Η κατάσταση που ζούμε έχει πολλά παράδοξα. Παρά την αποτυχία των νεοφιλελεύθερων πολιτικών που επιβλήθηκαν εδώ και τριάντα χρόνια στις χώρες του Τρίτου Κόσμου με υψηλό δημόσιο χρέος, εφαρμόζονται τώρα στη Δυτική Ευρώπη. Τα συνοδευτικά «μέτρα καταπολέμησης της φτώχιας», που εφαρμόστηκαν από το 1990, απέτυχαν εξίσου, διογκώνοντας τελικά παντού τις ανισότητες.
Αυτό εξηγεί το γιατί πολλές οργανώσεις του ΟΗΕ προωθούν, για άλλη μία φορά, πολιτικές παγκόσμιας κοινωνικής προστασίας. Η Διεθνής Οργάνωση Εργασίας του ΟΗΕ θα υιοθετήσει, πιθανότατα τον Ιούνιο, μία πρόταση για ένα «βασικό επίπεδο κοινωνικής προστασίας» σε συνδυασμό με την καμπάνια της για την παγκόσμια κοινωνική προστασία. Παρόλα αυτά, στην ΕΕ τα συστήματα Κοινωνικής Πρόνοιας απορρυθμίζονται, σαν να μην έχει μάθει κανείς τίποτα από τη σχετική εμπειρία των χωρών του Τρίτου Κόσμου.
Οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές με τις ιδιωτικοποιήσεις, την απορρύθμιση και την κατάργηση των εργατικών νόμων φέρνουν φτώχεια και για αυτό επείγει ο αγώνας εναντίον τους με την ανάσχεση των διαδικασιών φτωχοποίησης του πληθυσμού, κυρίως μέσω της έντασης της κοινωνικής πρόνοιας.
Η ανεργία στην ΕΕ βρίσκεται σήμερα στο επίπεδο του 10%, φτάνοντας στο 25% στην Ισπανία, πάνω από 20% στην Ελλάδα και 15% στην Πορτογαλία. Ο μέσος όρος ανεργίας των νέων στην ΕΕ είναι 21% με αυξητικές τάσεις, αγγίζοντας το 50% στην Ισπανία, το 45% στην Ελλάδα και το 35% στην Πορτογαλία. Ακόμη, όμως, και στην πλούσια πόλη των Βρυξελών, το σχετικό ποσοστό είναι στο 45 %.
Οι νέοι υποφέρουν, επίσης, λόγω των χαμηλών μισθών και αποτελούν ένα δυσανάλογο μεγάλο ποσοστό των «εργαζόμενων φτωχών» του κόσμου. Παντού στον κόσμο είναι οι πρώτοι που υφίστανται όλες τις συνέπειες.
Παρόλα αυτά, όπως επεσήμανε και ο Φιλίπ Ποσέ (Διευθυντής του Ευρωπαϊκού Συνδικαλιστικού Ινστιτούτου), ο κοινωνικός διάλογος στην ΕΕ συνεχίζει να μην ασχολείται με όλες τις πτυχές του φάσματος των ανισοτήτων. Σήμερα πρέπει να εξετάσουμε τις μελέτες του ΟΟΣΑ για να βρούμε περισσότερα σχετικά στοιχεία. Άλλωστε, ακόμη και ο ίδιος ο ΟΟΣΑ παραδέχεται πως έχει διαπράξει σφάλματα στο παρελθόν. Η ΕΕ, όμως, φαίνεται πως δεν λαμβάνει αυτά τα μηνύματα.
Το Ευρωπαϊκό Συνδικαλιστικό Ινστιτούτο έχει εκδώσει προσφάτως μία μελέτη για την απορρύθμιση της εργατικής νομοθεσίας στην ΕΕ. Αποκαλύπτει πως αυτή δεν σχετίζεται καθόλου με το ζήτημα του χρέους. Αποτελεί μία μεγάλη επίθεση εναντίον των συλλογικών κατακτήσεων και των θεσμών που ως τώρα προωθούσαν την ισότητα. Προφανώς, αυτό οφείλεται στο ότι οι κυβερνήσεις πιστεύουν πως η κρίση ανοίγει ένα μεγάλο παράθυρο ευκαιριών για την επέκταση της πολιτικής κοινωνικής υποβάθμισης που ασκούν, έτσι κι αλλιώς, στο πλαίσιο της ΟΝΕ.
Η πολιτική κατάσταση έχει γίνει πλέον πολύ πιο δύσκολη, διότι η, νεοφιλελεύθερης έμπνευσης, Ευρωπαϊκή Επιτροπή επιδεικνύει αυτό που θα λέγαμε «πολιτικό αυτισμό». Στο παρελθόν, οι μεγάλες χώρες – μέλη είχαν δύο επιτρόπους, ο ένας εκ των οποίων ήταν σοσιαλδημοκράτης. Αυτή η ισορροπία δεν τηρείται, πλέον, και αφού οι περισσότερες κυβερνήσεις είναι πλέον δεξιές, η ιδέα της Ευρωπαϊκής Ολοκλήρωσης απειλείται όλο και περισσότερο.
