Η πολιτική κρίση στη Βρετανία συνεχίζεται και οι τελευταίες εξελίξεις εδραιώνουν την κατάληψη του κόμματος των Τόρις και της κυβέρνησης από την Άκρα Δεξιά -μια πορεία που ξεκίνησε με το δημοψήφισμα για το Brexit το 2016 και τώρα οδηγεί στην ανάπτυξη ενός δυνητικά μαζικού νεοφασιστικού κινήματος. Όλα αυτά συμβαίνουν μέσα σε ένα κλίμα παρόμοιων εξελίξεων
Η πολιτική κρίση στη Βρετανία συνεχίζεται και οι τελευταίες εξελίξεις εδραιώνουν την κατάληψη του κόμματος των Τόρις και της κυβέρνησης από την Άκρα Δεξιά -μια πορεία που ξεκίνησε με το δημοψήφισμα για το Brexit το 2016 και τώρα οδηγεί στην ανάπτυξη ενός δυνητικά μαζικού νεοφασιστικού κινήματος. Όλα αυτά συμβαίνουν μέσα σε ένα κλίμα παρόμοιων εξελίξεων που διαδραματίζονται σε ολόκληρη την Ευρώπη και πέρα από αυτήν.
Η αναστολή της λειτουργίας του Κοινοβουλίου –βασικό στάδιο των εξελίξεων στη Βρετανία– έχει απορριφθεί, αλλά η πορεία του Μπόρις Τζόνσον παραμένει αταλάντευτη. Η ομόφωνη ετυμηγορία του Ανώτατου Δικαστηρίου, που ανακοινώθηκε την Τρίτη 24 Σεπτεμβρίου, έκρινε ότι ο Μπόρις Τζόνσον και η κυβέρνηση των Τόρις ενήργησαν παράνομα αναστέλλοντας την λειτουργία του Κοινοβουλίου, από τις 9 Σεπτεμβρίου έως τις 14 Οκτωβρίου. Για τους περισσότερους επρόκειτο για μια απροσδόκητη ετυμηγορία, ενδεικτική ενός χάσματος που όλο βαθαίνει εντός της καθεστηκυίας τάξης. Το δικαστικό σώμα, ή τουλάχιστον η πιο σημαντική συνιστώσα του, πήρε το μέρος του Κοινοβουλίου ενάντια στην κυβέρνηση.
Το προφανέστερο και αμεσότερο αποτέλεσμα ήταν ότι το Κοινοβούλιο επανήλθε στις 25 Σεπτεμβρίου και η λειτουργία του δεν διακόπηκε για το συνέδριο του κόμματος των Τόρις. Η εξέλιξη αυτή όρθωσε ένα σημαντικό εμπόδιο στη στρατηγική του Τζόνσον και του ειδικού συμβούλου του Ντόμινικ Κάμινς, και πρόσφερε μια ευκαιρία στο Εργατικό Κόμμα –αν και δεν ήταν αποτέλεσμα των δικών του προσπαθειών, αλλά της νομικής προσφυγής ενός ατόμου, που υποστηρίχθηκε από άλλα κόμματα της αντιπολίτευσης-.
Η ενστικτώδης πρώτη αντίδραση της κλίκας του Τζόνσον ήταν να κλιμακώσει τις προσπάθειες και να επιτεθεί στο δικαστικό σώμα, μέσω του φιλικού της Τύπου, όπως και εντός του Κοινοβουλίου. Ο δελφίνος του Τζόνσον, Τζέικομπ Ρις-Μογκ, επιτέθηκε μάλιστα στους δικαστές αποκαλώντας την ετυμηγορία τους «συνταγματικό πραξικόπημα». Χωρίς αμφιβολία, αυτό θα θωρακίσει τη βάση τους στο κόμμα, στις κομητείες γύρω από το Λονδίνο και στις βόρειες περιοχές που ψήφισαν υπέρ της εξόδου, αλλά θα τους δημιουργήσει επίσης σοβαρό πρόβλημα.
Ένα σημαντικό τμήμα της άρχουσας τάξης δεν είναι ακόμα διατεθειμένο να επιτεθεί με αυτόν τον τρόπο στη δικαιοσύνη και αναγνωρίζει τους κινδύνους που εγκυμονεί η στρατηγική Κάμινς για την τάξη τους. Επιπλέον, η επαναλειτουργία του Κοινοβουλίου καθιστά λιγότερο πιθανή την επιτυχία των ελιγμών της κυβέρνησης των Τόρις για έξοδο χωρίς συμφωνία. Ενισχύεται έτσι η θέση του κόμματος του Brexit που καιροφυλακτεί. Ο Κάμινς ήλπιζε να συντρίψει το κόμμα Brexit στις γενικές εκλογές, που θα διενεργούνταν στον απόηχο του Brexit της 31ης Οκτώβρη, και θα οδηγούσαν σε νίκη τον Τζόνσον. Έτσι, η ετυμηγορία του δικαστικού σώματος καθιστά πιθανότερη μια εκλογική συνεργασία των Τόρις με τους Brexit. Είναι απίθανο να μπορέσουν πλέον οι Συντηρητικοί να κερδίσουν την πλειοψηφία στις γενικές εκλογές χωρίς κάποια συμφωνία με το Κόμμα του Brexit. Στις παλιές βιομηχανικές περιοχές υπάρχουν τμήματα του εκλογικού σώματος που δεν θα ψήφιζαν ποτέ τους Τόρις, αλλά είναι ήδη πρόθυμα να ψηφίσουν υπέρ του Φάραντζ και της παρέας του. Αντικειμενικά, το Brexit και το κόμμα Brexit είναι οι μηχανισμοί για τη διάσπαση της εργατικής τάξης και την αποφυγή της ανόδου στην εξουσία μιας αριστερής εναλλακτικής λύσης – των Εργατικών.
