Η πολιτική και κοινωνική κατάσταση στη Γαλλία- με τις πολλές απεργίες, τα κοινωνικά κινήματα και τα έμφορτα ιδεολογίας πολιτικά της ρεύματα – συχνά συναρπάζει τους παρατηρητές εκτός Γαλλίας. Η ζωή μιας κεντρικής προσωπικότητας του γαλλικού σοσιαλιστικού κινήματος, του Ζυλ Γκεντ, ο οποίος είναι ελάχιστα γνωστός εκτός Γαλλίας, μας βοηθά να κατανοήσουμε τις ιδιαιτερότητες της γαλλικής
Η πολιτική και κοινωνική κατάσταση στη Γαλλία- με τις πολλές απεργίες, τα κοινωνικά κινήματα και τα έμφορτα ιδεολογίας πολιτικά της ρεύματα – συχνά συναρπάζει τους παρατηρητές εκτός Γαλλίας. Η ζωή μιας κεντρικής προσωπικότητας του γαλλικού σοσιαλιστικού κινήματος, του Ζυλ Γκεντ, ο οποίος είναι ελάχιστα γνωστός εκτός Γαλλίας, μας βοηθά να κατανοήσουμε τις ιδιαιτερότητες της γαλλικής αριστεράς.
Ο Γκεντ (1845-1922) εισήγαγε τον Μαρξισμό στη Γαλλία και συνέβαλε στην οικοδόμηση του Σοσιαλιστικού Κόμματος στο βόρειο τμήμα της χώρας, όπου η Αριστερά, ο σοσιαλισμός, και αργότερα ο κομμουνισμός, απέκτησαν μεγάλη ισχύ. Πολέμησε ως αλληλέγγυος στην Κομμούνα του Παρισιού του 1871, γνώρισε τον Καρλ Μαρξ προκειμένου να συγγράψει το πρόγραμμα του Γαλλικού Εργατικού Κόμματος το 1880, εξορίστηκε, συναναστράφηκε με τους πιο διάσημους ηγέτες του διεθνούς σοσιαλισμού (Ζαν Ζωρές, Φίλιππο Τουράτι, Βίλελμ Λίμπκνεχτ, … κ.ά.) και τελικά έγινε Υπουργός της Γαλλικής Δημοκρατίας το 1914. Λίγοι αριστεροί έχουν ζήσει μια τόσο μακρά πολιτική ζωή.
Ο Ζυλ Γκεντ και η Κομμούνα
Όπως και για πολλούς άλλους αριστερούς ηγέτες στη Γαλλία, η εμπειρία της Κομμούνας του Παρισιού υπήρξε για αυτόν θεμελιώδης. Το 1871, κατά τη διάρκεια της Κομμούνας, ο Γκεντ ήταν δημοκρατικός, όχι σοσιαλιστής. Μετά τον πόλεμο εναντίον της Γερμανίας (1870/71) ο οποίος έληξε λίγες μόλις ημέρες πριν από την ίδρυση της Κομμούνας, για τον Γκεντ, όπως και για πολλούς άλλους ρεπουμολικανούς, η patrie (πατρίδα) συνιστούσε το μεγαλύτερο ιδανικό. Μέχρι εκείνη την ώρα, τον ενδιέφεραν λιγότερο τα κοινωνικά και οικονομικά προβλήματα. Αλλά η συμπάθεια που είχε εκφράσει για την Κομμούνα επηρέασε τη ζωή του. Όπως πολλοί άλλοι, ο Γκεντ θα τιμωρούνταν για την αλληλεγγύη του απέναντι στους κομμουνάρους, υφιστάμενος και ο ίδιος την καταστολή που ξέσπασε σε όλη τη Γαλλία. Μόλις ένα μήνα μετά την τρομερή καταστολή -τη διαβόητη «semaine sanglante» (αιματηρή εβδομάδα) τον Μάιο του 1871, κατά την οποία εκτελέστηκαν χιλιάδες κομμουνάροι -ο Γκεντ καταδικάστηκε σε φυλάκιση πέντε ετών. Οι κατηγορίες εναντίον του ήταν, μεταξύ άλλων, επιθέσεις και προσβολές κατά της Εθνοσυνέλευσης που παρακινούσαν σε εκδηλώσεις μίσους και περιφρόνησης για την κυβέρνηση, υποστήριξη πράξεων που είχαν επίσημα χαρακτηριστεί εγκλήματα και υποκίνηση εμφυλίου πολέμου. Ο Γκεντ είχε ταχθεί αποφασιστικά με τους εχθρούς της νέας τάξης, μιας τάξης που αποδεχόταν τη Δημοκρατία μόνο στα λόγια και περιφρονούσε όλα όσα είχαν να κάνουν με το κοινωνικό («la Sociale») το οποίο ταυτίστηκε με την Κομμούνα. Μετά τον Ιούνιο του 1848, που στιγματίστηκε από τη βίαιη καταστολή της εξέγερσης των εργατών, ο Μάιος του 1871 επιβεβαίωνε -για πολλούς σοσιαλιστές- τη ρήξη μεταξύ της εργατικής τάξης και του αστικού κόσμου που ήταν πλέον δυο κόσμοι ασύμβατοι. Ήταν η στιγμή που γεννιόταν ένα διαρκές αίσθημα δυσπιστίας απέναντι στη Δημοκρατία: μήπως το 1871, όπως και το 1848, δεν ήταν οι «republicains» εκείνοι που αιματοκύλησαν τους επαναστάτες; Ο Ζυλ Γκεντ σύντομα θα γινόταν μια από τις πιο διάσημες ενσαρκώσεις της απογοήτευσης απέναντι στην «αστική Δημοκρατία».