Η Ευρωπαϊκή κρίση πρέπει να εξεταστεί στο φόντο των διαρκώς ανατρεπόμενων διεθνών σχέσεων και των αλλαγών στον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής και συσσώρευσης, επεσήμανε ο Βάλτερ Μπάγερ, συντονιστής του transform! europe. Το παραγωγικό μοντέλο του πολιτισμού βρίσκεται σε κρίση. Πρόκειται για βαθιά δομικά αίτια τα οποία, αν δεν αντιμετωπιστούν σύντομα, θα έχουν εξαιρετικά σοβαρές συνέπειες στο άμεσο μέλλον.
Αυτό που διακυβεύεται είναι το ίδιο το κράτος πρόνοιας, καθώς και η Ευρωπαϊκή Ολοκλήρωση. Οι κοινωνικές και οικονομικές αλλαγές που θέλουν να επιβάλλουν οι νεοφιλελεύθεροι δεν μπορούν να θεσπιστούν αν υπάρχουν ισχυρά συνδικάτα και το παρόν κοινωνικό μοντέλο κοινωνικής προστασίας. Το σχέδιο τους λοιπόν είναι πολύ καλά οργανωμένο, ακόμη κι αν μερικές φορές μοιάζει παράλογο.
Απέναντι σε αυτή τη λογική, η οποία μεταξύ άλλων οδηγεί σε μεγαλύτερο εθνικισμό, πρέπει να αντιπαραβάλουμε μια άλλη. Χρειαζόμαστε μία ευρεία συμμαχία αριστερών δυνάμεων, συνδικάτων και κοινωνικών κινημάτων, ανθρώπων του πολιτισμού, ειδικών και πολιτικών εκπροσώπων. Πρέπει να εφεύρουμε ένα νέο αφήγημα, αφού δεν μπορούμε να επιστρέψουμε στο παρελθόν. Αλλά η τοποθέτησή μας θα πρέπει να είναι πολύ καθαρή.
Η Σελίν Μορώ (Τομέας Νέων της Γενικής Ομοσπονδίας Εργαζομένων Βελγίου) εξέθεσε τα ειδικά προβλήματα των νέων ανθρώπων. Το βασικό, όπως είπε, δεν είναι η έλλειψη δεξιοτήτων, αλλά ικανοποιητικών θέσεων εργασίας. Επιπλέον, οι εργοδότες στο Βέλγιο δεν σέβονται την υποχρέωση τους για την εκπαίδευση των εργαζομένων τους. Είναι παράδοξο πως ενώ από τη μία, οι σε μεγαλύτερη ηλικία υπάλληλοι υποχρεώνονται να δουλεύουν περισσότερο, οι νεότεροι δεν αποκτούν πρόσβαση στην αγορά εργασίας. Η ανεργία των νέων αποτελεί δομικό πρόβλημα σήμερα, οι νέοι πρέπει να έχουν περισσότερες ευκαιρίες εργασίας και όχι απλώς μαθητείας. Πρέπει, δηλαδή, να δημιουργηθούν περισσότερες θέσεις εργασίας.
Σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, η Παναγιώτα Μανιού (εργαζόμενη στο Ευρωκοινοβούλιο) επεσήμανε την τραγικότητα της κατάστασης. Δεν αποτελεί σύμπτωση ασφαλώς το ότι οι χώρες του Ευρωπαϊκού Νότου δέχθηκαν πρώτες επίθεση, αφού τα συστήματα κοινωνικής πρόνοιας τους είναι τα πλέον αδύναμα. Οι κατώτατοι μισθοί έχουν μειωθεί κατά 22% και για τους νέους κατά 32%. Πολλοί εγκαταλείπουν τη χώρα τους, με αποτέλεσμα μία πολύ μεγάλη διαρροή επιστημόνων. Η πιο άμεση ανάγκη είναι να γίνει σαφές πως αυτή η κατάσταση μπορεί να αντιμετωπιστεί μόνο με συλλογική δράση για την εκπαίδευση, τις δομές υγείας, τις θέσεις εργασίας και τα κοινωνικά δικαιώματα.
Στη συζήτηση που ακολούθησε, τα κύρια ζητήματα ήταν αυτό των εφικτών εναλλακτικών λύσεων και του κατά πόσο οι πολιτικές που ασκούνται υλοποιούν μία συνειδητή στρατηγική. Πολλοί έχουν αποδεχτεί το επιχείρημα του κυρίαρχου λόγου πως προκειμένου να διαφυλαχθεί το μέλλον του κοινωνικού κράτους πρέπει να μειωθούν τα δημοσιονομικά ελλείμματα. Στη Γερμανία υπάρχει μια διάσταση απόψεων στα ανώτερα στρώματα περί του αν πρέπει ή όχι να σωθεί το ευρώ και η ευρωπαϊκή ενοποίηση. Αλλά το θέμα είναι πως η νεοφιλελεύθερη αντίληψη της πολιτικής δεν αφορά μόνο την ΕΕ και τους θεσμούς της, αλλά είναι κοινή σε όλες τις κυβερνήσεις. Με άλλα λόγια, δεν είναι ζήτημα δομής αλλά ιδεολογίας.