Αυξάνονται οι ανησυχίες για την παγκόσμια κατάσταση. Νομίζω πως είμαστε όλοι ανήσυχοι. Εδώ και πολύ καιρό, αισθανόμαστε ότι «κάτι πήγε στραβά». Όμως, είναι ιδιαίτερα ανησυχητικό το γεγονός ότι η Ευρώπη αποτελεί στις μέρες μας το κύριο σημείο ανάφλεξης.
Στο παρελθόν λέγαμε, και το πιστεύω ακόμη, ότι η Ευρώπη πρέπει να αποτελέσει την κινητήρια δύναμη για τη δημιουργία ενός νέου παγκοσμιοποιημένου κόσμου ο οποίος θα είναι ασφαλής, δίκαιος και σταθερός.
Όμως, στην καρδιά της ηπείρου μας, γινόμαστε μάρτυρες της συνέχισης της αιματηρής κρίσης στην Ουκρανία που έχει στοιχίσει χιλιάδες ζωές. Στη Γαλλία και σε άλλες χώρες, βιώσαμε απάνθρωπες τρομοκρατικές επιθέσεις. Οι σχέσεις μεταξύ της Ρωσίας και της Δύσης επιδεινώθηκαν δραματικά και οι οικονομικοί δεσμοί που χρειάστηκαν δεκαετίες για να οικοδομηθούν έχουν σπάσει. Στη θέση του διαλόγου εφαρμόζονται ποινές. Μια νέα κούρσα εξοπλισμών ξεκίνησε. Οι εξοπλιστικές δαπάνες αυξάνονται και στην Ευρώπη αναπτύσσονται όλο και περισσότερα στρατεύματα.
Μέχρι στιγμής, καμιά κυβέρνηση δεν κατάφερε να προτείνει ένα πειστικό τρόπο εξόδου από την κρίση που επηρεάζει τις ζωές όλων μας. Πρέπει να παραδεχτούμε ότι στην Ευρώπη και στο σύνολο του κόσμου, έχουμε έλλειμμα νέων πολιτικών ιδεών. Οι παλιές πολιτικές μέθοδοι δεν λειτουργούν. Χρειαζόμαστε μια νέα πολιτική. Η οποία πρέπει να ξεκινήσει από την Ευρώπη, την Ευρύτερη Ευρώπη, και να περιλαμβάνει, φυσικά, και τη Ρωσία.
Τέλος, είναι απαραίτητο να αναβιώσουμε και να υλοποιήσουμε το όραμα για μια εγγυημένη κοινή ευρωπαϊκή ασφάλεια. Κάποιες προσπάθειες έχουν γίνει στο παρελθόν: ας θυμηθούμε την Τελική Πράξη του Ελσίνκι και τη Χάρτα του Παρισιού. Ωστόσο, καμιά από αυτές τις πρωτοβουλίες δεν ολοκληρώθηκε/επέφερε καρπούς.
Ως εκ τούτου, σήμερα στην Ευρώπη έχουμε δυο συστήματα ασφάλειας. Αφενός, τον πανευρωπαϊκό ΟΑΣΕ ο οποίος είναι ανίσχυρος και δεν ασκεί καμιά επιρροή και αφετέρου, το ΝΑΤΟ που διαθέτει ισχυρά όπλα και ένα σύνολο στρατιωτικών βάσεων αλλά εξυπηρετεί μόνο τα συμφέροντα των κρατών μελών του. Αυτό συνιστά ξεκάθαρα μια σημαίνουσα ανισορροπία η οποία εμποδίζει την πραγματική ενοποίηση της Ευρύτερης Ευρώπης.
Επί των ημερών του Χανς Ντίτριχ Γκένσερ, του Φρανσουά Μιτεράν και εμένα, ζητήσαμε τη συγκρότηση/ίδρυση/θέσπιση ενός «Συμβουλίου Ασφαλείας» (ή «Διευθυντηρίου Ασφάλειας») αποκλειστικά ευρωπαϊκού, με τη μεταβίβαση σε αυτό των απαραίτητων εξουσιών. Ωστόσο, μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, οι δυτικοί ηγέτες αποφάσισαν μάλλον ότι μπορούσαν να το συγκροτήσουν και χωρίς αυτήν και έσπευσαν να θάψουν εκείνα τα σχέδια.
Αποδεικνύεται σήμερα ότι ήταν μια κοντόθωρη απόφαση, για να το πω με ήπιο τρόπο. Μια από τις συνέπειες αυτής της απερισκεψίας είναι η σημερινή έλλειψη κάποιων πανευρωπαϊκών μοχλών που θα βοηθούσαν στην επίλυση της ουκρανικής κρίσης. Και αισθανόμαστε απελπισία μπροστά στο αδιέξοδο.
Στην πραγματικότητα δεν είναι έτσι. Αν οι κυβερνήσεις απέτυχαν μέχρι σήμερα να βρουν μια κοινή γλώσσα, αυτό δεν σημαίνει ότι τίποτα δεν μπορεί να αλλάξει. Και στην Ευρώπη και στον υπόλοιπο κόσμο, υπάρχουν δυνάμεις που έχουν συναίσθηση της ευθύνης τους και επιθυμούν να βρουν διεξόδους, δηλαδή τρόπους για να κόψουν αυτόν το Γόρδιο δεσμό.
Υπάρχουν και σύγχρονοι πολιτικοί ηγέτες και πρώην κυβερνητικοί που χαίρουν υψηλής εκτίμησης σε εθνικό και σε διεθνές επίπεδο –τους αποκαλούμε «βετεράνους της παγκόσμιας πολιτικής». Οι άνθρωποι αυτοί είναι και μέλη της κοινωνίας των πολιτών: κοινωνικοί ακτιβιστές, αναγνωρισμένοι πανεπιστημιακοί και εξέχουσες προσωπικότητες από το χώρο του πολιτισμού.
