Σκοπός της επισκόπησης είναι να ρίξουμε μια σύντομη ματιά στην πολιτική και οικονομική κατάσταση της Κροατίας & να τονίσουμε το ρόλο που μπορεί να διαδραματίσει η Ευρωπαϊκή Αριστερά στον εντοπισμό των προβλημάτων που οφείλονται στην πολιτική& οικονομική ασυμμετρία που υπάρχει του μεταξύ ευρωπαϊκού κέντρου και της ευρωπαϊκής περιφέρειας.
Έχουν περάσει 28 χρόνια από την εποχή της μετάβασης από το σοσιαλισμό στον καπιταλισμό, και η Κροατία βρίσκεται ακόμη στα μετόπισθεν της Ευρώπης. Η χώρα έχει υποστεί εκτεταμένη αποβιομηχάνιση, με μεγάλους αριθμούς ανέργων και ακόμη μεγαλύτερους επισφαλώς εργαζόμενων. Το 10% του πληθυσμού της (περίπου 176.000 άνθρωποι) είναι άνεργοι (ακόμη περισσότεροι «απαλείφθηκαν» από τις λίστες ανεργίας μετά τη μεταρρύθμιση του 2017, η οποία θεωρεί «εργαζόμενους» και όσους έχουν προσωρινές συμβάσεις εργασίας). Ας προσθέσουμε σε αυτούς και τον τεράστιο αριθμό ανθρώπων που συνταξιοδοτήθηκαν πρόωρα (είτε ως παράπλευρα θύματα των ιδιωτικοποιήσεων που εξαφάνισαν πολλές επιχειρήσεις, είτε ως βετεράνοι του πολέμου), γεγονός που έκανε μη βιώσιμη την αναλογία συνταξιούχων προς εργαζόμενους.
Αυτή τη στιγμή, τα κροατικά ναυπηγεία Uljanik και 3. Maj αντιμετωπίζουν το ενδεχόμενο απολύσεων, εξαιτίας των τεράστιων χρεών τους και της άρνησης της κυβέρνησης να προστατεύσει τη ναυπηγική, ως μια από τις τελευταίες εξαγωγικές μας βιομηχανίες. Περισσότεροι από 4.500 εργαζόμενοι απεργούν, από την περασμένη Δευτέρα, επειδή είναι απλήρωτοι. Eίναι η δεύτερη απεργία στα ναυπηγεία Uljanik και 3. Maj από τον περασμένο Αύγουστο.
Η Κροατία αντιμετωπίζει ένα τεράστιο κύμα μετανάστευσης του εργατικού δυναμικού της στο εξωτερικό (περίπου 300.000 άνθρωποι). Μία στις έντεκα θέσεις εργασίας έχει χαθεί από την αρχή της κρίσης το 2007/08.
Η δοκιμαστική περίοδος για τους νέους εργαζόμενους αποτελεί, λίγο-πολύ, τον ορισμό της έννοιας θέση εργασίας στην Κροατία. Οι άτυπες συμβάσεις (συνήθως τρίμηνης διάρκειας) αποτελούν το 8,4% του συνόλου των συμβάσεων στην Κροατία (ο ευρωπαϊκός μέσος όρος είναι 2,3%). Η Γαλλία, με το δεύτερο ψηλότερο ποσοστό, έχει συμβάσεις προσωρινής/άτυπης απασχόλησης που ανέρχονται στο 4,8%. Στην αρχή της κρίσης στην Κροατία, μόνο 12,3% των εργαζομένων είχαν προσωρινές συμβάσεις, ενώ ο αριθμός τους σήμερα έχει διπλασιαστεί. Ένα 22,2% των Κροατών εργαζομένων είναι σε επισφαλείς θέσεις εργασίας (γεγονός το οποίο τοποθετεί τη χώρα στην τέταρτη θέση στην ΕΕ).