Ένα γεγονός που έχει σημασία για την κατανόηση της δημοφιλίας του και της απήχησής του στους ακτιβιστές είναι ότι, σε αντίθεση με τον Ζαν Ζωρές, τον δεύτερο μεγάλο ηγέτη του γαλλικού σοσιαλισμού -λαμπρό φοιτητή της École Normale Supérieure και καθηγητή πανεπιστημίου που είχε λίγα προβλήματα με τις αρχές-, ο Γκεντ δεν διέθετε την ίδια καταγωγή με τις ελίτ των ρεπουμπλικανών. Ήταν ένας επαγγελματίας επαναστάτης. «Να οικοδομήσουμε τον σοσιαλισμό και μόνο τον σοσιαλισμό»- η παραπάνω διατύπωση του Γκεντ συνοψίζει γλαφυρά τη στάση του εκείνα τα χρόνια.
Αργότερα, στο τέλος του 19ου αιώνα, η στάση που τήρησε στην υπόθεση Ντρέιφους (affaire Dreyfus), ήταν σημαίνουσα: ήταν όταν η Γαλλία διχάστηκε λόγω της καταδίκης ενός αξιωματικού του στρατού, του Αλφρέντ Ντρέιφους, που κατηγορήθηκε για εσχάτη προδοσία, αλλά στην ουσία, επειδή ήταν Εβραίος. Ο Γκεντ αρνήθηκε να υπερασπιστεί τον Ντρέιφους, όχι επειδή ήταν Εβραίος -ορισμένοι οπαδοί του ήταν αντισημίτες, όχι όμως ο ίδιος- αλλά κυρίως επειδή ήταν στρατιωτικός. Για τον Γκεντ, ένας σοσιαλιστής δεν μπορεί να υπερασπίζεται το «αστικό κράτος», ένα από τα κύρια συστατικά του οποίου είναι ο στρατός που πυροβολεί τους εργάτες. Έτσι ο Γκεντ εμφανιζόταν ως αυθεντικός σοσιαλιστής απέναντι σε άλλους που πόνταραν στον προοδευτικό εκδημοκρατισμό της Γαλλικής Δημοκρατίας: τι νόημα έχει να υπερασπιζόμαστε μια «αστική Δημοκρατία» που αιματοκυλά τους εργάτες; Ο επαγγελματικός στρατός της Γαλλίας ήταν ο ίδιος που είχε συντρίψει την Κομμούνα του Παρισιού το 1871. Και για τον Γκεντ και πολλούς συντρόφους της γενιάς του, αυτό είχε μεγάλη σημασία. Πάνω απ’ όλα έμπαινε η ταξική πάλη.
