Στις 2 Οκτωβρίου, διοργανώθηκε εθνικό δημοψήφισμα σχετικά με την εφαρμογή των ποσοστώσεων της ΕΕ για την κατανομή των προσφύγων και με τη μεταναστευτική πολιτική της Ουγγαρίας, σε ένα κλίμα που κυριαρχήθηκε από κρατική ρατσιστική προπαγάνδα. Και, παρότι η συντριπτική πλειοψηφία απέρριψε τις ποσοστώσεις της ΕΕ (98%), η προσέλευση των ψηφοφόρων ήταν πολύ μικρή (43%), ώστε το δημοψήφισμα να μη θεωρείται έγκυρο. Η κυβέρνηση εξακολουθεί να χαρακτηρίζει το δημοψήφισμα επιτυχές και θέλει να τροποποιήσει δεόντως το Σύνταγμα.
Το δημοψήφισμα και ο τρόπος διατύπωσης του ερωτήματος, η προπαγανδιστική εκστρατεία την περίοδο του δημοψηφίσματος και τα μέτρα που πάρθηκαν στη συνέχεια συγκροτούν μια νέα ρατσιστική και αυταρχική πολιτική.
«Επιθυμείτε να επιτρέπεται στην Ευρωπαϊκή Ένωση να καθορίζει τη μετεγκατάσταση στην Ουγγαρία μη Ούγγρων πολιτών χωρίς την έγκριση της Εθνοσυνέλευσης;», ήταν η κυνική ερώτηση που τέθηκε στο δημοψήφισμα. Το 43%, όμως, ήταν μακράν του απαιτούμενου ορίου του 50% που θα καθιστούσε το δημοψήφισμα έγκυρο.
Ρατσιστική κρατική προπαγάνδα
Οι μήνες και οι εβδομάδες που προηγήθηκαν του δημοψηφίσματος χαρακτηρίστηκαν από μια κυβερνητική εκστρατεία μεγάλης κλίμακας, την οποία ο Ούγγρος φιλόσοφος Γκάσπαρ Μίκλος Ταμάς χαρακτήρισε το «μεγαλύτερο κύμα ρατσιστικής προπαγάνδας που έγινε από το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου» [1]. Ξοδεύτηκαν πάνω από 32 εκατομμύρια € δημόσιοι πόροι για αφίσες, φυλλάδια, περίπτερα ‘ενημέρωσης’, διανομή υλικού και προσωπικά τηλεφωνήματα (που έκαναν δημόσιοι υπάλληλοι κατόπιν εντολής) για να πείσουν τον κόσμο να ψηφίσει ‘όχι’ και –όπως το έθεσε η κυβέρνηση- «να στείλει στις Βρυξέλλες το μήνυμα να ανακόψουν την απειλή που η μετανάστευση αντιπροσωπεύει για το μέλλον της Ουγγαρίας». Διατυπώθηκαν αβάσιμοι ισχυρισμοί προκειμένου να τονίσουν την ανάγκη να προκύψει ένα ‘ηχηρό όχι’, όπως για παράδειγμα ότι «οι μετανάστες χωρίς χαρτιά δεν σέβονται τους ευρωπαϊκούς κανόνες, περιλαμβανομένων των δικαιωμάτων των γυναικών», ότι «από την έναρξη της μεταναστευτικής κρίσης, αυξήθηκαν δραματικά τα περιστατικά σεξουαλικής παρενόχλησης» και ότι «οι επιθέσεις στο Παρίσι και τις Βρυξέλλες αποδεικνύουν ότι υπάρχει σαφής σχέση ανάμεσα στη μετανάστευση και την τρομοκρατία» [2].
Η κρατική προπαγάνδα με τον απροκάλυπτο ρατσισμό της ήταν συντριπτική, αλλά δεν αποτέλεσε έκπληξη. Πέρσι, με την κατασκευή του τείχους που έκλεινε τα σύνορα με τη Σερβία, πέρασαν όλο και πιο απαγορευτικές τροποποιήσεις νόμων, με στόχο την άρνηση πρόσβασης στη διεθνή προστασία, τη συστηματική ακύρωση της βοήθειας προς τους πρόσφυγες και τη νομιμοποίηση της αστυνομικής βίας στα σύνορα [3].
