Το βράδυ της 17ης Σεπτέμβρη, ένας 34χρονος αντιφασίστας, τραγουδιστής του χιπ χοπ μαχαιρώθηκε μέχρι θανάτου από μέλος της νεοναζιστικής Χρυσής Αυγής στο Κερατσίνι, συνοικία του Πειραιά. Η δολοφονία του Παύλου Φύσσα έγινε το εφαλτήριο για καταιγιστικές πολιτικές και δικαστικές εξελίξεις αφού υπήρξε η αφορμή για τις ποινικές διώξεις του νεοναζιστικού κόμματος και των μελών του, τα οποία κατηγορούνται για συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση.
Έξι από τα ηγετικά στελέχη και βουλευτές της Χρυσής Αυγής συνελλήφθησαν, μεταξύ των οποίων και ο αρχηγός τους Νίκος Μιχαλολιάκος, ο οποίος βρίσκεται προφυλακισμένος, καθώς επίσης και δεκάδες άλλα μέλη του κόμματος αλλά και αστυνομικοί που κάλυπταν τις εγκληματικές ενέργειες του κόμματος.
Όλα ξεκίνησαν σε μια καφετέρια του Κερατσινίου όπου ο Φύσσας παρακολουθούσε με την παρέα του έναν ποδοσφαιρικό αγώνα. Μέλη της Χρυσής Αυγής βρίσκονταν επίσης στο χώρο και όταν αναγνώρισαν τον Φύσσα ειδοποίησαν τα διαβόητα «τάγματα εφόδου» ώστε να του επιτεθούν.
Αφού έφυγαν από την καφετέρια, ο Φύσσας και οι φίλοι του , περίπου 50 νεοναζί τους κυνήγησαν . Οι φίλοι του Παύλου κατάφεραν να διαφύγουν, ο ίδιος όμως έμεινε πίσω. Ένα αυτοκίνητο με δύο χρυσαυγίτες σταμάτησε μπροστά του, ο άντρας που οδηγούσε κατέβηκε και τον μαχαίρωσε τρείς φορές, με δύο χτυπήματα στην καρδιά, κάτι που ο ιατροδικαστής χαρακτήρισε «επαγγελματικό χτύπημα».
Όπως προέκυψε από τις μαρτυρίες των αυτόπτων μαρτύρων, ομάδα αστυνομικών της Ομάδας «Δ» έβλεπαν το περιστατικό χωρίς να παρεμβαίνουν μέχρι τη δολοφονία, υποστηρίζοντας πως οι της Χρυσής Αυγής «ήταν πάρα πολλοί για να τους αντιμετωπίσουμε». Λίγο πριν πεθάνει, ο Φύσσας κατάφερε να υποδείξει τον δολοφόνο του, ο οποίος συνελλήφθη αμέσως.
Την επόμενη μέρα, στο Κερατσίνι πραγματοποιήθηκε μεγάλο αντιφασιστικό συλλαλητήριο με τη συμμετοχή όλων των αριστερών κομμάτων και οργανώσεων αλλά και χιλιάδων πολιτών με το αίτημα της άμεσης εξάρθρωσης της νεοναζιστικής οργάνωσης. Σε συμπλοκές και επεισόδια που έγιναν, ομάδες χρυσαυγιτών ως «αγανακτισμένοι πολίτες», βρίσκονταν δίπλα στις δυνάμεις των ΜΑΤ, ρίχνοντας πέτρες στους διαδηλωτές, κάτι που έχει συμβεί αρκετές φορές και στο παρελθόν.
