Ουδείς, βέβαια, μπορεί να αρνηθεί τη σημασία για την Ευρώπη της απόφασης της Βρετανίας να φύγει από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Όμως, η άποψή μου είναι αυτό το ιστορικό γεγονός με τις άγνωστες συνέπειές του στο μέλλον της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης είναι μόνο ένα σύμπτωμα της γενικής αναταραχής που υπάρχει στην Ευρώπη από το ξέσπασμα της συστημικής κρίσης το 2008.
Ταυτόχρονα, μπορεί κανείς να το δει ως την τελευταία μέχρι σήμερα έκφραση των δομικών προβλημάτων του νεοφιλελεύθερου και αντιδημοκρατικού σχεδίου της ΕΕ, που άρχισε το 1992 με τη Συνθήκη του Μάαστριχτ-ή για να είμαστε περισσότερο ακριβείς το 1986 με την Ενιαία Ευρωπαϊκή Πράξη.
Ακόμα και αν προσλάβουμε το Brexit ως ένα μείζον σοκ στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι κατά τη διάρκεια ενός έτους γίναμε μάρτυρες μιας σειράς σημαντικών γεγονότων που, άμεσα ή έμμεσα, έχουν ήδη αφήσει ή μπορεί να αφήσουν το αποτύπωμά τους σ’ αυτή την διαδικασία: το «πραξικόπημα» κατά της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ που οδήγησε στην επιβολή στην Ελλάδα ενός 3ου Μνημονίου, το τραγικό μεταναστευτικό κύμα που έπληξε κυρίως την Ελλάδα, οδήγησε στην ύψωση νέων τειχών στην Ευρώπη και στην υπογραφή της περιβόητης Συμφωνίας ΕΕ-Τουρκίας, τις φρικτές τρομοκρατικές επιθέσεις στη Γαλλία και το Βέλγιο, εκλογές σε Ελλάδα, Ιρλανδία, Πορτογαλία, Ισπανία, Δανία, Φινλανδία, Πολωνία, Κροατία, Εσθονία, Λετονία, Σλοβακία και Αυστρία (με αποτελέσματα που, με ορισμένες αξιοσημείωτες εξαιρέσεις, δεν ήταν τόσο ενθαρρυντικές για την αριστερά), οι ηρωικές «νύχτες ορθίων» κατά της αλλαγής της εργατικής νομοθεσίας από τη γαλλική κυβέρνηση, η εκλογή του Τζέρεμι Κόρμπιν στη θέση του επικεφαλής του Εργατικού Κόμματος της Βρετανίας (που αμφισβητείται, μετά το Brexit,από τη συντηρητική πτέρυγα αυτού του κόμματος) και, βέβαια, γεγονότα εκτός ΕΕ που επηρέασαν την πολιτική της, όπως η συνέχιση του πολέμου στη Συρία, η κατάσταση στην Ουκρανία, οι σχέσεις με τη Ρωσία και τελευταίο, αλλά όχι έσχατο, το πρόσφατο αποτυχημένο πραξικόπημα στην Τουρκία και όσα το ακολούθησαν.
Μπροστά σ’ αυτές τις εξελίξεις, εμείς στο transform! θεωρούμε ότι σ’ αυτές τις ιστορικές στιγμές η ριζοσπαστική αριστερά έχει διάφορα καθήκοντα:
Να κατανοήσει τα δομικά και όχι συγκυριακά προβλήματα της ευρωζώνης και της ΕΕ, δηλαδή την υπαρκτή ευρωπαική ενοποίηση και να μην τα κρύψει κάτω από το χαλί, επαναλαμβάνοντας αυτό που έκαναν κάποιοι ευρωπαίοι αριστεροί και κομμουνιστές την περίοδο του υπαρκτού σοσιαλισμού, μια στάση που δεν εμπόδισε την τελική του κατάρρευση.
Να πάρει το μάθημα από τις πρόσφατες εξελίξεις χρησιμοποιώντας διεπιστημονικές αναλύσεις, αλλά επωφελούμενη επίσης από την πρακτική εμπειρία αυτών που λαμβάνουν τις αποφάσεις καθώς και άλλων πολιτικών και κοινωνικών δρώντων.
Να παρουσιάσει και να συζητήσει τα αποτελέσματα αυτών των αναλύσεων σε διάφορους κύκλους και σε διαφορετικά επίπεδα, καθώς και να συμμετέχει σε διάφορα γεγονότα και δημόσιες συζητήσεις, που πρέπει να γίνονται χωρίς ταμπού και/ή μπούλινγκ εναντίον όσων έχουν διαφορετικές απόψεις. Αυτά συνέβησαν στο παρελθόν και θα συνεχίσουν να γίνονται στο μέλλον με διάφορες εκδηλώσεις, συνέδρια, σεμινάρια, εργαστήρια, Θερινά Πανεπιστήμια και σε έντυπες ή ηλεκτρονικές εκδόσεις του ΚΕΑ, της GUE/NGL, του transform! και άλλων οργανώσεων των μελών τους–αλλά επίσης και στο πλαίσιο παρόμοιων δραστηριοτήτων άλλων οργανώσεων και πρωτοβουλιών, όπως του DiEM 25, του Plan B, του Alter Summit κ.λπ.
