Μετά από είκοσι χρόνια πολέμου και προσπαθειών οικοδόμησης ενός κράτους, το Αφγανιστάν της Δύσης κατέρρευσε. Πρόκειται για μια καταστροφή που απαιτεί να τεθεί το ερώτημα ποιος φέρει την ευθύνη. Όμως, ακόμα και πριν από την προσπάθεια σωτηρίας των ανθρώπων που βρίσκονται εκεί, είχε αρχίσει το παιχνίδι της επίρριψης ευθυνών μεταξύ των πολιτικών της Δύσης, με τον ένα να κατηγορεί τον άλλο για την καταστροφή.
Το ερώτημα που επαναλαμβάνεται συνέχεια είναι: Πώς, μετά από τόσα πολλά χρόνια και δισεκατομμύρια δολάρια, η αφγανική κυβέρνηση κατέρρευσε αμαχητί; Οι απαντήσεις δίνονται τόσο γρήγορα και με τέτοια ευκολία ώστε να μη μπορούν να θεωρηθούν ειλικρινείς. Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν επιρρίπτει την ευθύνη κυρίως στην Καμπούλ, προφανώς για να αποσπάσει την προσοχή από τα δικά του λάθη. Ισχυρίζεται, όπως και πολλοί άλλοι, ότι οι Αφγανοί δεν αγωνίστηκαν για να υπερασπιστούν τη χώρα τους. Αυτός ο ισχυρισμός αγνοεί το γεγονός ότι εκείνοι που τα τελευταία είκοσι χρόνια έδωσαν τις πραγματικές μάχες εναντίον των Ταλιμπάν, θυσιάζοντας εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπινες ζωές, ήταν οι Αφγανοί.
Δεν είναι τόσο εύκολο να δοθούν ειλικρινείς απαντήσεις σε αυτά τα ερωτήματα.
Καταστροφική συμφωνία
Μια σημαντική αιτία των πρόσφατων γεγονότων είναι ότι ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ συνήψε μια μη ασφαλή συμφωνία με τους Ταλιμπάν που στην ουσία τους πρόσφερε ένα χρονοδιάγραμμα νίκης. Η συμφωνία του Τραμπ άφησε ξεκρέμαστες τόσο την αφγανική κυβέρνηση όσο και την κοινωνία των πολιτών. Ούτε ζήτησε την γνώμη τους, ούτε υποχρέωσε τους Ταλιμπάν να κάνουν ξεχωριστές ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις με την κυβέρνηση και τις ομάδες πολιτών. Οι Ταλιμπάν κατάλαβαν γρήγορα ότι οι ΗΠΑ δεν επρόκειτο να αναμειχθούν στην όλη υπόθεση μετά την αποχώρησή τους, και γι’ αυτό σταμάτησαν τις ενδο-αφγανικές συζητήσεις.
Ο διάδοχος του Τραμπ, Τζο Μπάιντεν, ενεργώντας εξίσου ερασιτεχνικά στα θέματα εξωτερικής πολιτικής, αποδέχτηκε την καταστροφική συμφωνία σχεδόν με ευχαρίστηση. Οι ειδικοί για το θέμα του Αφγανιστάν δεν κατάφεραν να τον προφυλάξουν από τα προβλήματα της διαδικασίας εξόδου από τη χώρα. Ο Μπάιντεν βασίστηκε στη στρατηγική του διαβόητου σκοτεινού αμερικανού διπλωμάτη Ζαλμάι Χαλιλζάντ. Έτσι, αυτοί που πρόσφεραν στο πιάτο στους Ταλιμπάν την οροσειρά Χιντού Κους, δεν ήταν σε καμιά περίπτωση οι αφγανοί στρατιώτες που το έβαλαν στα πόδια για να γλυτώσουν τη ζωή τους, αλλά εκείνοι οι τρεις άνδρες στο απόγειο της δύναμής τους που με την πλήρη άγνοιά τους, εγκατέλειψαν τον αφγανικό λαό και τα επιτεύγματά του τις δυο τελευταίες δεκαετίες στο έλεος των Ταλιμπάν.
Στις εβδομάδες, τους μήνες, και πιθανόν τα χρόνια που θα έρθουν, θα προκύψουν πιο σύνθετες εξηγήσεις των αιτίων αυτής της κατάρρευσης. Όμως, τα λάθη που έγιναν από την αρχή της επέμβασης στο Αφγανιστάν είναι κραυγαλέα. Ιδού μερικά από αυτά:
«Μαύρη τρύπα»
Το Αφγανιστάν είναι μια χώρα στην οποία συνυπάρχουν διάφορες εθνοτικές ομάδες με ποικίλες θρησκευτικές τάσεις και αντιλήψεις, καθώς και με τα πιο διαφορετικά συμφέροντα. Από γεωπολιτική σκοπιά, η περιοχή Χίντου Κους είναι μια μαύρη τρύπα στην οποία πέφτουν όσες γειτονικές χώρες την πλησιάζουν. Όπως δείχνει η αφγανική ιστορία, στη Χίντου Κους ουδέποτε επιτεύχθηκε κάποια συμφιλίωση των συμφερόντων όλων των εθνοτικών ομάδων και των γειτονικών της περιοχών.