Ο Τζόνσον βρισκόταν στον ΟΗΕ, στη Νέα Υόρκη, όταν ανακοινώθηκε η απόφαση του Δικαστηρίου, αλλά πριν επιστρέψει στο Λονδίνο είχε μια δημόσια και μια ιδιωτική συνάντηση με τον Τραμπ. Χωρίς αμφιβολία, θα συζήτησε τη στρατηγική για τον τρόπο χειρισμού του Κοινοβουλίου, ο δε Τραμπ δεν έχει καμιά αμφιβολία ότι κάποια συμμαχία μεταξύ του Φάραντζ και του Τζόνσον είναι απαραίτητη.
Ο Τζόνσον υποχρεώθηκε να επιστρέψει στο Κοινοβούλιο και με την επιθετική «παράσταση» που έδωσε στη Βουλή των Κοινοτήτων αμέσως μετά, κατέστη σαφές τι ακριβώς αντιμετωπίζει το εργατικό κίνημα – αλλά και η ευρύτερη κοινωνία. Η προσβολή της μνήμης της δολοφονημένης βουλεύτριας Τζο Κοξ προκάλεσε οργή – ο Τζόνσον είπε ότι ο καλύτερος τρόπος για να την τιμήσει (η Κοξ ήταν υπέρ της παραμονής) είναι να φέρει εις πέρας την έξοδο – ενώ την ίδια οργή προκάλεσε και o χλευασμός των βουλευτών ως προδοτών και εμπόρων για την παράδοση της χώρας. Σήμερα οι νεοφασίστες σε όλα τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης τον θεωρούν δικό τους και είναι απολύτως ξεκάθαρο ότι χτίζει μια βάση ανάμεσα στους νεοφασίστες και τους ακροδεξιούς. Ευρύτερα τμήματα του πληθυσμού είναι πλέον ανοικτά σε ακροδεξιά επιχειρήματα.
Παρά τις προσπάθειες του Τζόνσον να τη στρέψει προς όφελός του, η απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου υπήρξε πολύ σημαντική ως ένα καίριο χτύπημα στις ντροπιαστικές, αντιδημοκρατικές ενέργειές του. Φυσικά, ελάχιστα αλλάζει τα θεμελιώδη σημεία – την οικονομική και πολιτική κρίση και τη στροφή προς τα δεξιά της βρετανικής πολιτικής. Αν και ίσως αληθεύει ότι η μεγάλη μάζα του πληθυσμού δεν έχει τους δικαστές, τους πολιτικούς ή το κοινοβούλιο σε μεγάλη υπόληψη, ωστόσο δεν βρισκόμαστε ακόμα σε στάδιο που να υποστηρίζεται ευρέως η απαλλαγή από την αστική δημοκρατία. Όσοι όντως το επιδιώκουν αυτό προέρχονται εν πολλοίς από την Ακροδεξιά. Η ετυμηγορία φέρνει ως αποτέλεσμα την περαιτέρω απομάκρυνση της κλίκας του Τζόνσον από το κυρίαρχο πολιτικό σύστημα και την κυρίαρχη καθεστηκυία τάξη. Θα σκληρύνουν την εκλογική τους βάση, αλλά θα είναι ξεκάθαρα πιο αναγνωρίσιμοι ως προς αυτό που πραγματικά είναι.
Το κρίσιμο επόμενο βήμα για την Αριστερά είναι να προχωρήσει προς τα εμπρός με αυτοπεποίθηση, να τους απομονώσει κι άλλο, τέλος, να περιορίσει και να νικήσει τη βάση τους.
