψήφου και 9 κοινοβουλευτικές έδρες.
Στον Κοκκινο-πράσινο συνασπισμό περιμέναμε να κερδίσουμε περισσότερες έδρες, αλλά προς έκπληξή μας τις τριπλασιάσαμε. Αυτό μας μεταφέρει μεγάλη ευθύνη. Καταφέραμε να αυξήσουμε τα ποσοστά μας σχεδόν σε όλη την επικράτεια. Αυτό αναμφισβήτητα υποδηλώνει το επίπεδο της λαϊκής οργής και δυσανεξίας απέναντι στις δεξιές πολιτικές που χειροτέρεψαν τις υπηρεσίες του Κοινωνικού Κράτους απέναντι στους πολίτες. Πρόσφατες μελέτες έδειξαν πως η εισοδηματική πόλωση του πληθυσμού της Δανίας αυξήθηκε την τελευταία δεκαετία, όσο σε καμία άλλη χώρα μέλος της Ε.Ε.
Υπάρχουν όμως και άλλοι παράγοντες που εξηγούν την εκλογική επιτυχία της Κοκκινο-πράσινης συμμαχίας. Το SF προχώρησε σε μία στενή συνεργασία με τους σοσιαλδημοκράτες απογοητεύοντας έτσι ένα μεγάλο μέρος της εκλογικής του βάσης κάτι που φαίνεται και στην απώλεια των κοινοβουλευτικών του εδρών σε αυτές τις εκλογές. Ένας άλλος παράγοντας υπήρξε η ισχυρή παρουσία της Johannne Schmidt-Nielsen, νεαρής βουλευτή του κομμάτος μας, στην προεκλογική εκστρατεία η οποία τα πήγε εξαιρετικά καλά και απόσπασε υψηλά ποσοστά δημοφιλίας. Επιπλέον δουλέψαμε πολύ πάνω στο επικοινωνιακό κομμάτι, ώστε όλοι να καταλάβουν ότι παλεύουμε για τα δικαιώματα των εργαζόμενων ανθρώπων. Τέλος θα πρέπει να μνημονεύσουμε τις προσπάθειες που καταβάλαμε για την αναδιοργάνωση αμέσως μετά τις καταστροφικές εκλογές τον Νοέμβριο του 2007.
Ίνγκερ Β. Γιόχανσεν, Κοκκινο-Πράσινη Συμμαχία- Επιτροπή ευρωπαϊκών υποθέσεων
Λιν Μπάρφοντ, Πρώην βουλευτής, μέλος της εκτελεστικής ομάδας της Κοκκινο-Πράσινης Συμμαχίας