Να χρησιμοποιήσει τις αναλύσεις της και τα αποτελέσματα των συζητήσεων για πρακτικούς σκοπούς, δηλαδή να σχεδιάσει μια νέα στρατηγική της εναλλακτικής αριστεράς στην Ευρώπη σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο, συμπεριλαμβανομένου του ενδεχομένου διαμόρφωσης ευρέων δημοκρατικών και αντινεοφιλελεύθερων συμμαχιών με κόμματα ή μερίδες κομμάτων που ανήκουν σε διαφορετικές πολιτικές οικογένειες, καθώς και με συνδικάτα και κοινωνικά κινήματα.
Από την πλευρά του το transform! προσπαθεί να είναι όσο μπορεί πιο χρήσιμο στο ΚΕΑ και τα μέλη του και γενικώς στη ριζοσπαστική αριστερά στην Ευρώπη στην προσπάθειά του για μια ρήξη με το νεοφιλελευθερισμό. Η φιλοδοξία μας δεν είναι μόνο να συμβάλουμε στο διάλογο για τον ευρώ και την ΕΕ, αναζητώντας ένα Εναλλακτικό Σχέδιο για την Ευρώπη, αλλά επίσης να καταθέσει αναλύσεις και προτάσεις για διάφορα ειδικά θέματα ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος: μετανάστευση, κοινά, αλληλέγγυα και συμμετοχική οικονομία, παραγωγική ανασυγκρότηση, περιβάλλον, ενέργεια, σχέση μεταξύ της ριζοσπαστικής αριστεράς και της σοσιαλδημοκρατίας κ.λπ. Παραδείγματα αυτών των προτάσεων και αναλύσεων υπάρχουν στην Επετηρίδα 2016 του transform!, Το αίνιγμα της Ευρώπης.
Είναι γνωστό ότι το transform! είναι ένα δίκτυο πολιτικών ιδρυμάτων με διαφορετικές απόψεις σε μια σειρά ιδεολογικών, πολιτικών και προγραμματικών θεμάτων. Η πρόθεσή μου είναι να παρουσιάσω την άποψη για το θέμα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, που θεωρώ ότι συμμερίζεται η μεγάλη πλειοψηφία των μελών και παρατηρητών του δικτύου μας.
Σήμερα το σχέδιο της ΕΕ αμφισβητείται από ένα συνεχώς αυξανόμενο αριθμό ανθρώπων σε όλη την Ευρώπη για πολλούς λόγους: έλλειψη δημοκρατίας, παραβίαση της εθνικής και λαϊκής κυριαρχίας, νεοφιλελεύθερες πολιτικές που οδηγούν σε λιτότητα, ανεργία, επισφάλεια και ακραία ανισότητα στην κατανομή του εισοδήματος, το χάσμα μεταξύ Βορρά, Νότου και Ανατολής, το προσφυγικό που συνδέεται με ιμπεριαλιστικούς και περιφερειακούς πολέμους κ.λπ. Είναι φανερό ότι «ο αυτοκράτορας είναι γυμνός». Η ΕΕ δεν είναι μια αλληλέγγυα ένωση, αλλά ένα σύστημα διεθνών σχέσεων μεταξύ διαφόρων εθνών κρατών, άνισων σε ισχύ-με την Γερμανία στην κορυφή-που ανταγωνίζονται σκληρά μεταξύ τους στην οικονομική και πολιτική σφαίρα, πάντοτε εις βάρος των λαϊκών τάξεων σε όλα τα κράτη μέλη.