1η επιλογή: αναγκαστική μετεγκατάσταση με εντολή της ΕΕ
Το δημοψήφισμα οργανώθηκε ως αντίδραση στην ‘επείγουσα μετεγκατάσταση’ 160.000 προσφύγων (όπως προτάθηκε από την ‘Ευρωπαϊκή Ατζέντα για τη Μετανάστευση’ [4]), από κάποια κράτη μέλη που έχουν επιβαρυνθεί ιδιαίτερα σε άλλα κράτη μέλη. Αυτή η ατζέντα θα χρησιμεύσει ως πρότυπο και για μελλοντικές ‘καταστάσεις κρίσης’. Ενώ αρχικά η Ουγγαρία ήταν –μαζί με την Ελλάδα και την Ιταλία- στον κατάλογο των χωρών από τις οποίες οι πρόσφυγες θα μεταφέρονταν αλλού για μετεγκατάσταση, ο αριθμός των ανθρώπων στους οποίους χορηγήθηκε πρόσβαση στην ουγγρική διαδικασία ασύλου μειώθηκε τόσο δραστικά (εξαιτίας του φράχτη και της όλο και πιο απαγορευτικής νομοθεσίας ασύλου), που η Ουγγαρία έγινε, τελικά, μια από τις ‘χώρες υποδοχής’ με το σύστημα των ποσοστώσεων.
Το σύστημα ποσοστώσεων που προτείνει η ΕΕ, όμως, αφορά αιτούντες ασύλου που προέρχονται από χώρες αναγνωρισμένες από το 75% τουλάχιστον των κρατών μελών, αποκλείοντας, επομένως, την πλειονότητα όσων προέρχονται από την Ερυθραία ή τη Συρία. Ακόμη και αν οι προσωπικές ικανότητες και οι κοινωνικές σχέσεις των προσφύγων που μετεγκαθίστανται παίζουν –μέχρις ενός βαθμού- κάποιο ρόλο στη διαδικασία μετεγκατάστασης, είναι σαφές ότι το πιο σημαίνον σε αυτές τις ρυθμίσεις είναι η πρόσληψη των μεταναστών ως ‘βάρος’ (που πρέπει να κατανεμηθεί δίκαια ανάμεσα στα κράτη μέλη της ΕΕ). Οι πρόσφυγες δεν αντιμετωπίζονται ως άτομα με στόχους, επιθυμίες και πολιτική φωνή, αλλά ως βάρος που πρέπει να μεταφερθεί τυχαία από το ένα μέρος στο άλλο.
Κοντολογίς, το σύστημα των ποσοστώσεων είναι ένας μηχανισμός αναγκαστικής μετεγκατάστασης που στερεοποιεί την κατανομή των μεταναστών. Στο μεταξύ, οι συνθήκες για τους πρόσφυγες στα κράτη μέλη δεν βελτιώνονται. Αναπαράγονται οι ιεραρχίες και ο αποκλεισμός ανάλογα με την εθνικότητα και τις αξιοποιήσιμες –με νεοφιλελεύθερους όρους- «ικανότητες» των ατόμων.
Επομένως, το δημοψήφισμα έδινε το δικαίωμα επιλογής ανάμεσα σε αυτό το ακραία προβληματικό σύστημα ποσοστώσεων και στην αποδοχή της πολιτικής ασύλου που εφαρμόζει η ουγγρική κυβέρνηση τα τελευταία χρόνια.
2η επιλογή: Η πολιτική απομόνωσης της Ουγγαρίας
Οι περσινοί περιορισμοί της πολιτικής ασύλου επιδείνωσαν τις κακουχίες που βιώνουν οι μετανάστες στην Ουγγαρία. Οι αιτούντες ασύλου αντιμετωπίζουν το συστηματικό εγκλεισμό και τη συχνή επαναξιολόγηση και ακύρωση του καθεστώτος ασυλίας. Κάτι τέτοιο οδηγεί σε απέλαση ή στην ακύρωση της ονομαζόμενης ‘συμφωνίας ένταξης’, η οποία εξασφάλιζε τουλάχιστον κάποια οικονομική βοήθεια στην Ουγγαρία, όταν χορηγούσε άσυλο σε ανθρώπους που δεν δικαιούνταν οικονομική βοήθεια. Πλέον, όσοι αποκτούν το καθεστώς ασυλίας χωρίς να δικαιούνται οικονομική βοήθεια, στέγη ή μαθήματα γλώσσας, αναγκάζονται να εγκαταλείψουν τη χώρα λόγω απουσίας εναλλακτικής λύσης.
