200 εκατομμύρια άνθρωποι θα αναγκαστούν να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους τα επόμενα 30 χρόνια αν η κλιματική αλλαγή συνεχιστεί με τον ίδιο ρυθμό.
Η αντασφάλιση έχει στόχο να προστατεύσει τις ασφαλιστικές εταιρείες από τον κίνδυνο γεγονότων μεγάλης κλίμακας, δηλαδή από φυσικές καταστροφές όπως πλημμύρες, σεισμοί και πυρκαγιές δασών. Προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι η επιχειρηματική δραστηριότητα στον τομέα της αντασφάλισης θα παραμείνει επικερδής, είναι απολύτως αναγκαίο να υπολογιστούν όλοι οι τύποι κινδύνων και κερδοφορίας με τον μέγιστο βαθμό ακριβείας. Ο μεγαλύτερος αντασφαλιστής στον κόσμο είναι η εταιρεία Munich RE της οποίας οι επιστημονικές προβλέψεις θεωρούνται εξαιρετικά ακριβείς. Εδώ και πολλά χρόνια, οι αναλυτές της εταιρείας εξετάζουν τις πιθανές επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, με τον διευθυντή της Νικολάους φον Μπόμχαρντ να κάνει πρόσφατα την ακόλουθη δήλωση για τον μεγάλο αριθμό προσφύγων και το αναμενόμενο φαινόμενο των κλιματικών προσφύγων: “Φοβάμαι ότι όσα έχουμε δει μέχρι τώρα είναι απλώς η κορυφή του παγόβουνου. Αυτή τη στιγμή που μιλάμε, υπάρχουν περίπου 60 εκατομμύρια πρόσφυγες που μετακινούνται σε όλα τα μέρη της γης. Αυτός ο αριθμός θα αυξηθεί αν ο κόσμος δεν καταφέρει να περιορίσει τον αυξανόμενο αριθμό συγκρούσεων σε ένα μεγάλο αριθμό χωρών και αν η διαδικασία κλιματικής αλλαγής συνεχίζεται αμείωτη. Η κλιματική αλλαγή μπορεί να γίνει μια από τις κύριες αιτίες της μελλοντικής μετανάστευσης” (Der Spiegel, 24/10/15).
Ο Αντόνιο Γκουτιέρες, Ύπατος Αρμοστής των Ηνωμένων Εθνών για τους πρόσφυγες, έχει προβλέψει ήδη από το 2009 στην Παγκόσμια Διάσκεψη για το Κλίμα, που έγινε στην Κοπεγχάγη, ότι δεν θα αργήσει ο καιρός που η κλιματική αλλαγή θα γίνει η κύρια αιτία της ανθρώπινης μετανάστευσης. Σύμφωνα με την Greenpeace, σήμερα περισσότερα από 20 εκατομμύρια άνθρωποι προσπαθούν να αντιμετωπίσουν τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής δραπετεύοντας από διάφορους τόπους. Δεδομένου ότι κατηγοριοποιούνται ως κλιματικοί μετανάστες με αποτέλεσμα να μην ανταποκρίνονται στα κριτήρια της Σύμβασης της Γενεύης για τους Πρόσφυγες, δεν περιλαμβάνονται στις στατιστικές για τους πρόσφυγες της Ύπατης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών. Όμως, οι αιτίες που αναγκάζουν τους ανθρώπους να φεύγουν από τον τόπο τους συχνά αλληλοεπικαλύπτονται και συνδέονται στενά μεταξύ τους. Ο Γκερντ Μίλερ, υπουργός οικονομικής συνεργασίας και ανάπτυξης της Γερμανίας, αναφέρθηκε πρόσφατα στο πρόβλημα, δηλώνοντας τα εξής: “Λίγοι άνθρωποι γνωρίζουν ότι από το 2006 μέχρι το 2011 η Συρία υπέστη τη χειρότερη ξηρασία των τελευταίων 100 ετών της ιστορίας της. Οι εμπειρογνώμονες σε θέματα της συγκεκριμένης περιοχής υποστηρίζουν ότι αυτή η ξηρασία έριξε κι άλλο λάδι στη φωτιά της συριακής πολιτικής κρίσης” (Handelsblatt, 1/11/15).