Αυτός είναι ένας από τους λόγους για τους οποίους το Αφγανιστάν μαστίζεται από έναν διαρκή πόλεμο εδώ και 40 χρόνια, και όχι μόνο τα τελευταία 20. Όλα άρχισαν με την απόφαση κάποιων ισλαμιστικών ομάδων το 1977 να αρχίσουν να πολεμούν στα βουνά του Αφγανιστάν ενάντια στην τότε κυρίαρχη ελίτ της χώρας -ακόμα και πριν από τη λεγόμενη Επανάσταση του Σαούρ το 1978-, πολύ πριν από την επέμβαση των Σοβιετικών. Το μέλλον θα δείξει αν, όπως ισχυρίζονται οι Ταλιμπάν, αυτός ο σχεδόν χωρίς τέλος πόλεμος θα τερματιστεί πράγματι τώρα, με τη βιαστική απόσυρση των δυτικών δυνάμεων.
«Ο πόλεμος κατά της τρομοκρατίας» και η αποδυνάμωση των αφγανικών κομμάτων
Πολλοί επικριτές του αφγανικού πολέμου στη Δύση θεωρούν ότι ένα από τα καθοριστικά λάθη που έγιναν ήταν η προσπάθεια εισαγωγής στο Αφγανιστάν δημοκρατικών θεσμών. Απαξιώνουν τη διαχείριση από τη Δύση ως «εξαγωγή δημοκρατίας», υπονοώντας ότι οι Αφγανοί και οι διεθνείς εταίροι τους ποτέ δεν προσπάθησαν στα σοβαρά να δημιουργήσουν ένα «κανονικό» κράτος. Σύμφωνα με αυτήν την άποψη, η ισορροπία συμφερόντων σε μια χώρα τόσο κατακερματισμένη όπως το Αφγανιστάν, μπορεί να επιτευχθεί μόνο με δημοκρατικά μέσα και διπλωματικές πρωτοβουλίες στην περιοχή.
Όμως, από την αρχή φάνηκε καθαρά ότι οι ΗΠΑ δεν ενδιαφέρονταν να δημιουργήσουν συνθήκες δημοκρατικής λειτουργίας. Ο πολεμικός τους στόχος ήταν και παρέμεινε να διώξουν την Αλ Κάιντα από το Αφγανιστάν και να εξοντώσουν τον Μπιν Λάντεν. Υπ’ αυτήν την έννοια δεν απέτυχαν στο Αφγανιστάν. Αλλά αυτόν τον στόχο τον είχαν πετύχει πριν από πολλά χρόνια. Στην πραγματικότητα, από την πλευρά της Ουάσιγκτον, η αποχώρηση άργησε πάρα πολύ να γίνει. Αυτό τελικά εξηγεί και την πρόσφατη βιασύνη.
Σε όλα αυτά πρέπει να προσθέσουμε το γεγονός ότι οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί της υπονόμευαν διαρκώς τα αποτελέσματα των δημοκρατικών διαδικασιών στο Αφγανιστάν γιατί δεν ήταν αυτά που επιθυμούσαν. Από τη σκοπιά των ΗΠΑ, οι Αφγανοί πάντοτε έκαναν λάθος στην επιλογή των εκπροσώπων τους και στους στόχους που επιδίωκαν.
Ίσως το μοιραίο λάθος είναι ότι η Δύση επέβαλε στους Αφγανούς ένα προεδρικό σύστημα σύμφωνα με το αμερικανικό μοντέλο. Οι άπειροι Αφγανοί χαιρέτισαν τη δημιουργία συντάγματος. Το κείμενό του, όμως, συντάχθηκε από αμερικανούς συμβούλους. Σ’ αυτό το μοντέλο το κοινοβούλιο είχε αδύναμο ρόλο. Τα πολιτικά κόμματα, που είναι πολυάριθμα στο Αφγανιστάν -ορισμένα εκ των οποίων με μεγάλη παράδοση- αγνοήθηκαν και αποδυναμώθηκαν. Όμως, αυτά ακριβώς τα κόμματα θα έπρεπε να είναι τα εργαλεία που θα δημιουργούσαν και θα συνέχιζαν να διευκολύνουν, μέσω δημοκρατικών μεθόδων, την τόσο αναγκαία και επείγουσα ισορροπία συμφερόντων.