Σ’ αυτό το πλαίσιο, η ριζοσπαστική αριστερά δεν πρέπει να επιτρέψει στην λαϊκιστική και άκρα δεξιά να μονοπωλήσει τον θυμό κατά της υπαρκτής ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης φοβούμενη μήπως χαρακτηριστή ως «ευρωσκεπτικιστική». Υπό μία έννοια, η μεγάλη πλειοψηφία των ριζοσπαστικών αριστερών κομμάτων του ΚΕΑ ουδέποτε ήταν «ευρωπαϊστικά» με την κυρίαρχη έννοια του όρου. Ήταν κατά της συνθήκης του Μάαστριχτ που ίδρυσε την ΕΕ και την ΟΝΕ, κατά των συνθηκών του Άμστερνταμ και της Νίκαιας, κατά του ευρωσυντάγματος, κατά της συνθήκης της Λισαβόνας, κατά της οικονομικής διακυβέρνησης και πρόσφατα κατά της λεγόμενης «Έκθεσης των πέντε προέδρων». Στην πραγματικότητα, ο στόχος μας σήμερα να πολεμήσουμε τον λαϊκιστικό και ακροδεξιό ευρωσκεπτικισμό και, κατά την γνώμη μου, αυτό δεν είναι δυνατόν χωρίς να παρουσιάσουμε ένα βιώσιμο Σχέδιο για μια Εναλλακτική Ευρωπαϊκή Ολοκλήρωση. Όμως, οι εξελίξεις κυρίως μετά την κρίση του 2008 μας επιβάλουν να καταστήσουμε σαφές ότι σήμερα το μάλλον παλιό σύνθημα για την «επανίδρυση της Ευρώπης» δεν μπορεί πλέον να είναι πειστικό εκτός αν συνδέεται με την έννοια της «ανυπακοής» και της «ασύνεχειας (τομής) με το παρελθόν». Η ιδέα της «επανίδρυσης» πρέπει να συνοδεύεται από ένα εφικτό πολιτικό σχέδιο, που δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί χωρίς ρήξη με διάφορους τρόπους με την παρούσα τάξη πραγμάτων σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο. Αυτό το σχέδιο, για να είναι επιτυχές, πρέπει να εφαρμοστεί από προοδευτικές κυβερνήσεις σε περισσότερες από μία χώρες της ΕΕ στηριζόμενο από ένα ισχυρό ευρωπαϊκό κίνημα.
Δεν είναι δυνατόν να αλλάξουμε την Ευρώπη αν δεν είμαστε διατεθειμένοι για μια συντονισμένη και πολυεπίπεδη άρνηση συμμόρφωσης στους νεοφιλελεύθερους κανόνες των συνθηκών και των «σχετικά αυτόνομων» ευρωπαϊκών θεσμών (ΕΚΤ, Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Ευρωπαϊκό Δικαστήριο), καθώς και στις προσταγές των «παραθεσμικών οργάνων» (Τρόικα, Γιούρογκρουπ και διάφορες ανεξάρτητες αρχές που έχουν εγκαθιδρυθεί σε εθνικό επίπεδο). Η ανυπακοή πρέπει να έρθει από κυβερνήσεις, εθνικά κοινοβούλια, το ευρωκοινοβούλιο, κόμματα, συνδικάτα και κοινωνικά κινήματα, καθώς και από τους πολίτες της Ευρώπης. Δεδομένου ότι, παρά τις φήμες για το αντίθετο, τα εθνικά κράτη δεν έχουν εξαφανιστεί λόγω της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, η παρουσία της ριζοσπαστικής αριστεράς στην κυβέρνηση μπορεί να είναι μια αναγκαία, αλλά-όπως έχουν δείξει παλιά και νέα παραδείγματα, συμπεριλαμβανομένης της περίπτωσης του ΣΥΡΙΖΑ-όχι ικανή συνθήκη για μια ρήξη με το νεοφιλελευθερισμό. Αυτό που χρειάζεται επειγόντως είναι μια πραγματική αλλαγή στην ισορροπία πολιτικών και κοινωνικών δυνάμεων σε όσες περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες είναι δυνατόν. Γι’ αυτό το λόγο πρέπει να υποστηρίξουμε την περιφερειακή «ενισχυμένη συνεργασία» αριστερών κομμάτων κυρίως των χωρών του Νότου της Ευρώπης, όπου η ριζοσπαστική αριστερά είναι σχετικά ισχυρότερη (και σε ορισμένες περιπτώσεις, όπως η Ελλάδα και Πορτογαλία, είτε είναι στην κυβέρνηση είτε στηρίζουν την κυβέρνηση υπό ορισμένους όρους). Όμως, ενεργώντας μ’ αυτόν τον τρόπο πρέπει να υπάρχει μεγάλη προσοχή να μην διασπαστεί το απολύτως αναγκαίο πανευρωπαϊκό αντινεοφιλελεύθερο μέτωπο, καθώς αυτό θα ήταν ένα δώρο στη λαϊκιστική δεξιά και την ατζέντα της να πυροδοτήσει τους εθνικούς ανταγωνισμούς.