Προμελετημένο σχέδιο
Η δολοφονία του Παύλου Φύσσα λειτούργησε σαν ένα σοκ, χωρίς όμως να πρόκειται για ένα περιστατικό που δεν θα μπορούσε να έχει προβλεφθεί. Μια εβδομάδα πριν, τάγμα εφόδου της Χρυσής Αυγής είχε επιτεθεί και είχε τραυματίσει σοβαρά μέλη του ΚΚΕ και συνδικαλιστές της ναυπηγοεπισκευαστικής ζώνης στο Πέραμα, λίγο πιο μακριά από το Κερατσίνι. Αυτή η επίθεση εντασσόταν στο σχέδιο «εκαθάρισσης» του σωματείου από τους συνδικαλιστές του ΚΚΕ, με τη στήριξη εφοπλιστών και εργολάβων, ενώ υπήρξε απόπειρα ίδρυσης εθνικιστικού σωματείου το οποίο θα λειτουργούσε ως ανάχωμα στις απεργίες και στις κινητοποιήσεις.
«Θα ξεφορτωθούμε τους Κομμουνιστές που οδήγησαν τη ναυπηγοεπισευαστική ζώνη στην παρακμή» είχε δηλώσει ο, προφυλακισμένος πια, βουλευτής της Χρυσής αυγής Γ. Λαγός σε επίσκεψη του στη ζώνη, λίγες μόλις εβδομάδες πριν την επίθεση.
Υπήρχαν επίσης δεκάδες επιθέσεις και τραυματισμοί μεταναστών και αντιφασιστών. Στο Πέραμα, ένα χρόνο νωρίτερα μέλη της Χρυσής Αυγής είχαν τραυματίσει σοβαρά Αιγύπτιους ψαράδες και δολοφόνησαν έναν νεαρό Πακιστανό στο κέντρο της Αθήνας. Οι δολοφόνοι είχαν συλληφθεί και η έρευνα της αστυνομίας απέδειξε πως ήταν μέλη της Χρυσής Αυγής, ωστόσο η επίσημη ανακοίνωση της ΕΛΑΣ καθώς και τα ΜΜΕ «ξέχασαν» να το αναφέρουν.
Επιπλέον, έχουν καταγραφεί ενέδρες και επιθέσεις σε ομοφυλόφιλους, αριστερούς και αναρχικούς.
Η δομή της Χρυσής Αυγής προσιδιάζει σε παραστρατιωτική οργάνωση, ακολουθώντας τα βήματα του NSDAP, το κόμμα του Χίτλερ, με κεντρικό επιχειρησιακό παράγοντα να είναι τα τάγματα εφόδου, στα πρότυπα των Schutzstaffel, των γνωστών SS.
Τα τάγματα εφόδου αποτελούν το επιχειρησιακό τμήμα του κόμματος, έχοντας εξασκήσει τις πρακτικές τους σε μετανάστες. Τα μέλη των ταγμάτων λειτουργούν ως στρατιώτες, με υποχρέωση να φοράνε ειδική στολή και να παίρνουν μέρος σε στρατιωτικές ασκήσεις ακόμα και με όπλα, τα οποία βρίσκονται κρυμμένα σε μυστικές τοποθεσίες.
Στις γραμμές των ταγμάτων εφόδου εντάσσονται ακόμα και ανήλικα παιδιά τα οποία δημιουργούν φασιστικούς πυρήνες στα σχολεία. Αν και οι χρυσαυγίτες στον επίσημο λόγο τους αυτοπροσδιορίζονται ως «πατριώτες» και όχι ναζί, την ίδια στιγμή σε έρευνες στα σπίτια τους έχουν βρεθεί μεταξύ άλλων εικόνες του Χίτλερ και του Γκέρινγκ, αντίτυπα του «Ο Αγών μου» του Χίτλερ, σβάστικες, όπλα, μαχαίρια και δεκάδες άλλα ναζιστικά σύμβολα.
Η θεωρία των δύο άκρων και ο "κρατικός αντιφασισμός"
Αν κοιτάξουμε πίσω, πρίν τη δολοφονία του Φύσσα, θα συνειδητοποιήσουμε πως η αντιμετώπιση που απολάμβανε το νεοναζιστικό κόμμα από την κυβέρνηση και τα ΜΜΕ δεν απείχε πολύ από τον «κρατικό αντιφασισμό» των ημερών μετά τη δολοφονία.
