Οι πρόσφατες κοινοβουλευτικές εκλογές στην Πολωνία ήταν ιστορικές, παρότι, δυστυχώς, για όλους τους λάθος λόγους. Για πρώτη φορά μετά το 1989, πολιτικό κόμμα κερδίζει την απόλυτη πλειοψηφία στο κοινοβούλιο της Πολωνίας: το συντηρητικό εθνικιστικό Κόμμα Νόμου και Δικαιοσύνης (Prawo i Sprawiedliwość – PiS) έλαβε πάνω από 37% των ψήφων. Επίσης, για πρώτη φορά στην ιστορία, η αριστερά δεν εκπροσωπείται στο κοινοβούλιο, γεγονός το οποίο σημαίνει ότι αυτή τη στιγμή η Πολωνία είναι η μοναδική χώρα της ΕΕ που δεν διαθέτει αριστερούς βουλευτές.
Η κεντροδεξιά Πλατφόρμα Πολιτών (Platorma Obywatelska – PO), που έλαβε 24%, ήταν επί οχτώ χρόνια στην κυβέρνηση, από το 2007 που νίκησε το PiS (Κόμμα Νόμου και Δικαιοσύνης). Όμως, αποδείχθηκε ανίκανη να αξιοποιήσει τις μεγάλες εισροές ευρωπαϊκών πόρων, ώστε να εξασφαλίσει την οικονομική ανάπτυξη της χώρας την περίοδο της κρίσης. Επομένως, μεγάλα τμήματα της κοινωνίας δεν βίωσαν τις θετικές επιπτώσεις της οικονομικής ανάπτυξης, με τις συνθήκες διαβίωσης να παραμένουν σταθερές, τις δημόσιες υπηρεσίες να υποβαθμίζονται και τεράστιους αριθμούς νέων ανθρώπων να φεύγουν στο εξωτερικό για να αναζητήσουν καλύτερη ζωή.
Το Κόμμα Νόμου και Δικαιοσύνης (PiS) κεφαλαιοποίησε τη δυσφορία του κόσμου, επικεντρώνοντας την εκστρατεία του σε κοινωνικά θέματα. Έδωσε πολλές υποσχέσεις, όπως για παράδειγμα, ότι θα μοιράσει οικογενειακά επιδόματα, θα μειώσει το όριο συνταξιοδότησης, θα θεσπίσει κατώτατο μισθό και θα κάνει επενδύσεις που θα δημιουργήσουν θέσεις απασχόλησης. Όμως, παραμένει ερώτημα αν το PiS υλοποιήσει τις μεταρρυθμίσεις που υποσχέθηκε, ή αν αυτές αποτελούν το λαϊκιστικό προκάλυμμα μιας συντηρητικής ατζέντας.
Η συντηρητική επανάσταση
Το PiS έχει αυτήν τη στιγμή την απόλυτη εξουσία, εφόσον ο υποψήφιός του, Andrzej Duda, βγήκε νικητής στις προεδρικές εκλογές, πριν από λίγο καιρό. Παρότι επόμενος πρωθυπουργός της χώρας θα είναι μάλλον ο Beata Szydło, την αρχηγία του κόμματος συνεχίζει να έχει ο Jarosław Kaczyński ο οποίος επιθυμεί να συγκροτήσει μια κυβέρνηση όμοια με αυτήν του Viktor Orban στην Ουγγαρία. Γι’ αυτό, κατά την προεκλογική περίοδο, ο Kaczyński επαναλάμβανε την εχθρική προς τους πρόσφυγες ρητορική του Orban, υποστηρίζοντας ότι επιθυμούν τη δημιουργία χαλιφάτου στην Πολωνία και ότι είναι φορείς μεταδοτικών ασθενειών. Το PiS είναι κόμμα βαθιά ευρωσκεπτικιστικό, είναι, όμως, και απόλυτα εχθρικό απέναντι στη Μόσχα, ενώ πολλοί υποστηριχτές του εξακολουθούν να πιστεύουν ότι η τραγωδία του Smoleńsk το 2010 (κατά την οποία σκοτώθηκαν περίπου 100 επιφανή πολιτικά και δημόσια πρόσωπα, μεταξύ των οποίων και ο Πρόεδρος της χώρας Lech Kaczyński) ήταν σκόπιμη ενέργεια οργανωμένη από τη Ρωσία. Το PiS είναι κοντά στην Καθολική Εκκλησία και υποστηρίζει συντηρητικές πολιτικές, όπως: την πλήρη απαγόρευση της έκτρωσης (ακόμη και αν η εγκυμοσύνη απειλεί την υγεία της εγκύου ή είναι προϊόν βιασμού) και της τεχνητής γονιμοποίησης. Είναι πιθανό ότι η κυβέρνηση θα προσπαθήσει να υλοποιήσει μια συντηρητική επανάσταση σε τομείς όπως εκείνος της εκπαίδευσης, του πολιτισμού, των ΜΜΕ και του δημοσίου. Είναι πιθανό ακόμη και να προσπαθήσει να αλλάξει το σύνταγμα της χώρας προς μια πιο αυταρχική κατεύθυνση.