Μια αλλαγή στη διαδικασία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης απαιτεί επίσης την δημιουργία ευρέων πολιτικών και κοινωνικών συμμαχιών σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο. Υπ’ αυτήν την έννοια, ενώ είναι σαφές ότι η ριζοσπαστική αριστερά πρέπει να ενισχύσει τους δεσμούς της με τα συνδικάτα και τα κοινωνικά κινήματα, η αναγκαιότητα της συμμαχίας με τη σοσιαλδημοκρατία δεν είναι ένα εύκολο ερώτημα. Είναι αλήθεια ότι λόγω της συνεχούς πτώσης της εκλογικής τους δύναμης σχεδόν σε όλη την Ευρώπη, τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα εμφανίζονται πρόθυμα να έρθουν σε διάλογο ή ακόμα και να συνεργαστούν με τη ριζοσπαστική αριστερά. Οι πολιτικές προθέσεις ορισμένων από αυτά τα κόμματα και κυρίως της αριστερής τους πτέρυγας μπορεί πράγματι να είναι έντιμες δεδομένου ότι έχουν πάρει το μάθημά τους από τον καταστροφικό «τρίτο δρόμο» και θέλουν ειλικρινώς να έρθουν σε ρήξη με τον νεοφιλελευθερισμό και τους δεξιούς και συντηρητικούς συμμάχους τους, αρχίζοντας ταυτόχρονα ένα σοβαρό διάλογο και/ή συνεργασία με τη ριζοσπαστική αριστερά. Όμως, αμφιβάλλω αν αυτή η στάση είναι η κυρίαρχη τάση στην ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία. Πιστεύω ότι ο πραγματικός σκοπός των περισσότερων σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων είναι να εξοντώσουν, να απορροφήσουν ή να εξημερώσουν τη ριζοσπαστική αριστερά, ακόμα και όταν εμφανίζονται να την προτιμού από τους παλιούς συντηρητικούς εταίρους τους και είναι πρόθυμα μέχρι και να σχηματίσουν «προοδευτικές» κυβερνήσεις συνασπισμού. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να είμαστε επιφυλακτικοί όταν προσπαθούμε να δημιουργήσουμε «ευρείες συμμαχίες», έχοντας πάντα κατά νου τη σημασία της ιδεολογικής και πολιτικής ηγεμονίας.
Ακόμα και πριν από την ελληνική εμπειρία, αλλά κυρίως μετά από αυτήν, ένα μέρος των ριζοσπαστικών αριστερών πολιτικών δυνάμεων της Ευρώπης, πτέρυγες κομμάτων, πρωτοβουλίες, διανοούμενοι και ακτιβιστές έχουν καταθέσει την ιδέα μιας αριστερής εξόδου από την ευρωζώνη και ενδεχομένως και από την ΕΕ (που βέβαια δεν είναι η περίπτωση της Βρετανίας όπου οι κυρίαρχες πολιτικές δυνάμεις πίσω από το behind Brexit ήταν δεξιοί εθνικιστές, ρατσιστές και ξενοφοβικοί). Η πλειοψηφία των μελών του transform! θεωρεί ότι η αριστερή έξοδος, το Lexit, δεν μπορεί να αποκλειστεί από τις επιλογές μιας χώρας, αν και σε καμιά περίπτωση δεν είναι σίγουρο ότι με αυτόν τον τρόπο μια χώρα, ειδικά μικρού ή μεσαίου μεγέθους, μπορεί να επανακτήσει την εθνική και λαϊκή κυριαρχία στην παρούσα εποχή του χρηματιστικοποιημένου καπιταλισμού. Όμως, το Lexit δεν είναι ένα ευρωπαϊκό σχέδιο-τουλάχιστον μέχρι στιγμής. Κατά την άποψή μας, η ριζοσπαστική αριστερά πρέπει να συνεχίσει να στηρίζει την ιδέα μιας εναλλακτικής ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης και να μην περιοριστεί σε έναν ανταγωνισμό με την λαϊκιστική και άκρα δεξιά μόνο σε εθνικό επίπεδο και χωρίς ένα σχέδιο ευρωπαϊκής ενότητας. Αν κάνει μόνο το δεύτερο, υπάρχει σοβαρός κίνδυνος οι ανταγωνισμοί μεταξύ των ευρωπαϊκών εθνών κρατών, ή έλξη του λόγου της «εθνικής ενότητας», ο ρατσισμός και η ξενοφοβία-που υπάρχουν ήδη στην ευρωζώνη και την ΕΕ εξαιτίας κυρίως της αρχιτεκτονικής της και των πολιτικών της-θα αυξηθούν.
Σημείωση: Το άρθρο βασίζεται στην παρουσίαση του συγγραφέα κατά την εναρκτήρια συνεδρία με τίτλο «Η Ευρώπη μετά το Brexit”, του 11ου Θερινού Πανεπιστημίου ΚΕΑ- transform! που έγινε στον Κιαντσάνο Τέρμε της Ιταλίας, στις 20-24 July 2016.
Μετάφραση: Καλλιόπη Αλεξοπούλου