Τέλος, ένας επιπλέον ανασταλτικός παράγοντας ήταν η διενέργεια εκλογών, ειδικά οι δύο τελευταίες προεδρικές εκλογές. Μέχρι σήμερα τα πραγματικά τους αποτελέσματα δεν έχουν ανακοινωθεί. Όμως, παρά τους πολλούς περιορισμούς για λόγους ασφάλειας ή τεχνικούς λόγους, οι εκλογές αυτές οργανώθηκαν και διεξήχθησαν με δημοκρατικό τρόπο. Παρά τις σοβαρές απειλές των Ταλιμπάν, πολλοί Αφγανοί αποφάσισαν να συμμετάσχουν στην ψηφοφορία, διακινδυνεύοντας και τη ζωή τους. Και οι πολιτικές μάχες άρχισαν από την καταμέτρηση των ψήφων με αποτέλεσμα αυτές, που ρίχτηκαν στην κάλπη με τόσες θυσίες, να μην καταμετρηθούν ποτέ πλήρως. Η Ουάσιγκτον, που δεν φημίζεται για την υπομονή της, έβαλε το χεράκι της και επέβαλε με διάταγμα ως πρόεδρο τον Ασράφ Γκάνι, ενώ οι δυνάμεις που είχε προκαθοριστεί ότι θα είναι στην αντιπολίτευση, τοποθετήθηκαν στο τραπεζάκι για τα παιδιά.
Νεοφιλελευθερισμός και διαφθορά
Γενικώς, η Δύση προσπάθησε πεισματικά να εγκαταστήσει στον Αφγανιστάν ένα σύστημα που να ταιριάζει στην παγκόσμια νεοφιλελεύθερη τάξη πραγμάτων. Σε μια εντελώς πάμφτωχη χώρα, απαγορεύτηκε να φλερτάρει καθ’ οιονδήποτε τρόπο με σοσιαλιστικά μοντέλα∙ η Καμπούλ προοριζόταν να γίνει μέλος του ΠΟΕ, να ανοίξει τα σύνορά της σε όλες τις εισαγωγές, και να λύσει τα μείζονα υπαρξιακά ζητήματά της με οικονομικές μεθόδους που στηρίζονταν στον ιδιωτικό τομέα. Υποστηρίχθηκαν οι επιχειρηματίες και αγνοήθηκαν τα συνδικάτα. Ο πρώην πρόεδρος Ασράφ Γκάνι επέτρεψε ακόμα και την εισβολή αστυνομικών και στρατιωτικών μονάδων στα κεντρικά γραφεία της συνομοσπονδίας των αφγανικών συνδικάτων.
Πάνω απ’ όλα, οι ΗΠΑ δεν έδειξαν το παραμικρό ενδιαφέρον για την εγχώρια πολιτική κατάσταση. Επιδίωξαν τους στόχους που είχαν ορίσει οι ίδιοι, και κάνοντάς το αυτό, επέλεγαν πάντοτε τον συντομότερο δρόμο από το σημείο Α στο σημείο Β. Επανέφεραν στην εξουσία τις ελίτ που βρίσκονταν στην εξορία, οι οποίες είχαν μεν κακή φήμη, αλλά ήταν φιλοαμερικανικές. Δωροδόκησαν και ήρθαν σε αλισβερίσι με παλιούς πολέμαρχους, ενώ βοήθησαν να αποκτήσουν δύναμη και κάποιοι νεότεροι. Δεν είναι υπερβολή ότι μυστικοί πράκτορες της CIA παρέδιδαν πλαστικές σακούλες γεμάτες δολάρια σε όσους ήταν πρόθυμοι να συνεργαστούν με τις δυνάμεις κατοχής. Μ’ αυτόν τον τρόπο εξασφάλιζαν την διατήρηση της διαφθοράς, γεγονός που βοήθησε πολλούς δυτικούς συμβούλους να αποκομίσουν σεβαστά χρηματικά ποσά.
Χωρίς γνώση της ιστορίας και της πολυπλοκότητας της χώρας εγκαθιδρύθηκε ένα κεντρικό κράτος. Οι υλικοί και φυσικοί πόροι συγκεντρώθηκαν σε λίγες μεγάλες πόλεις. Τα φορολογικά έσοδα της Δύσης σπάνια έφταναν στις τεράστιες εκτάσεις του Αφγανιστάν. Ακόμα χειρότερα, οι ελίτ της χώρας -προφανώς επειδή ελάχιστα πίστευαν στο σχέδιο του εκδημοκρατισμού- πολύ γρήγορα μετέφεραν τα λεφτά τους, μέσα σε βαλίτσες, στο εξωτερικό: στο Ντουμπάι, την Τουρκία, ή τη Μαλαισία, όπου τα έσοδα της οικονομικής ενίσχυσης της χώρας μετατράπηκαν σε λάιφσταϊλ και κακόγουστα παλάτια.