Οι μισθοί στην Κροατία είναι μεταξύ των χαμηλότερων της Ευρώπης. Ο μέσος μισθός είναι 6.190 kuna (σχεδόν 836 ευρώ) και η Κροατία είναι μεταξύ των χωρών με το χαμηλότερο ωρομίσθιο (σύμφωνα με τη Eurostat). Οι μισθοί της είναι, βέβαια, χαρακτηριστικοί των Ανατολικών χωρών της ΕΕ. Το 2017, η Ευρωπαϊκή Συνομοσπονδία Εργαζομένων ανακοίνωσε ότι, σε δέκα χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, οι μισθοί ισοδυναμούν με το μισό, περίπου, των μισθών στις χώρες της Δυτικής Ευρώπης. Παρότι οι μισθοί μειώθηκαν σε όλες τις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, στην Κροατία σημειώθηκε η πιο δραματική πτώση -από 43% στο 37% του Δυτικοευρωπαϊκού μέσου όρου- κατά την περίοδο 2008-2016. Τα ανεξάρτητα συνδικάτα απαιτούν αύξηση του κατώτερου μισθού στο 50% του μέσου μικτού. Ο διοικητής της εθνικής τράπεζας της Κροατίας σχολίασε με πικρία: «Γίναμε ανταγωνιστικοί χάρη στη μείωση της αξίας της εργασίας, όμως, δεν υπάρχουν πια εργαζόμενοι». Φυσικά και δεν υπάρχουν εργαζόμενοι που να πουλάνε την εργατική τους δύναμη με τόσο κακούς μισθολογικούς όρους.
Για παράδειγμα, δεν υπάρχουν εργαζόμενοι που να ενδιαφέρονται να δουλέψουν στην ύπαιθρο την περίοδο της συγκομιδής. Οι κεφαλαιοκράτες («επιχειρηματίες») ασκούν ανοιχτά κριτική στους εργαζόμενους, αποκαλώντας τους «τεμπέληδες», παρότι η συλλογή καρπών είναι μια από τις πιο δύσκολες εργασίες. Μα εδώ, πρόκειται για ωμή εκμετάλλευση: η συγκομιδή αμείβεται με 20 kuna (2,7 ευρώ) την ώρα, δηλαδή με 3000 kuna (400 ευρώ) το μήνα.
Οι εργασιακοί όροι επιδεινώθηκαν πολύ, μετά από πολλές «μεταρρυθμίσεις» του εργασιακού δικαίου, με πιο ριζοσπαστική εκείνη του 2014 (που κατέθεσε το κόμμα της σημερινής αντιπολίτευσης, SDP), η οποία αύξησε και νομιμοποίησε την επισφαλή εργασία.
Πάνω από όλα, η κυβερνώσα πλειοψηφία και η νεοφιλελεύθερη αντιπολίτευση υποστηρίζουν ότι «δεν υπάρχει σύγκρουση μεταξύ εργασίας και κεφαλαίου» (η δήλωση αυτή περιέχεται στο πρόσφατα δημοσιευμένο νέο πρόγραμμα του SDP).
Όλες οι κυβερνήσεις στηρίζουν τη στρατηγική της «κούρσας προς τον πάτο» (διακηρύσσοντας την ανάγκη αύξησης της «ανταγωνιστικότητας» μέσω της μείωσης των μισθών και των εργασιακών δικαιωμάτων), παρότι οι παραπάνω ελιγμοί δεν αποδείχθηκαν επιτυχείς σε άλλες, παρόμοιες περιπτώσεις (με πιο χαρακτηριστικό το παράδειγμα της Μακεδονίας).
Ο τουρισμός αποτελεί τον πιο σημαντικό κλάδο της κροατικής οικονομίας. Ωστόσο, δεν μπορεί να σηκώσει το βάρος όλης της οικονομίας, στο μέτρο που μια κακή τουριστική σεζόν μπορεί να ζημιώσει μια ολόκληρη χώρα.