Μπορεί να το κάνει αυτό το Εργατικό Κόμμα, δεδομένης της τωρινής αποτυχίας του να δώσει μια σαφή γραμμή σε βασικά ζητήματα; Στο συνέδριο του Εργατικού Κόμματος αυτής της εβδομάδας, η ατμόσφαιρα ήταν σχετικά άτονη, εριστική και εσωστρεφής, έως ότου ανακοινώθηκε η απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου. Το συνέδριο ξεκίνησε με έναν αδέξιο γραφειοκρατικό ελιγμό, σε μια προσπάθεια να απαλλαγούν από τον αντιπρόεδρο Τομ Γουότσον και αμέσως μετά ακολούθησε η είδηση σχετικά με την παραίτηση ενός ανώτερου πολιτικού συμβούλου. Η αντι-Brexit θέση του κινήματος «Μια Άλλη Ευρώπη είναι Εφικτή» (AEIP) χάθηκε επειδή το συνέδριο ήταν πεπεισμένο ότι αποτελούσε τον Δούρειο Ίππο της Μπλαιρικής δεξιάς πτέρυγας του κόμματος, η οποία επίσης υποστηρίζει την παραμονή στην ΕΕ, αλλά σε μια βάση διαφορετική από αυτήν των αριστερών υπερασπιστών της παραμονής, όπως είναι οι ΑΕΙP. Η γραμμή του Κόρμπιν «δεν είμαστε υπέρ της εξόδου ή της παραμονής, είμαστε σοσιαλιστές» επικράτησε στην αίθουσα. Το πρόβλημα με αυτήν είναι ότι μια προεκλογική εκστρατεία που θα διεξαχθεί με βάση την αντίθεση στη λιτότητα, θα συντριβεί πάνω στον τοίχο του Brexit. Οι εκλογές όντως αφορούν ένα και μόνο ζήτημα και η αγνόηση αυτής της πραγματικότητας θα είναι καταστροφική.
Ο μεγάλος κίνδυνος είναι ότι το εργατικό και συνδικαλιστικό κίνημα προχωρά σαν να μην έχει αλλάξει τίποτα, ενώ η στάση αυτή ενίσχυσε, κατά τη διεξαγωγή του συνεδρίου, την υποστήριξη της πρότασης που ουσιαστικά συνηγορούσε υπέρ της ουδετερότητας – αποτέλεσμα του συνεδρίου που η ηγεσία προτιμούσε αναφορικά με το Brexit. Υπάρχει μια λανθασμένη πεποίθηση ότι οι επερχόμενες εκλογές θα είναι μια επανάληψη του 2017 όπου οι Εργατικοί έπληξαν την πλειοψηφία της Τερέζας Μέι. Το πολιτικό πρόγραμμα των Εργατικών είναι πολύ ριζοσπαστικότερο τώρα από ότι το 2017, βρίσκονται όμως σε πολύ ασθενέστερη πολιτική θέση, με κακές επιδόσεις στις δημοσκοπήσεις. Τουλάχιστον κατά ένα μέρος, αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι δεν τηρούν μια σαφή θέση αντίθεσης προς το Brexit.
Έτσι, η απόφαση του δικαστικού σώματος έχει βαθύνει τη διάσπαση στην άρχουσα τάξη και έχει σκληρύνει την πέριξ των Τζόνσον και Φάραντζ ακροδεξιά, που ζητά έξοδο χωρίς συμφωνία. Αυτό πολιτικά είναι ιδιαιτέρως επικίνδυνο, αλλά ταυτόχρονα ανοίγει πολιτικό χώρο στους Εργατικούς – που είναι ζωτικής σημασίας να μην σπαταληθεί – ενώ δημιουργεί επίσης χώρο για πολιτικό έργο από την πλευρά της ριζοσπαστικής Αριστεράς. Τις τελευταίες εβδομάδες έχουμε δει μαζικές διαμαρτυρίες ενάντια στο κλείσιμο του Κοινοβουλίου από τον Τζόνσον – με τα συνθήματα «Σταματήστε το πραξικόπημα» και «Υπερασπιστείτε τη δημοκρατία». Σε μεγάλο βαθμό ήταν είτε αυθόρμητες είτε οργανωμένες από την Αριστερά που εναντιώνεται στο Brexit. Την ίδια στιγμή έχουμε δει τεράστιες διαμαρτυρίες, με εκτεταμένη πολιτική ανυπακοή, για το ζήτημα της κλιματικής αλλαγής. Οι νέοι ηγούνται των αγώνων εδώ στη Βρετανία, όπως γίνεται και αλλού, ενώ άλλα κινήματα ενώνουν τις δυνάμεις τους τώρα για να τους στηρίξουν. Επομένως, πρόκειται για μια περίοδο εντατικής κινητοποίησης σε ολόκληρη τη Βρετανία, με εντονότερους πολιτικούς διχασμούς – και με μεγαλύτερο κίνδυνο για τα δικαιώματά μας και τη δημοκρατία – που έχουμε να δούμε ίσως από την εποχή της Γενικής Απεργίας του 1926. Το Εργατικό Κόμμα και η ριζοσπαστική Αριστερά πρέπει να σταθούν στο ύψος αυτής της πρόκλησης, προς όφελος όλων μας, γιατί διακυβεύονται πολλά. Μπαίνουμε σε έναν αγώνα για το μέλλον: όχι μόνο αυτής της χώρας αλλά και ολόκληρου του κόσμου. Είναι ένας αγώνας για την ανθρωπότητα στο σύνολό της – για την κοινωνική δικαιοσύνη, την ισότητα και την οικονομική δημοκρατία, για την εκπλήρωση των αναγκών όλων των λαών.