Σύμφωνα με τις απόψεις του συνταγματολόγου Ράϊνχαρτ Μέρκελ, είναι εξαιρετικά επείγον να διευκρινιστεί το νομικό καθεστώς αυτών των πρόσθετων κλιματικών μεταναστών. Είναι αναπόφευκτο ότι ο αριθμός αυτών των μεταναστών είναι τόσο μεγάλος που όταν γίνει γνωστός θα είναι αδύνατο στα πλουσιότερα κράτη να τους αγνοήσουν. Για να μην αναφέρουμε το γεγονός ότι αυτά τα κράτη έχουν ηθική υποχρέωση να αναλάβουν την ευθύνη, καθώς ένας από τους παράγοντας με τη μεγαλύτερη συμβολή στην κλιματική κρίση είναι το αποτέλεσμα του “αμερικανικού τρόπου ζωής”. Το 2009 σε έκθεση που υπέβαλε στη Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών, ο Γραμματέας τους Μπαν Κι Μουν κατέθεσε τις προβλέψεις της επιστημονικής κοινότητας για τον αναμενόμενο αριθμό κλιματικών προσφύγων: οι προβλέψεις κυμαίνονται μεταξύ 50 και 350 εκατομμυρίων το έτος 2050 (Frankfurter Allgemeine Zeitung, 27/09/15). Παρόμοια είναι τα αποτελέσματα μελέτης της Greenpeace. Σύμφωνα με αυτήν, 200 εκατομμύρια άνθρωποι θα αναγκαστούν τα επόμενα 30 χρόνια να εγκαταλείψουν τις εστίες τους αν συνεχιστεί ο ίδιος ρυθμός κλιματικής αλλαγής. (Ο Γκερντ Μίλερ ισχυρίζεται επίσης ότι “οι ειδικοί αναμένουν πως θα υπάρξουν 200 εκατομμύρια κλιματικοί πρόσφυγες σε όλο τον κόσμο”. “Το θέμα της κλιματικής αλλαγής καταδεικνύει την ύπαρξη μιας διπλής αφόρητης αδικίας”, εξηγεί ο Αντρέ Μπόλινγκ, ειδικός για θέματα κλιματικής αλλαγής της Greenpeace. “Ενώ οι πιο φτωχοί στον κόσμο, εκείνοι που έχουν συμβάλλει ελάχιστα στην παγκόσμια υπερθέμανση, θα είναι στην πρώτη γραμμή του πυρός όταν αυξηθεί η θερμοκρασία, τα αναπτυγμένα βιομηχανικά έθνη συνεχίζουν να αρνούνται την ύπαρξη κλιματικών προσφύγων, χρησιμοποιώντας αντίθετα την υπάρχουσα νομοθεσία για τους πρόσφυγες για να αποφύγουν το πρόβλημα”
Σε τραγική κατάσταση
Και το θέμα δεν σταματά εδώ. Τα πλούσια κράτη δεν ορθώνουν απλώς φράγματα για να αντιμετωπίσουν την επερχόμενη εισροή προσφύγων. Ετοιμάζουν, ταυτόχρονα, την άμυνά τους όταν πρόκειται για την αύξηση της στάθμης της θάλασσας που επίσης προβλέπεται να συμβεί. Οι επιστήμονες στην Ολλανδία εργάζονται εντατικά με στόχο να αναπτύξουν ένα νέο σύστημα φραγμάτων και χρησιμοποιούν τεράστιες κυματικές μηχανές για να ελέγξουν αν τα υπάρχοντα φράγματα έχουν την ικανότητα να αντιμετωπίσουν την πρόκληση της αύξησης της στάθμης της θάλασσας και την χειρότερη πλημμύρα που συνέβη στη χώρα τα τελευταία χίλια χρόνια. Ο μισός πληθυσμός της Ολλανδίας ζει κάτω από την στάθμη της θάλασσας. Μια κυματική μηχανή κοστίζει 25 δισεκατομμύρια ευρώ και η Ολλανδία έχει επενδύσει αμέτρητα δισεκατομμύρια σε θαλάσσια φράγματα μετά τις καταστροφικές πλημμύρες του 1953. Υπάρχουν επίσης επενδυτικά σχέδια άνω των 100 δισεκατομμυρίων ευρώ για την προστασία των ακτών μέχρι το 2100 (βλ. Süddeutsche Zeitung, 31/10/15).
Μέτρα τέτοιους μεγέθους ξεπερνούν τις δυνατότητες μιας χώρας τόσο ακραία φτωχής όσο το Μπανγκλαντές, με έναν πληθυσμό 160 εκατομμυρίων και ένα ετήσιο ΑΕΠ 113 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Ο πληθυσμός του Μπανγκλαντές θα βρεθεί σε τραγική κατάσταση αν συνεχιστούν οι καταστροφικές επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής. Εφόσον η στάθμη της θάλασσας αυξηθεί κατά ένα μέτρο, θα πλημμυρίσει το 17% των εκτάσεων γης της χώρας. Δεν είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς την κλίμακα της προσφυγικής κρίσης που θα μπορούσε να πυροδοτήσει μια τέτοια εξέλιξη.