Οι πολιτικοί και οι οικονομικοί ορίζοντες της χώρας, τόσο σε εθνικό όσο και σε τοπικό επίπεδο, κυριαρχούνται από την αποκαλούμενη «προοδευτική» ή ρεφορμιστική σχολή, που χαρακτηρίζεται από τη λατρεία και τη μυθοποίηση των δυνατοτήτων μετασχηματισμού της κοινωνίας από τις ξένες επενδύσεις και τους ευρωπαϊκούς πόρους. Η παραπάνω πολιτική γραμμή, συνοδεύεται από εκκλήσεις για μέτρα λιτότητας στον δημόσιο τομέα. Η απορρύθμιση, η ευελιξία της αγοράς εργασίας και η νεοφιλελευθεροποίηση της παγκόσμιας οικονομίας νομιμοποιούνται με τη χρήση του κοινότυπου ρεφρέν ότι «δεν υπάρχει σύγκρουση μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας». Οι νεοφιλελεύθεροι πολιτικοί ισχυρίζονται ότι το κεφάλαιο δημιουργεί νέες θέσεις εργασίας και ότι η διάχυση του πλούτου προς τα κάτω θα παράξει οφέλη για το σύνολο της κοινωνίας. Όμως, οι διαρθρωτικοί όροι της παραγωγής στον καπιταλισμό, δεν επικεντρώνονται στη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, αλλά στην υπεραξία. Επομένως, το κεφάλαιο δεν δημιουργεί, προφανώς, νέες θέσεις εργασίας στην Κροατία.
Τρεις μύθοι της οικονομίας στην περιφέρεια της ΕΕ
Το κεφάλαιο στην περιφέρεια της ΕΕ λειτουργεί ακριβώς αντίθετα από τους ισχυρισμούς του ηγεμονικού δόγματος. Οι πιο διακεκριμένοι οικονομολόγοι προτρέπουν για:
- απολύσεις στο δημόσιο
- εφαρμογή μέτρων λιτότητας
- εντατικοποίηση των ξένων επενδύσεων.
Ακόμη και από την οπτική γωνία του κεφαλαίου, τα μέτρα λιτότητας είναι παράλογα. Αν βάλουμε κατά μέρος το ότι αυτά τα μέτρα επιτρέπουν την εκμετάλλευση των εργαζομένων (η μείωση του κόστους της εργασίας είναι παράδειγμα ταξικής πολιτικής), οι πολιτικές αυτές είναι παράλογες γιατί προτρέπουν στην αναζήτηση εξουσίας και πιστοληπτικής ικανότητας. Με τη μείωση της παγκόσμιας κατανάλωσης, μειώνονται και οι θέσεις εργασίας. Τα μέτρα του κοινωνικού δαρβινισμού γίνονται αποδεκτά ως «απελευθέρωση του πραγματικού παραγωγικού τομέα από το δημόσιο». Όμως, παρόλο που χάθηκαν 130.000 θέσεις εργασίας στην Κροατία εξαιτίας της παγκόσμιας κρίσης από το 2008 και μετά, τα μέτρα λιτότητας δεν οδήγησαν σε σημαντική δημοσιονομική σταθερότητα. Αντίθετα, έθαψαν βαθιά τα μη αναπτυγμένα κράτη της ευρωπαϊκής περιφέρειας, εγκλωβίζοντάς τα σε χαμηλά ποσοστά οικονομικής ανάπτυξης και σε υψηλά ποσοστά ανεργίας.
Ο δεύτερος μύθος είναι αυτός των ξένων επενδύσεων που θα δώσουν ώθηση στην εγχώρια οικονομία. Σύμφωνα με αυτό το αφήγημα, το μόνο που χρειάζεται η Κροατία είναι να υποδεχτεί τους ξένους επενδυτές και να τους προσφέρει ένα «θετικό κλίμα» επιχειρηματικότητας. Ωστόσο, οι ξένοι επενδυτές επενδύουν κυρίως σε τομείς που λειτουργούν ήδη καλά και διαθέτουν καλές υποδομές -σαν τις τηλεπικοινωνίες ή το εμπόριο- ενώ δεν τους ενδιαφέρει καθόλου να χρηματοδοτήσουν τις παραγωγικές δυνατότητες μιας χώρας. Τα μεγάλα πάγια έξοδα (κτίρια, υποδομές, κ.ά.) κάνουν επισφαλείς τις επενδύσεις γιατί δεν υπάρχει καμιά εγγύηση για την αποπληρωμή τους. Οι ξένοι επενδυτές ρίχνονται στις δημόσιες επιχειρήσεις, ή στους φυσικούς πόρους μιας χώρας: αναλαμβάνουν το κόστος και τους δασικούς πόρους ενώ εξαγοράζουν το δικαίωμα ενοικίασης. Έτσι, για παράδειγμα, η χρηματική αποτίμηση των αυτοκινητόδρομων δεν θα οδηγήσει σε νέες τεχνολογίες και κοινωνικό όφελος, αλλά θα επιφέρει κέρδος στους επενδυτές.
