Απόλυτη υπήρξε η επιτυχία της διαδήλωσης στις 6 Νοεμβρίου. Με περισσότερους από 120.000 συμμετέχοντες από όλη τη χώρα, η διαδήλωση την οποία οργάνωσαν τα τρία μεγαλύτερα συνδικάτα (Χριστιανικό, Σοσιαλιστικό και Φιλελελεύθερο) αποτελεί τη μεγαλύτερη κοινωνική κινητοποίηση των τελευταίων 30 ετών.
Συνδικαλιστές, αριστεροί ακτιβιστές, ενώσεις και απλοί πολίτες βγήκαν στους δρόμους των Βρυξελών. Τα μεμονωμένα βίαια επεισόδια στο τέλος της πορείας δεν επισκίασαν το βασικό αίτημα για ριζικό επαναπροσδιορισμό της πολιτικής από τη νέα δεξιά κυβέρνηση της οποίας ηγείται ο φιλελεύθερος Σαρλ Μισέλ.
Αυτή η μαζική επιτυχία αντανακλά την οργή που προκάλεσαν οι νέες επιθέσεις της συγκυβέρνησης στις κοινωνικές κατακτήσεις. Το σχέδιο περικοπής δαπανών αφορά πάνω από 11 δις ευρώ και λειτουργεί προς όφελος των μεγάλων επιχειρήσεων, ενώ στρέφεται ενάντια στον υπόλοιπο πληθυσμό με: αυξήσεις στους έμμεσους φόρους και δραστικές περικοπές στη δημόσια υγεία και τις δημόσιες υπηρεσίες. Άλλα μέτρα επιδιώκουν τη διάλυση του βελγικού κοινωνικού μοντέλου: η αύξηση της ηλικίας συνταξιοδότησης από τα 65 στα 67 χρόνια, η κατάργηση της αυτόματης σύνδεσης των μισθών με τον πληθωρισμό ή η μείωση των εργοδοτικών εισφορών που μπορεί να απειλήσει τη βιωσιμότητα της κοινωνικής ασφάλισης. «Πρόκειται για ένα σωρό από τρόπαια για το λόμπι των εργοδοτών», λέει ο Μαρκ Λεεμάνς, πρόεδρος της Συνομοσπονδίας Χριστιανικών Συνδικάτων.
Αυτή η σταυροφορία ενάντια στο κράτος πρόνοιας λαμβάνει χώρα σε ένα εξίσου νέο πολιτικό πλαίσιο. Για πρώτη φορά μετά από 26 χρόνια, η σοσιαλδημοκρατία αποκλείεται από την εξουσία σε εθνικό επίπεδο. Η εξέλιξη αυτή είναι προϊόν της βούλησης των δύο πολιτικών κομμάτων να έρθουν σε ρήξη με την παράδοση της συναίνεσης που επικρατούσε στο Βασίλειο του Βελγίου. Αφ’ ενός, το δεξιό αποσχιστικό φλαμανδικό κόμμα N–VA (Niew –Vlaamse Alliantie) το οποίο, υπό την πίεση των συνδικάτων του ιδιωτικού τομέα, συμφώνησε να μεταθέσει χρονικά το νεοφιλελεύθερο πρόγραμμά του. Αφ’ ετέρου, το κεντροδεξιό φιλελεύθερο γαλλόφωνο Μεταρρυθμιστικό Κίνημα (Mouvement Réformateur) το οποίο επέλεξε, με μόλις το ένα τέταρτο των γαλλόφωνων ψηφοφόρων, να ηγηθεί μιας κυβέρνησης που κυριαρχείται καθαρά από τα φλαμανδικά κόμματα.
Αυτή η ασύμμετρη εκπροσώπηση οδηγεί σε μια ριζικά διαφορετική πρόσληψη της κυβερνητικής δράσης από τις διαφορετικές γλωσσικές κοινότητες. Όντως, η κυβέρνηση επωφελείται από τη συναίνεση του 58% των ψηφοφόρων της Φλάνδρας. Η συναίνεση αυτή όμως, αφορά μόνο το 32% των γαλλόφωνων ψηφοφόρων στις Βρυξέλες και σε ολόκληρη την Βαλονία. Ωστόσο, η μαζική και απρόσμενη παρουσία των διαδηλωτών από τον βελγικό Βορρά ηχεί σαν κοροϊδία για τους φλαμανδούς εθνικιστές, οι οποίοι συνήθως αντικαθιστούν τις διαμάχες περί τα κοινωνικο-οικονομικά ζητήματα με το γλωσσικό ζήτημα. Αυτή η εξέλιξη μπορεί να ανοίξει θετικές προοπτικές για το μέλλον των κοινωνικών αγώνων, με αποκορύφωμα την εθνική απεργία της 15ης Δεκεμβρίου.