Την Κυριακή, 22 Μαΐου, η Αυστρία εξέλεξε τον Πρόεδρό της στον δεύτερο γύρο εκλογών. Τα ποσοστά των δύο υποψηφίων ήταν τόσο κοντά που το εκλογικό αποτέλεσμα ανακοινώθηκε μετά τη λήξη της καταμέτρησης, τη Δευτέρα. Ο νεοφιλελεύθερος, πράσινος, αστός δημοκρατικός υποψήφιος, Αλεξάντερ Βαν ντερ Μπέλεν, βγήκε νικητής στον δεύτερο γύρο με ποσοστό 50,3% έναντι του υποψηφίου του Κόμματος Ελευθερίας (FPÖ) Νόρμπερτ Χόφερ.
Το (FPÖ), ένα δεξιό λαϊκιστικό και αυταρχικό γερμανικό εθνικιστικό κόμμα, με πρώην ηγέτη του τον Γιοργκ Χάιντερ, ιδρύθηκε τη δεκαετία του 1950 ως πολιτικό κόμμα το οποίο συγκέντρωνε πρώην Εθνικοσοσιαλιστές οι οποίοι δεν εγκατέλειψαν ποτέ την παράδοσή τους. Το ποσοστό της εκλογικής συμμετοχής ήταν 73%.
Το γεγονός ότι ένας ακροδεξιός υποψήφιος αποκλείστηκε την τελευταία στιγμή από την προεδρεία προκαλεί ανακούφιση και χαρά, αλλά δεν αποτελεί με κανένα τρόπο λόγο εφησυχασμού. Τώρα, το νέο σύνθημα του FPÖ είναι: «Αν όχι Πρόεδρος, τότε Καγκελάριος». Αυτή η εκλογική αναμέτρηση ανέδειξε μια ποιοτική μετατόπιση στο πολιτικό τοπίο της Δεύτερης Αυστριακής Δημοκρατίας και σχετίζεται με την ευρωπαϊκή συγκυρία. Το πολιτικό σύστημα, όπως το ξέραμε, είναι παρελθόν: για πρώτη φορά, κανένας υποψήφιος από τους Σοσιαλδημοκράτες (SPÖ) ή το συντηρητικό Λαϊκό Κόμμα (ÖVP) δεν πέρασε στο δεύτερο γύρο των εκλογών.
Είναι πιθανό να έχουμε πρόωρες εκλογές στην Αυστρία, πριν από την προβλεπόμενη ημερομηνία το φθινόπωρο του 2018, ενώ οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι το FPÖ μπορεί να είναι το ισχυρότερο κόμμα. Η αλλαγή της ηγεσίας των Σοσιαλδημοκρατών και ο Κεμ, ο νέος καγκελάριος που διαδέχθηκε τον Φέιμαν (ο οποίος παραιτήθηκε στις 9 Μαΐου 2016), προκάλεσαν, προσωρινά, το ενδιαφέρον του εκλογικού σώματος. Όμως, οι αλλαγές αυτές δεν επέφεραν την πολυπόθητη αλλαγή της πολιτικής που θα είναι σε θέση να σταματήσει τις διαρροές των εκλογέων προς την ακροδεξιά.
Ένας Πρόεδρος όπως η Βασίλισσα της Βρετανίας
Το προεδρικό αξίωμα ήταν πάντα ανεξάρτητο από την πολιτική αντιπαράθεση στην Αυστρία. Ο ρόλος του Προέδρου έμοιαζε, παραδοσιακά, με εκείνον της Βασίλισσας της Βρετανίας, αφού είχε μόνο καθήκοντα εκπροσώπησης, όπως για παράδειγμα, την ορκομωσία της κυβέρνησης και την υπογραφή νόμων. Το Κομμουνιστικό Κόμμα (KPÖ) ζητά την κατάργηση του προεδρικού αξιώματος.
Αλλά, ο αυστριακός Πρόεδρος μπορεί να ασκήσει και ορισμένες εξουσίες, όπως: να ανατρέπει την κυβέρνηση και να διορίζει νέο καγκελάριο και νέους υπουργούς, ή να λύει το Κοινοβούλιο. Επίσης, θεωρητικά, έχει την αρχηγία των ενόπλων δυνάμεων της Αυστρίας.
Μια πανευρωπαϊκή τάση
Η άνοδος της ακροδεξιάς στην Αυστρία αποτελεί μέρος μιας πανευρωπαϊκής τάσης. Τροφοδοτείται από τις αυταρχικές επιλογές του Μεγάλου Συνασπισμού για την αντιμετώπιση της κρίσης και από την υιοθέτηση δεξιών ζητημάτων, καθώς και από την αποδοχή και δημοφιλία των δεξιών λαϊκιστών. Έτσι, σχεδόν σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες έχουμε άνοδο της ακροδεξιάς [1].