Το πρόβλημα με τα ναυπηγεία είναι ένα τυπικό παράδειγμα τύφλωσης απέναντι στις ξένες και τις εγχώριες επενδύσεις: το μόνο που θέλουν οι επενδυτές είναι να εξαφανίσουν τα ναυπηγεία για να δημιουργήσουν στη θέση τους τουριστικά θέρετρα και πολυτελείς μαρίνες. Γι’ αυτό καταστράφηκε το Brodotrogir (Trogir) και τώρα, ο ίδιος επενδυτής (Danko Končar), έχει βάλει πλώρη για το ναυπηγείο Uljanik στην Pula.
Ο τρίτος μύθος αφορά τους ευρωπαϊκούς πόρους. Οι Κροάτες πιστεύουν ότι τα ευρωπαϊκά κονδύλια θα ενισχύσουν την κροατική οικονομία. Όμως, αυτοί οι υλικοί πόροι δεν είναι ικανοί να επηρεάσουν θετικά την οικονομία, στο μέτρο που η Κροατία πρέπει να χρηματοδοτήσει ένα ποσοστό (από10 μέχρι 50%) του κάθε κονδυλίου. Η Πολωνία θεωρείται μια επιτυχημένη περίπτωση αξιοποίησης των ευρωπαϊκών κονδυλίων. Όμως, στα πρώτα χρόνια της ανόδου της, τα ευρωπαϊκά κονδύλια αντιπροσώπευαν λιγότερο από 5% των επενδύσεών της. Τα κονδύλια που διατίθενται στην Κροατία είναι πολύ λιγότερα από τις επενδύσεις που έγιναν στον ιδιωτικό και τον δημόσιο τομέα της χώρας, μόλις ένα χρόνο πριν από την κρίση [1].
Η ασυμμετρία μεταξύ Ανατολικής και Δυτικής Ευρώπης
Η αριστερή διεθνής πολιτική πρέπει να επικεντρωθεί στην απαγόρευση της επιρροής του κεφαλαίου και στη συγκρότηση μιας νέας οικονομικής πολιτικής και ενός πλαισίου διεθνών σχέσεων που θα στηρίζονται στην ισότητα και την αλληλεγγύη. Για τη φτώχεια της Ανατολικής Ευρώπης ευθύνεται ο πλούτος της Δυτικής! Η ισότητα των δικαιωμάτων δεν είναι εφικτή, γιατί οι ανισότητες είναι αποτέλεσμα των διεθνών σχέσεων του κεφαλαίου. Η Ανατολική Ευρώπη λειτουργεί ως πηγή χαμηλά αμειβόμενης εργατικής δύναμης και ως δεξαμενή κατανάλωσης των γερμανικών, γαλλικών, ιταλικών και σουηδικών προϊόντων.
Υπάρχει μια ασυμμετρία ανάμεσα στις χώρες της περιφέρειας και του κέντρου της Ευρώπης. Οι Έλληνες οικονομολόγοι μίλησαν για αυτή την ασυμμετρία όταν η Ελλάδα έπεσε σε ακόμη μεγαλύτερη ύφεση, μετά την εφαρμογή των μέτρων λιτότητας.