Η κυβέρνηση, προεξέχοντος του Αντώνη Σαμαρά, έχει επίμονα στηρίξει τη «θεωρία των δύο άκρων» βάσει της οποία επιχειρείται η ταύτιση των κοινωνικών κινημάτων, της Αριστεράς και κυρίως του ΣΥΡΙΖΑ με τους νεοναζί και τις εγκληματικές τους ενέργειες, αθωόνοντας με αυτό τον τρόπο τη Χρυσή Αυγή, ώστε να παρουσιαστεί ο ΣΥΡΙΖΑ ως επικίνδυνο και βίαιο κόμμα.
Το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας έχει υιοθετήσει μια ακροδεξία ατζέντα και πολιτική, ιδιαιτέρως κατά των μεταναστών. Οι «κινηματογραφικές» αστυνομικές επιχειρήσεις «σκούπα» στην Αθήνα, το άνοιγμα στρατοπέδων συγκέντρωσης για τους μετανάστες, η αστυνομική βία κατά μεταναστών και αντιφασιστών (να θυμηθούμε τους βασσανισμούς στη ΓΑΔΑ μετά την αντιφασιστική μοτοπορεία στην Πλ. Αμερικής) λείαναν και προετοίμασαν το έδαφος για τους νεοναζί.
Ο επίτροπος για τα ανθρώπινα δικαιώματα, Νιλς Μούιζνιεκς, είχε πρόσφατα υποστηρίξει πως οι δηλώσεις του πρωθυπουργού και του υπουργού δημοσίας τάξης δημιούργησαν ένα αντιμεταναστευτικό κύμα. Ο Αντώνης Σαμαράς είχε δηλώσει πως τα παιδιά ελληνικής καταγωγής δεν μπορούν να μπούν στους παιδικούς σταθμούς εξαιτίας της μεγάλης παρουσίας παιδιών μεταναστών και πως οι Έλληνες θα πρέπει να «ανακαταλάβουν τις γειτονιές από τους μετανάστες». Ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη, Νίκος Δένδιας, είχε υποστηρίξει πως η παρουσία των μεταναστών στην Ελλάδα είναι αντίστοιχη με την εισβολή ξένου στρατού, απλώς χωρίς τη χρήση όπλων. Και αυτές είναι μόνο λίγες από τις περιπτώσεις όπου δηλώσεις και πράξεις κυβερνητικών στελεχών στην πραγματικότητα προκάλεσαν την εγκληματική φασιστική δράση της Χρυσής Αυγής και την ιδεολογική εξάπλωση του φασισμού στην Ελληνική κοινωνία.
Την ίδια στιγμή, στους κόλπους της αστυνομίας δραστηριοποιούνται μέλη της χρυσής αυγής. Οι ισχυροί δεσμοί ανάμεσα στο νεοναζιστικό κόμμα και την αστυνομία αποκαλύφθηκαν και επίσημα μετά τις συλλήψεις αστυνομικών όλων των βαθμίδων, κάτι που φανερώνει την σύνδεση με διάφορους τρόπους.
Η πλειοψηφία των ΜΜΕ έπαιξε επίσης κρίσιμο ρόλο στην ραγδαία άνοδο της Χρυσής Αυγής. Υιοθετόντας την κυβερνητική ατζέντα, προώθησαν τη ρατσιστική και συντηριτική φρασεολογία καθώς επίσης και τη θεωρία των δύο άκρων, παρέχοντας έμεση στήριξη και κάλυψη των εγκληματικών επιθέσεων κατά μεταναστών.