Παρά αυτήν την πολύ ανησυχητική πρόβλεψη, δεν υπάρχει ένδειξη ότι θα υπάρξει κάποια σημαντική πρόοδος στη φετινή Διάσκεψη της Κλιματικής Αλλαγής στο Παρίσι. Ακόμα και η προηγηθείσα Διάσκεψη των G20 στην Αντάλια συμφώνησε μόνο σε κάποιες ισχνές δεσμεύσεις για την κλιματική προστασία. Το Παρίσι είναι μια από τις τελευταίες ευκαιρίες να υπάρξει συμφωνία για ριζικές λύσεις και δράσεις που θα μας επιτρέψουν να παραμείνουμε κάτω από το κατώφλι του 2%.
Όμως, προς το παρόν φαίνεται ότι τα πράγματα εξελίσσονται διαφορετικά. Με το βλέμμα στραμμένο στη Διάσκεψη του ΟΗΕ στο Παρίσι, η Deutsche Bank ανέλαβε να καθησυχάσει τους επενδυτές πετρελαίου που ανησυχούν για τη φούσκα του άνθρακα (μια κερδοσκοπική φούσκα που οφείλεται στην αδυναμία επίτευξης του συμφωνημένου στόχου των δύο βαθμών, ενώ συνεχίζεται η εκμετάλλευση των υφιστάμενων ορυκτών καυσίμων) που οφείλεται στις “φιλόδοξες κλιματικές πολιτικές”, εκδίδοντας την εξής ανακοίνωση: “Ποια είναι η αλήθεια που κρύβεται πίσω από τη φούσκα του άνθρακα;”. Πόσο μεγάλος είναι ο κίνδυνος να πέσει δραματικά η αξία των παραδοσιακών εταιρειών ενέργειας εξ αιτίας μιας φιλόδοξης αλλαγής των κλιματικών πολιτικών; Υπάρχουν πολλοί λόγοι για τους οποίους οι επενδυτές θα μείωναν το μερίδιό τους στις επενδύσεις των “εταιρειών ενέργειας που βασίζονται στα ορυκτά καύσιμα” (ή να τις μηδενίσουν), προχωρώντας σε άλλες επενδυτικές επιλογές. Όμως, μια φιλόδοξη, αξιόπιστη και διεθνώς αναγνωρισμένη συμφωνία για την κλιματική αλλαγή και μια μικρότερη παγκόσμια ζήτηση για ορυκτά καύσιμα δεν περιλαμβάνονται σ’ αυτούς τους λόγους. Σε ένα τέτοιο περιβάλλον είναι απίθανο να υπάρξει μια φούσκα άνθρακα […]”. Ένας κυνικός ισχυρισμός, ειδικά αν ληφθούν υπόψη οι καταστροφικές επιπτώσεις της τρέχουσας πολιτικής για το κλίμα.
Η τελευταία λέξη ανήκει στον Μπόμχαρντ, επικεφαλής της Munich RE, ο οποίος σε πρόσφατη συνέντευξή του στο γερμανικό περιοδικό Der Spiegel (24/10/15) είπε τα εξής: “Μια παγκόσμια κλιματική συμφωνία με δεσμευτικούς στόχους μείωσης του CO2 θα έχουν πολύ σοβαρότερες επιπτώσεις στον μελλοντικό αριθμό των μεταναστών που έρχονται στην Ευρώπη από ότι ένας νέος συνοριακός φράκτης ή τα σκάφη περιπολίας στη Μεσόγειο. Γι αυτό το λόγο το Παρίσι μπορεί και πρέπει να στείλει ένα θετικό μήνυμα. Το κρίσιμο εν τέλει δεν είναι τόσο οι δεσμεύσεις στα χαρτιά, αλλά οι πραγματικές πολιτικές πράξεις. Γενικώς, τα προβλήματα προκαλούνται από μυωπικές πολιτικές. Είναι δύσκολο στους πολιτικούς να σχεδιάζουν και να δρουν έχοντας έναν ορίζοντα πέραν της κοινοβουλευτικής τους θητείας. Πρέπει, όμως, να αντιμετωπίσουν τις βασικές αιτίες της μετανάστευσης με έναν οριστικό τρόπο και η κλιματική αλλαγή είναι μία από αυτές τις αιτίες”.
Μετάφραση : Βερόνικα Πέτερσειγ
Αρχικά δημοσιεύτηκε στα γερμανικά στις 23 Νοεμβρίου στο: http://isw-muenchen.de/2015/11/klimafluechtlinge-werden-zum-haupttreiber-kuenftiger-migration/
Μετάφραση: Καλλιόπη Αλεξοπούλου