Ένα Αφγανιστάν κατακερματισμένο: Και τώρα, πάλι πόλεμος και αύξηση των στρατιωτικών εξοπλισμών;
Το Αφγανιστάν είναι σήμερα μια ερειπωμένη χώρα. Ο Γκάνι, ανδρείκελο των ΗΠΑ, την κοπάνησε νύχτα. Οι πολιτικοί που έμειναν πίσω προσπάθησαν να μειώσουν τις απώλειές τους. Εν τω μεταξύ, οι Ταλιμπάν, από τότε που κατέλαβαν την Καμπούλ, επαναλαμβάνουν τη δέσμευση ότι θα σχηματίσουν μια κυβέρνηση χωρίς αποκλεισμούς, αλλά λαμβάνοντας υπόψη ότι δεν είχαν διάθεση να διαπραγματευτούν ακόμα και όταν ήταν εκτός παιχνιδιού και ηττημένοι, είναι απίθανο ότι σήμερα θα είναι πρόθυμοι να μοιραστούν την εξουσία με άλλους. Το πιθανότερο είναι ότι ο πόλεμος θα κοπάσει για λίγο για να αναζωπυρωθεί πάλι λίγο αργότερα. Οι πρώτες διαδηλώσεις διαμαρτυρίας στο Τζαλαλαμπάντ, η ένοπλη αντίσταση που οργανώνεται στην κοιλάδα του Πανισίρ, οι δηλώσεις ορισμένων πολιτικών που θέλουν να οικοδομήσουν ξανά τη Βόρεια Συμμαχία στο Ουζμπεκιστάν, όλα αυτά δείχνουν ότι τα πράγματα δεν θα παραμείνουν ειρηνικά για μεγάλο διάστημα.
Από την άλλη, αυτή η ολοσχερής ήττα, η ντροπιαστική, ανεύθυνη αποχώρηση, θα καταδιώκει τη Δύση και τη στρατιωτική συμμαχία της. Προς το παρόν, αφ’ ενός είναι σαφές ότι οι ΗΠΑ χάνουν τον ρόλο τους ως παγκόσμια δύναμη και ότι οι σύμμαχοί της δεν μπορούν πλέον να βασίζονται στην Ουάσιγκτον, αφ’ ετέρου, θα προκύψει μια ραγδαία αύξηση των προσδοκιών για τη δημιουργία ενός ευρωπαϊκού στρατού.
Η Αριστερά πρέπει να έχει συγκεκριμένες θέσεις
Τέλος, πρέπει να αναφέρουμε έναν ακόμα κίνδυνο που διατρέχει η ριζοσπαστική Αριστερά στη Δύση. Δεν μπορεί πια να επαφίεται στο βολικό γεγονός ότι ήταν εξαρχής αντίθετη σ’ αυτόν τον πόλεμο. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα ότι μέχρι σήμερα δεν είχε ούτε άποψη ούτε στρατηγική για το πώς πρέπει να βοηθήσει τις πολλές διαφορετικές προοδευτικές δυνάμεις σε μια χώρα όπως το Αφγανιστάν, με τρόπο που κάποιες αλλαγές -που θα βασίζονται στην πολυσχιδή κοινωνία του Αφγανιστάν, στην κουλτούρα και στον τρόπο ζωής των ανθρώπων του και θα διατηρούνται από αυτούς τους ανθρώπους σε τοπικό επίπεδο- να μπορέσουν να γίνουν και εκτός των πόλεων. Η Αριστερά πρέπει να πάρει ξεκάθαρη θέση ενάντια σε κάθε μορφή οριενταλισμού και πολιτισμικού ρατσισμού. Πρέπει, τουναντίον, να επεξεργαστεί και να συζητήσει σοβαρά την έννοια του διεθνισμού, της διεθνούς αλληλεγγύης και των αντίστοιχων πρακτικών, συμπεριλαμβανομένων αριστερών σχεδίων για την ανάπτυξη της περιοχής.
Δείτε επίσης:
– Δήλωση του Κόμματος της Ευρωπαϊκής Αριστεράς: Το ΚΕΑ στέκεται στο πλευρό του αφγανικού πληθυσμού που αντιμετωπίζει την τελευταία πράξη του Πολέμου ενάντια στην Τρομοκρατία
– Δήλωση της Αριστεράς στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (πρώην GUE/NGL): Η προστασία όσων εγκαταλείπουν το Αφγανιστάν ζητώντας άσυλο πρέπει να είναι μέγιστη προτεραιότητα