Η ταυτότητα της Αριστεράς
Το λεξιλόγιο της «ταξικής πάλης» ως μέσο κατανόησης του κοινωνικού κόσμου, ένα λεξιλόγιο που εξακολουθεί να υφίσταται στη γαλλική πολιτική φαντασία, μιας και ήταν παρόν και στις πρόσφατες πολιτικές κρίσεις -βλ., για παράδειγμα, το κίνημα των κίτρινων γιλέκων (Gilets jaunes) πριν από δύο χρόνια- εξαπλώθηκε συστηματικά από τον Γκεντ και τους οπαδούς του στα τέλη του 19ου αιώνα. Γύρω απ’ αυτόν, υπήρχε ένα ολόκληρο σύμπαν: ακτιβιστές εργάτες, συνδικάτα και συνεταιρισμοί προσδεδεμένοι στο κόμμα. Σε ορισμένες περιοχές, τον υποστήριζαν και χωρικοί και μικροί γαιοκτήμονες. «Γκεντισμός» ονομάστηκε ο συνδυασμός της επαναστατικής φρασεολογίας με κοινωνικές και πολιτικές πρακτικές που συχνά ήταν πολύ ρεαλιστικές. Ο Γκεντ και οι οπαδοί του εργάζονταν για μια νέα επανάσταση, ταυτόχρονα όμως ήθελαν να αυξήσουν την επιρροή τους όπου μπορούσαν, ακόμη και μέσω συμμαχιών με πολύ μετριοπαθείς αριστερούς. Εδώ συναντούμε ένα στοιχείο που είναι κομβικό για την κατανόηση της γαλλικής πολιτικής ζωής μέχρι τις πρόσφατες εκλογές του Μαρτίου/Ιουνίου 2020: οι σοσιαλιστές και οι κομμουνιστές μπορεί να μην είχαν ποτέ ικανοποιητικά εκλογικά ποσοστά σε εθνικό επίπεδο στη Γαλλία, αλλά κρατούσαν γερά στις πόλεις, εξ’ου και τα καλά αποτελέσματά τους στις δημοτικές εκλογές. Αυτός ο «κοινοτισμός», όπως ονομαζόταν τη δεκαετία του 1890, εξακολουθεί να είναι πολύ σημαντικός ακόμη και σήμερα.
Είναι «οπορτουνιστική» μια τέτοια στρατηγική; Είναι πολύ πιο περίπλοκο. Πρώτα απ’ όλα, ο Γκεντ και οι υποστηρικτές του, ενώ επαναλάμβαναν ότι μόνο η επανάσταση και ο σοσιαλισμός μπορούν να αλλάξουν ριζικά τα πράγματα, συμμετείχαν στη διαδικασία ανάπτυξης των δημόσιων υπηρεσιών σε τοπικό επίπεδο. Αυτό το επίπεδο διακυβέρνησης (κοινοτική διοίκηση) αποτελεί κληρονομιά της Κομμούνας του Παρισιού και είναι πολύ σημαντικό για τους σοσιαλιστές: η Κομμούνα φαίνεται να είναι πολύ πιο δημοκρατική από το κεντρικό κράτος. Ο Γκεντ έχει διατηρήσει ζωντανή την εξής πολιτική παράδοση: οι εκλογές είναι σημαντικές, αλλά αυτό που μετράει κυρίως για μια ισχυρή πολιτική Αριστερά, είναι η ύπαρξη ενός εργατικού κόμματος με τις κόκκινες σημαίες του, τα τραγούδια του, τα συνέδριά του, τις μεγάλες διαδηλώσεις του … Με μια λέξη: η ταυτότητά του. Αυτή είναι η κληρονομιά του Γκεντ στην πολιτική ιστορία της Γαλλίας. Θα βρούμε αυτά τα χαρακτηριστικά, για παράδειγμα, στην ιστορία του Κομμουνιστικού Κόμματος Γαλλίας (PCF), το οποίο ήταν επί μακρόν το ισχυρότερο εργατικό κόμμα στη Γαλλία (μεταξύ του 1945 και του 1980): ένα συνδυασμό συμμαχιών και διαχείρισης, αλλά με πολύ έντονη επαναστατική ρητορική. Όσον αφορά στο Σοσιαλιστικό Κόμμα, που ήταν το πιο ισχυρό κόμμα της γαλλικής Αριστεράς μέχρι πρόσφατα, πρέπει να σημειωθεί ότι είχε πάντα μια ισχυρή αριστερή πτέρυγα η οποία χρησιμοποιούσε ένα έντονα μαρξιστικό λεξιλόγιο. Και αυτό είναι κληρονομιά του Ζυλ Γκεντ.
Σε περιόδους πολιτικών κρίσεων, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι ανησυχίες για την πολιτική ταυτότητα θα επανεμφανιστούν. Ο αναστοχασμός πάνω στην ιστορία ενός ανθρώπου όπως ο Ζυλ Γκεντ παρουσιάζει κάτι περισσότερο από ιστορικό ενδιαφέρον: μας επιτρέπει να καταλάβουμε πώς μια ιδεολογία δομείται μέσω συγκεκριμένων πολιτικών μορφών. Μια πολιτική ταυτότητα που δεν θα ήταν κατανοητή αν δεν υπήρχαν τα ίχνη που άφησε η Κομμούνα του Παρισιού.