Είναι ενδεικτικός ο τρόπος που τα μέσα αντιμετώπιζαν τα μέλη της Χρυσής Αυγής όταν διοργάνωναν φασιστικές αντιμεταναστευτικές διαδηλώσεις, που κατά κανόνα ακολουθούνταν από ρατσιστικά πογκρόμ. Παρουσιάζονταν ως «αγανακτισμένοι πολίτες» οι οποίοι φιλοξνούνταν σε τηλεοπτικές εκπομπές ανά τακτά χρονικά διαστήματα. Την ίδια στιγμή, τηλεοπτικές εκπομπές και εφημερίδες (μεταξύ αυτών και η πρώτη σε κυκλοφορία εφημερίδα «Πρώτο θέμα») προέβαλλαν τους βουλευτές της Χρυσής Αυγής σχεδόν σαν τηλεαστέρες, ασχολούνταν με την προσωπική τους ζωή σε μια προσπάθεια να τους εμφανίσουν σαν προσιτούς καθημερινούς ανθρώπους, χωρίς καμία αναφορά στις εγκληματικές τους ενέργειες.
Ακόμα και το πρωί μετά τη δολοφονία του Φύσσα, λίγες ώρες αργότερα, ένας από τους μεγαλύτερους τηλεοπτικούς σταθμούς, ο ΣΚΑΙ, προσπάθησε να παρουσιάσει τη δολοφονία ως αποτέλεσμα «συμπλοκής για το ποδόσφαιρο» . Στον ίδιο σταθμό, μια μέρα πριν την επίθεση στο Πέραμα, ο γνωστός δημοσιογράφος Μπάμπης Παπαδημητριου, είχε υποστηρίξει πως « μια πιο σοβαρή Χρυσή Αυγή θα μπορούσε να συμμετάσχει σε μια μελλοντική συγκυβέρνηση». Η περίπτωση του δεξιού – συντηρητικού συνασπισμού με μια «σοβαρή Χρυσή Αυγή» είναι μια προοπτική που πολλοί από τους συμβούλους και συνεργάτες του Α. Σαμαρά είχαν πρόσφατα υποστηρίξει, ακόμα και το βράδυ της δολοφονίας. Οι περισσότεροι από αυτούς έχουν υποστηρίξει αυτή τη λύση ώστε να αποτραπεί ο ενδεχόμενος σχηματισμός μιας κυβέρνησης της Αριστεράς.
Η δολοφονία του Φύσσα ανάγκασε κυβέρνηση και ΜΜΕ σε «τούμπα» της γραμμής τους για τη Χρυσή Αυγή, που έτσι υιοθέτησαν «αντιφασιστική» ατζέντα. Ο κύριος λόγος εντοπίζεται στο ότι ο Π. Φύσσας ήταν Έλληνας και λευκός. Αν ο Παύλος ήταν μετανάστης πολλοί υποστηρίζουν πως ίσως και να μη μαθαίναμε ποτέ για το θάνατο του.
Φαίνεται πως ο κρατικός αντιφασισμός δεν μπορεί, ή δεν επιθυμεί καθόλου, να αντιμετωπίσει το ζήτημα των νεοναζί στη ρίζα του. Η ποινική δίωξη των δολοφόνων είναι κάτι που θα έπρεπε να θεωρείται αυτονόητο. Ωστόσο, με ένα σύστημα που εκκόλαψε το αυγό του φιδιού και εξέθρεψε το φίδι ώστε να χτυπήσει τα κοινωνικά κινήματα και την Αριστερά, είναι αμφίβολο κατά το πόσο έχει ειλικρινή πρόθεση να θέσει τέλος στο φασισμό. Καταλήγοντας, η αντιμετώπιση του φασισμού είναι, όπως ήταν πάντα, υπόθεση του κινήματος, υπόθεση των αντιφασιστών. Η περαιτέρω ενδυνάμωση του αντιφασιστικού κινήματος, το οποίο στην πραγματικότητα ανάγκασε την κυβέρνηση να συλλάβει τους χρυσαυγίτες βουλευτές, είναι ό μόνος τρόπος για να υπάρξουν σταθερές νίκες στο συγκεκριμένο μέτωπο. Μια κυβέρνηση της Αριστεράς θα έχει συνεχές καθήκον να κινείται μαζί με το κίνημα και να εξουδετερώνει το φασισμό, μέσω της θεσμικής και της συνολικής πολιτικής παρέμβασης.