Το παρακάτω παράδειγμα δείχνει τους περιορισμούς που τίθενται σε κάθε προσπάθεια κοινωνικής παρέμβασης προς όφελος των εργαζομένων: το Εργατικό Μέτωπο, από την αριστερή πτέρυγα του δημοτικού συμβουλίου του Ζάγκρεμπ, εισήγαγε μια τροποποίηση σε μια νομοθετική πράξη του Δήμου, με στόχο την ενίσχυση των εργαζομένων που δούλευαν σε χρεωκοπημένες εταιρείες οι οποίες είχαν χρέη και προς τους εργαζόμενούς τους. Η διάταξη θα επέτρεπε στην Πόλη του Ζάγκρεμπ να μην καταβάλει τα οφειλόμενα τέλη στις επιχειρήσεις κοινής ωφελείας, αλλά σε εταιρείες που είχαν οφειλές προς τους εργαζόμενούς τους. Αυτό θα επέτρεπε στους εργαζόμενους να κατακτήσουν υψηλότερη θέση στον κατάλογο των πιστωτών κατά τη διαδικασία της χρεωκοπίας. Δεν καταφέραμε να περάσουμε τη διάταξη γιατί η κυβερνώσα πλειοψηφία την καταψήφισε. Είπαν, μεταξύ άλλων, ότι αντιβαίνει στη Συνθήκη περί Ευρωπαϊκής Ένωσης και στη Συνθήκη περί Λειτουργίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άρθρο 107, περίπτωση 2, στην οποία ορίζεται ότι οποιαδήποτε χορήγηση βοήθειας από τα κράτη μέλη προς ένα συγκεκριμένο επιχειρηματία, απειλεί με στρέβλωση την αρχή του ανταγωνισμού και θεωρείται απειλή προς την αγορά. («Οποιαδήποτε βοήθεια παρεχόμενη από ένα Κράτος Μέλος ή από τους πόρους ενός Κράτους Μέλους, προς επιχειρήσεις ή για την παραγωγή αγαθών, η οποία στρεβλώνει, ή απειλεί με στρέβλωση τους κανόνες του ανταγωνισμού, ευνοώντας καθ’ οιονδήποτε τρόπο τις συγκεκριμένες επιχειρήσεις ή την παραγωγή των συγκεκριμένων αγαθών, θα θεωρείται ασύμβατη με την εσωτερική αγορά, στο μέτρο που επηρεάζει το εμπόριο μεταξύ των Κρατών Μελών»).
Στην περίπτωση των κροατικών ναυπηγείων επικαλούνται την ίδια Συνθήκη, περί Λειτουργίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το άρθρο 107 της Συνθήκης, προστατεύει «δήθεν» την «ελεύθερη αγορά». Όμως, κανείς δεν επικαλείται την ανισότητα ανάμεσα στα πλούσια κράτη της Δυτικής Ευρώπης και τα φτωχά της ευρωπαϊκής περιφέρειας ή ημιπεριφέρειας. Κανείς δεν μιλά για την πρωταρχική συσσώρευση του κεφαλαίου, για το ρόλο των διεθνών λόμπι ή για τα ευνοϊκά δάνεια των εθνικών τραπεζών που παρέχουν στήριξη στις εθνικές, πλούσιες γερμανικές, αυστριακές, δανέζικες, σουηδικές ή γαλλικές βιομηχανίες. Αυτές οι χώρες προστάτευσαν τις οικονομίες τους από την «ελεύθερη αγορά» εδώ και πολύ καιρό. Η άνευ όρων αποδοχή των κανόνων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και οι μη ευνοϊκοί όροι στις διαπραγματεύσεις της ενταξιακής διαδικασίας γονάτισαν την Κροατία.
Συνολική έλλειψη φαντασίας και πολιτικής φιλοδοξίας
Η σημερινή Αριστερά επικεντρώνεται, στην καλύτερη περίπτωση, σε μια επιστροφή στις κοινωνικές και οικονομικές παροχές του κράτους πρόνοιας μετά τον Β’ παγκόσμιο πόλεμο: κοινωνικά δικαιώματα, καλοπληρωμένες θέσεις εργασίας, κοινωνική ασφάλιση, δημόσιο σχολείο, κ.τ.λ. Τα οργανωτικά και διαρθρωτικά ζητήματα («ανάγκη για ενότητα») συχνά κυριαρχούν των ζητημάτων που αφορούν το περιεχόμενο της αριστερής πολιτικής. Η ασυμμετρία μεταξύ ευρωπαϊκού κέντρου και περιφέρειας αποτελεί θεμελιώδες θέμα που η σύγχρονη ευρωπαϊκή Αριστερά οφείλει να αναδείξει.