Το 2000, όταν το FPÖ του Γιοργκ Χάιντερ αναδείχθηκε δεύτερο κόμμα με ποσοστό 26% και εισήλθε στην κυβέρνηση μαζί με το Λαϊκό Κόμμα, υπήρξε διεθνής κατακραυγή, ενώ η ΕΕ επέβαλε ακόμη και κυρώσεις κατά της Αυστρίας. Δεν εκδηλώθηκε, όμως, καμιά κατακραυγή μετά την άνοδο του Όρμπαν στην εξουσία, γιατί το πολιτικό τοπίο είχε ήδη μετατοπιστεί προς τα δεξιά.
Το πρόβλημα: να μην υπάρξει καμιά βιώσιμη αριστερή εναλλακτική λύση
Η μάχη κατά της δεξιάς μπορεί να κερδηθεί μόνο αν η αριστερά παρουσιάσει αξιόπιστες, κοινωνικές και δημοκρατικές εναλλακτικές λύσεις. Στις χώρες της κεντρικής Ευρώπης που έχουν αναδείξει την άκρα δεξιά σε ηγετική δύναμη (στην Ουγγαρία, την Πολωνία, στη Σλοβακία, επίσης, το ακροδεξιό SNS αποτελεί μέρος του κυβερνητικού συνασπισμού), όπως και στην Αυστρία, δεν υπάρχουν κόμματα στα αριστερά των Σοσιαλδημοκρατών και των Πρασίνων που να εκπροσωπούνται στα εθνικά κοινοβούλια.
Στην Αυστρία, η εκλογική εναλλακτική πρόταση ηττήθηκε από τον διάχυτο αντικομμουνισμό και το σύστημα της «Κοινωνικής Συνεργασίας», ένα επιχειρηματικό σύστημα ταξικού συμβιβασμού. Ενώ, αμέσως μετά τον πόλεμο, η δεξιά είχε ήδη επανενταχθεί στο σύστημα.
Κανένα ‘προστατευτικό τείχος’ κατά του υποψηφίου του FPÖ
Μετά από τον πρώτο γύρο των εκλογών, δεν υψώθηκε κάποιο ‘προστατευτικό τείχος’, δεν έγινε καμιά δημοκρατική κινητοποίηση κατά του υποψηφίου του FPÖ, Χόφερ, ο οποίος είναι μέλος μιας γερμανικής εθνικής αδελφότητας που θεωρεί την Αυστρία μέρος του γερμανικού έθνους. Ούτε το SPÖ ούτε το ÖVP, οι υποψήφιοι των οποίων δεν έφτασαν στο δεύτερο γύρο των εκλογών, υποστήριξαν τον Βαν ντερ Μπέλεν. Φαίνεται όμως, ότι κάποια τμήματα και των δύο κομμάτων δεν επιθυμούσαν να στραφούν εναντίον του πιθανού μελλοντικού τους εταίρου. Επιπλέον, πολλοί επιφανείς διανοητές και καλλιτέχνες κάλεσαν τον κόσμο να ψηφίσει τον Βαν ντερ Μπέλεν, ενώ ορισμένοι (πρώην) συντηρητικοί πολιτικοί και κάποιοι επιφανείς Σοσιαλδημοκράτες δήλωσαν ότι θα τον ψήφιζαν. Η αυστριακή αριστερά, του KPÖ συμπεριλαμβανομένου, στήριξε τον πράσινο υποψήφιο.
Ένα νέο ξεκίνημα από την αριστερά
Τώρα, το διακύβευμα για την αυστριακή αριστερά θα είναι να αξιοποιήσει τον εναπομείναντα χρόνο για να ενώσει τις δυνάμεις της και να χτίσει συμμαχίες ώστε να επιφέρει μια αλλαγή στην κοινωνία. Όσοι επιθυμούν τον δίκαιο και προοδευτικό πολιτικό προσανατολισμό πρέπει να εμπλακούν ενεργά σε αυτή τη διαδικασία. Η εκκίνηση μιας εκστρατείας προς αυτή την κατεύθυνση θα δοθεί με ένα μεγάλο συνέδριο της αυστριακής αριστεράς, στις 4 Ιουνίου στη Βιέννη.
[1] Βλ. επίσης, Walter Baier: Reactionary Rebellion http://www.transform-network.net/de/fokus/extreme-und-populistische-rechte/news/detail/Programm/-0209af7471.html and The Resistible Rise of the Far Right in Europe http://www.transform-network.net/en/blog/blog-2016/news/detail/Blog/europe-between-post-democracy-and-pre-fascism.html https://aufbruch.or.at/en/