Δεν έχουμε και πολύ καιρό για χάσιμο
Πολλοί από αυτούς έχουν εκφράσει δημόσια την ανησυχία τους. Θα ήθελα να αναφέρω σαν παράδειγμα, μια δήλωση εξήντα πολιτικών, δημοσίων προσώπων και προσωπικοτήτων από το χώρο του γερμανικού πολιτισμού, η οποία δημοσιοποιήθηκε με τον εκφραστικό τίτλο: «Άλλος ένας πόλεμος στην Ευρώπη; Όχι στο όνομά μας!» Στις αρχές του 2016, ο Γκεβγκένι Πρίμακοφ, πρώην επικεφαλής της Ρωσικής Κυβέρνησης που έχει πεθάνει, εξέφρασε την αγωνία του με δύναμη και πολύ συναισθηματισμό και έκανε έκκληση για επιστροφή στο δρόμο του διαλόγου.
Σήμερα υπάρχουν κάποια σημάδια διαλόγου μεταξύ Ρωσίας και ΗΠΑ. Ο διάλογος δεν μπορεί παρά να είναι ευπρόσδεκτος, μιας και εν πολλοίς εξαρτάται από τις δυο αυτές χώρες. Παρόλα αυτά, δεν αλλάζει τη συνολική εκτίμηση της κατάστασης. Η οποία είναι τόσο ασταθής και επικίνδυνη που πρέπει να παραδεχτούμε ότι δεν έχουμε και πολύ χρόνο για χάσιμο. Η στιγμή της αλήθειας έφτασε. Πρέπει να δράσουμε άμεσα και αποφασιστικά.
Το πρώτο και πιο επείγον βήμα θα πρέπει να είναι η αποφασιστική αποστρατιωτικοποίηση της ουκρανικής σύγκρουσης. Στην Ουκρανία πρέπει να διαταχθεί η άρση πυρών και να προχωρήσουμε στο στάδιο της διαπραγμάτευσης. Μπορεί να είναι μια δύσκολη, παρατεταμένη διαδικασία. Μίλησα κάποτε γι’ αυτό με τη γερμανίδα Καγκελάριο Άγκελα Μέρκελ και της είπα τη γνώμη μου. Οι εμπλεκόμενοι πρέπει να προσέλθουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων και να μείνουν μέχρις ότου επιτευχθεί συμφωνία.
Ένα άλλο βήμα που πρέπει να γίνει είναι η παύση του «λεκτικού πολέμου», ή για να το πω πιο απλά, της αμοιβαίας υποκίνησης της εχθρότητας και του μίσους. Σήμερα, ο πόλεμος προπαγάνδας έχει πάρει τόσο πρωτόγνωρες διαστάσεις που, μερικές φορές, η προπαγάνδα που ασκείται μπορεί να παρομοιαστεί, με όρους ζημίας, με όπλο μαζικής καταστροφής.
Ένα Κογκρέσο για το Ευρωπαϊκό Δημόσιο
Οι κρατικοί ηγέτες πρέπει να υπερβούν τις όποιες προσωπικές τους αντιπαλότητες. Ας πάρουμε το παράδειγμα των πολιτικών ηγετών της περιόδου μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου: αυτοί που κάποτε ήταν φανατικοί αντίπαλοι ανέπτυξαν σταδιακά αμοιβαία κατανόηση και στη συνέχεια εμπιστοσύνη. Αυτό διευκόλυνε τη λήψη αποφάσεων στα πιο δύσκολα προβλήματα.
Δεύτερον, η Ρωσία και η Δύση πρέπει να ξαναπάρουν στα χέρια τους την παγκόσμια ατζέντα όσο το δυνατόν πιο γρήγορα και να ξεκινήσουν και πάλι την αναζήτηση κοινών λύσεων στα προβλήματα του 21ου αιώνα. Η αποτελεσματικότητα των κοινών προσπαθειών θα εξαρτηθεί κυρίως από την ιεράρχηση των προβλημάτων.
Και η κοινωνία των πολιτών πρέπει να αναλάβει τον δικό της ρόλο. Πιστεύω πως θα ήταν χρήσιμο να συγκληθεί ένα Κογκρέσο/Συνέδριο του ευρωπαϊκού δημοσίου με θέμα: «Οι τρόποι οικοδόμησης ενός εγγυημένου πλαισίου ασφάλειας για την ήπειρό μας». Ανάμεσα στους ιδρυτές του θα μπορούσαν να είναι και «βετεράνοι της παγκόσμιας πολιτικής» και άνθρωποι από τις νεότερες γενιές.
Civil society has also a role to play. I think it would be useful to convene a Congress of the European Public themed “Ways to build a guaranteed security framework for our continent”. The initiators could include both “world politics veterans” and the younger generation of Europeans.
Το παραπάνω άρθρο ήταν ένα μήνυμα που απευθυνόταν σε όσους συμμετείχαν στο διεθνές συνέδριο με τίτλο Η κοινή ευρωπαϊκή ασφάλεια μετά τον Ψυχρό Πόλεμο: Ποιες θα είναι οι λύσεις απέναντι στα νέα προβλήματα; που οργανώθηκε στην Πράγα στις 16 και 17 Σεπτεμβρίου 2016 από το New Policy Forum, σε συνεργασία με το τσεχικό ίδρυμα Iron Curtain Foundation και το ιταλικό Fondazione Italiani.