Η νέα οικονομική πολιτική πρέπει να διαμορφωθεί στο πλαίσιο των εθνικών οικονομιών. Για να μεταβούμε σε μια παραγωγή που θα στηρίζεται στον συστηματικό οικονομικό σχεδιασμό μιας βιώσιμης ανάπτυξης και παραγωγής, υπό την άμεση διαχείριση και επίβλεψη των εργαζομένων, η Αριστερά πρέπει να ξεκινήσει τη συζήτηση από τα κοινά προβλήματα: το δημόσιο χρέος, τα μέτρα λιτότητας και τα προβλήματα που οφείλονται στην ασυμμετρία μεταξύ κέντρου και περιφέρειας. Οι σύντροφοι από τη Δυτική Ευρώπη θα πρέπει να στηρίξουν τους Ανατολικούς.
Επίσης, η οικονομική ανάπτυξη στην Κροατία δεν πρέπει να στηρίζεται στην κατανάλωση, τις εισαγωγές, τη συσσώρευση χρεών και τη συσσώρευση πλούτου για τις ελίτ. Αντίθετα, πρέπει να υιοθετήσει το αναπτυξιακό μοντέλο της επαναβιομηχανοποίησης, της πλήρους απασχόλησης των εργαζομένων, του συστηματικού σχεδιασμού μιας οικονομικά βιώσιμης ανάπτυξης και της ενθάρρυνσης της δημιουργίας επιχειρήσεων που θα λειτουργούν υπό την άμεση διαχείριση και επίβλεψη των εργαζομένων.
Υπάρχει μια ενδιαφέρουσα ιστορία για τη βιομηχανία αυτοκινήτων της Κροατίας, που αναδεικνύει τη νοοτροπία σε σχέση με την οικονομική και την πολιτική κατάσταση της χώρας, αλλά και την απουσία προοπτικής για τη βελτίωση της περιφερειακής θέσης της Κροατίας στην ΕΕ. Η Κροατία δεν είναι ανταγωνιστική στη βιομηχανία παραγωγής αυτοκινήτων ως τελικών προϊόντων, που θα μπορούν να πωλούνται στη διεθνή αγορά αποδίδοντας κέρδος. Παρόλα αυτά, ένας νεαρός Κροάτης επιχειρηματίας, ο Mate Rimac, άρχισε να κατασκευάζει γρήγορα αυτοκίνητα με πολύ προσεγμένο σχεδιασμό. Οι φωτογραφίες του νεαρού επιχειρηματία πλημμύρισαν τα ΜΜΕ, κάνοντάς τον πρότυπο για την οικονομία της αγοράς. Τελικά, ο Rimac κατασκεύασε λίγα μόνο αυτοκίνητα, ως πιλοτικά μοντέλα, ενώ πούλησε πολύ λίγα από αυτά. Η αυτοκινητοβιομηχανία είναι μια «ευρωπαϊκή ονείρωξη». Επειδή οι Πολωνοί θέλουν να ζουν όπως οι Γερμανοί, επειδή οι Κροάτες θέλουν να ζουν όπως οι Γερμανοί, ονειρεύονται και αυτοί αυτοκίνητα υψηλού ντιζάιν, αυτοκίνητα που είναι δυνατά βιομηχανικά και τεχνολογικά προϊόντα. Αυτό το όνειρο των Ανατολικοευρωπαίων ενισχύεται από τη διάχυτη εικόνα μιας ιδανικής Γερμανίας. (Μόνο το 2016, περίπου 55.000 άνθρωποι μετανάστευσαν από την Κροατία στη Γερμανία). Πώς γίνεται αυτό; Η γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία αποτελεί ένα αδιαφιλονίκητο πρότυπο αγοράς με το οποίο δεν μπορεί να αναμετρηθεί κανένα «νεαρό εφευρετικό μυαλό» σε εθνικό επίπεδο. Ο μόνος που μπορεί να αναμετρηθεί μαζί του είναι ο προστατευτισμός ενός έθνους-κράτους.