Οι δυνάμεις της άκρας δεξιάς
Μια νέα πολιτική δύναμη της ακροδεξιάς, το Kukiz15, που στις εκλογές έλαβε περίπου 9%, στηρίζει το PiS εντός του Κοινοβουλίου. Το εν λόγω κίνημα έχει οργανωθεί γύρω από έναν πρώην ροκ σταρ, τον Paweł Kukiz (ο οποίος έλαβε 20% στον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών) και συνδυάζει μια αντισυστημική ρητορική με τις εθνικιστικές και συντηρητικές-καθολικές αξίες, ενώ στους εκλογικούς του καταλόγους περιλαμβάνει μέλη του φασιστικού Εθνικού Κινήματος. Ένα άλλο ακροδεξιό κόμμα, το Korwin (κόμμα ακραία νεοφιλελεύθερο που οργάνωσε μια ισλαμοφοβική προεκλογική εκστρατεία) δεν κατάφερε να συγκεντρώσει το ποσοστό του 5% που ήταν απαραίτητο για να εισέλθει στο κοινοβούλιο. Μια από τις πιο ανησυχητικές πλευρές αυτών των εκλογών ήταν ότι η συντριπτική πλειοψηφία των νέων ψήφισε τα κόμματα της συντηρητικής δεξιάς.
Τα υπόλοιπα κόμματα που μπήκαν στο κοινοβούλιο είναι: το Κόμμα Αγροτών (Polskie Stronictwo Ludowe –PSL), το οποίο είχε συμμαχήσει με την Πλατφόρμα PO, και ένα νέο νεοφιλελεύθερο κόμμα με το όνομα Σύγχρονο (Nowoczesna) που κέρδισε την υποστήριξη κάποιων δυσαρεστημένων ψηφοφόρων της PO.
Ο μεγαλύτερος χαμένος αυτών των εκλογών ήταν η αριστερά
Ο συνασπισμός της Ενωμένης Αριστεράς (Zjednoczona Lewica – ZL) έλαβε μόλις 7,55%, που σημαίνει ότι δεν απέσπασε καμιά έδρα στο κοινοβούλιο (εφόσον το ελάχιστο απαιτούμενο ποσοστό για τους συνασπισμούς είναι 8%). Είχε οργανωθεί γύρω από την Αριστερή Δημοκρατική Συμμαχία (Sojusz Lewicy Demokratycznej – SLD) και κάποια μικρότερα αριστερά/φιλελεύθερα κόμματα, όπως οι Πράσινοι, το Κίνημα Palikot και το Πολωνικό Σοσιαλιστικό Κόμμα. Παρότι της προεκλογικής της εκστρατείας ηγήθηκαν νέοι άνθρωποι, μέλη διαφόρων κομμάτων-μελών του συνασπισμού, η Ενωμένη Αριστερά δεν κατάφερε να αποστασιοποιηθεί από τις αποτυχίες της αριστεράς στο παρελθόν, ειδικά όταν η Αριστερή Δημοκρατική Συμμαχία βρέθηκε στην κυβέρνηση στις αρχές της δεκαετίας του 2000. Ένα νέο αριστερό κόμμα, το Μαζί (Razem) έλαβε για πρώτη φορά μέρος σε -αυτές τις- εκλογές, λαμβάνοντας πάνω από 3%, το οποίο σημαίνει ότι στο εξής θα έχει πρόσβαση στην κρατική επιχορήγηση. Παρότι ορισμένες φορές παρουσιάζεται ως ο νέος ΣΥΡΙΖΑ ή το νέο Podemos της Πολωνίας, προτάσσει ένα σοσιαλδημοκρατικό πρόγραμμα που επικεντρώνει στην εφαρμογή ενός προοδευτικού φορολογικού συστήματος. Το κόμμα αρνήθηκε να συμμετάσχει στην Ενωμένη Αριστερά (ZL) και άσκησε δριμεία κριτική στην ηγεσία της Αριστερής Δημοκρατικής Συμμαχίας (SLD) κατά την προεκλογική περίοδο, με τον ισχυρισμό ότι επιθυμεί να ιδρύσει μια νέα μη «μετακομμουνιστική» αριστερά. Η διάσπαση της αριστεράς, απέναντι σε μια ισχυρή συντηρητική δεξιά, επέφερε την ήττα της σε αυτές τις εκλογές.
Η προοπτική
Το PiS θα προσπαθήσει τώρα να δημιουργήσει μια νέα πολιτική και πολιτιστική ηγεμονία η οποία, αν πετύχει, θα κυριαρχήσει στην πολιτική της Πολωνίας όπως και η πολιτική του Orban στην Ουγγαρία. Όποιες κι αν είναι οι διαφορές στα διάφορα τμήματα της αριστεράς, είναι άκρως απαραίτητο να αντιμετωπίσουν από κοινού τη σοβαρότητα της κατάστασης στην Πολωνία και να αντιταχθούν μαζί στις πολιτικές της δεξιάς κυβέρνησης. Το Razem κατάφερε σχετικά καλά να προσελκύσει τμήματα της νεολαίας και του κόσμου της εργασίας που ζουν σε συνθήκες επισφάλειας. Στο μεταξύ, η ZL διατήρησε την υποστήριξη της εκλογικής βάσης της SLD, κυρίως τους μεγαλύτερους σε ηλικία ψηφοφόρους. Και οι δυο αυτές ομάδες ψηφοφόρων είναι απαραίτητες αν η αριστερά θέλει να οργανώσει την επίθεσή της κατά της δεξιάς και να διεκδικήσει την εξουσία στις επόμενες εκλογές. Η αριστερά πρέπει να προσφέρει μια συνεκτική και προοδευτική εναλλακτική λύση που ενώνει διαφορετικές κοινωνικές ομάδες ενάντια στη διαχωριστική και αντιδραστική ατζέντα της δεξιάς.