Οι έρευνες απέδειξαν ήδη (η πιο πρόσφατη, για παράδειγμα, είναι αυτή του Ha-Joon Chang[2]) ότι δεν υπάρχει κανένα παράδειγμα ανάπτυξης μιας χώρας σε συνθήκες πλήρους ελευθερίας της αγοράς, χωρίς ίχνος προστατευτισμού (προστασία της εγχώριας βιομηχανίας από τον, πολύ ισχυρότερο, ξένο ανταγωνισμό), στα αρχικά της στάδια. Παρόλα αυτά, τα ναυπηγεία της Κροατίας αντιμετωπίζουν προβλήματα λειτουργίας εξαιτίας των συμφωνιών με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και των περιορισμών που αυτές επιβάλλουν. Περιορισμοί οι οποίοι απαγορεύουν την κρατική παρέμβαση. (Στις 3 Μαϊου, το ναυπηγείο της πόλης Rijeka αντιμετώπισε σοβαρά προβλήματα εξαιτίας αυτών των περιορισμών, παρότι είχαν ήδη κατατεθεί οι παραγγελίες για την κατασκευή νέων πλοίων).
Ο τρόπος επίλυσης δεν είναι εύκολος. Όμως, αν θέλουμε να σχεδιάσουμε νέα οικονομικά μοντέλα, θα πρέπει, ασφαλώς, να εγκαταλείψουμε τα σημερινά. Αν η Αριστερά θέλει να υπερβεί το υπάρχον οικονομικό μοντέλο, θα πρέπει να αντιμετωπίσει τα σύγχρονα αφηγήματα και τους σύγχρονους μύθους.
Η οικονομία του κέρδους, η οικονομία που ευνοεί το ιδιωτικό κέρδος, πρέπει να δώσει τη θέση της σε μια τελείως διαφορετική οικονομία. Η οικονομική ανάπτυξη και τα ιδιωτικά κέρδη των κεφαλαιοκρατών δεν αποτελούν τα πιο σημαντικά στοιχεία για τη σταθερότητα και την ευημερία της κοινωνίας. Πρέπει να επικρατήσει ένα άλλο οικονομικό μοντέλο που θα ικανοποιεί όλες τις κοινωνικές ανάγκες και θα ευνοεί την πλήρη απασχόληση. Μια οικονομία που αναπτύσσεται με 10% του ενεργού πληθυσμού της στην ανεργία, δεν θεωρείται επιτυχημένη. Όλοι/ες πρέπει να έχουν το δικαίωμα να εργάζονται και να ικανοποιούν τις βασικές βιοτικές τους ανάγκες κάνοντας χρήση αυτού του δικαιώματος.
Το σημερινό οικονομικό σύστημα της Κροατίας, αλλά και το παγκόσμιο, επικεντρώνεται στα υλικά συμφέροντα των (καπιταλιστικών) ελίτ που αναδύθηκαν κατά τη διαδικασία της ιδιωτικοποίησης, και όχι στην υλοποίηση των συμφερόντων της πλειοψηφίας (των εργαζομένων).
Μια επιτυχημένη οικονομία δεν μπορεί να στηρίζεται μόνο στον τουρισμό και τις υπηρεσίες. Επομένως, η Κροατία χρειάζεται επαναβιομηχάνιση, αλλά με την ισχύουσα οικονομική πολιτική και την προβολή που έχει η αγορά της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κάτι τέτοιο είναι αδύνατο, εξαιτίας του πολύ ισχυρότερου ανταγωνισμού που ασκείται από τις ανεπτυγμένες χώρες της Δυτικής Ευρώπης.
Παραπομπές
- Podgornik, Branko: Iluzije o fondovima EU, Novi list, 5. 7. 2014.
- Ha-Joon Chang: Poverty, Entrepreneurship, and Development. United Nations University Οκτ. 2010.
Μετάφραση από τα αγγλικά: Καλλιόπη Αλεξοπούλου