Αυτές οι τάσεις δεν αφορούν μόνο την ουγγρική πολιτική. Ανάλογες τροποποιήσεις έγιναν σε πολλά κράτη μέλη της ΕΕ. Οι ίδιες τάσεις είναι ορατές στη φονική διαχείριση των συνόρων από την ΕΕ και στα σχέδια της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να δημιουργήσει ένα εξαιρετικά περιοριστικό σύστημα ασύλου, ο συντονισμός του οποίου θα γίνεται σε επίπεδο ΕΕ και θα είναι παρόμοιο με το ουγγρικό μοντέλο [5]. Η ουγγρική κυβέρνηση μπορεί ήδη να εφαρμόζει ανάλογη πολιτική με τρόπο απροκάλυπτο και παράνομο. Το γεγονός αυτό είναι εμφανές στη συστηματική χρήση βίας από την ουγγρική αστυνομία εναντίον όσων μπαίνουν στην Ουγγαρία από τα σύνορα της Σερβίας και στις συνεχιζόμενες πολιτικές δίκες, που έχουν στόχο τη δημιουργία εντυπώσεων (Röske11) και ποινικοποιούν την ελευθερία κίνησης και τις διαμαρτυρίες αλληλεγγύης, μαζί με τους πρόσφυγες τους οποίους θέτουν στο σκόπευτρο της αντιτρομοκρατικής νομοθεσίας [6].
Οι διαμαρτυρίες και η ακυρότητα του δημοψηφίσματος
Ορισμένες σημαντικές πρωτοβουλίες κατάφεραν να κινητοποιήσουν ένα κύμα ανθρώπων, προκειμένου να μποϊκοτάρουν το δημοψήφισμα και να κηρυχθεί άκυρο. Οι πρωτοβουλίες αυτές άσκησαν κριτική στη συμβολική επιλογή ανάμεσα σε δυο ‘εναλλακτικές προτάσεις’ που ήταν, στον πυρήνα τους, εξίσου απάνθρωπες –το σύστημα των ποσοστώσεων και η πολιτική απομόνωσης της Ουγγαρίας-. Άσκησαν κριτική στην έντονη προπαγάνδα και τη χρήση δημόσιων πόρων για το δημοψήφισμα. Εκτός από τις εκστρατείες-παρωδία από το ‘Ουγγρικό Κόμμα του Σκύλου με δυο ουρές’, ένα σατυρικό κόμμα που γελοιοποιούσε τις κυβερνητικές αφίσες για το δημοψήφισμα, έγιναν και διάφορες συμμαχίες ανάμεσα σε οργανώσεις και ομάδες, που οργάνωσαν εκδηλώσεις διαμαρτυρίας από κοινού.
Ο αριθμός των άκυρων ψηφοδελτίων (που γίνονταν άκυρα επί τούτου, με τρόπους πολύ ευρηματικούς και αναρτώνταν στα κοινωνικά δίκτυα [7]) αποτέλεσε το 6-7% επί του συνόλου. Το υψηλό αυτό ποσοστό είναι ιδιαίτερα αξιοσημείωτο, αν σκεφτούμε ότι η αποχή θα είχε το ίδιο αποτέλεσμα με τα άκυρα ψηφοδέλτια. Είναι ιδιαίτερα ενοχλητικό ότι η κυβέρνηση δεν αφαιρεί αυτό το ποσοστό από το ποσοστό του ‘ναι’ (98%).
Αυταρχισμός: η ρητορεία της επιτυχίας και οι συνταγματικές ρυθμίσεις
Ήταν σαφές ότι η κυβέρνηση Φιντέζ δεν επεδίωκε, με το δημοψήφισμα, να βρει τρόπο για να επηρεάσει δημοκρατικά την πολιτική της ΕΕ. Αυτό είχε γίνει εμφανές από τη συμπεριφορά του ίδιου του πρωθυπουργού Βίκτορ Όρμπαν. Τον Φεβρουάριο, κατά την ψηφοφορία του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου για το προτεινόμενο σύστημα ποσοστώσεων της ΕΕ, ο Όρμπαν το είχε υπερψηφίσει [8]. Η χρήση της μεταναστευτικής πολιτικής και της ‘ασφάλειας’ ως καναλιού προσέλκυσης ψηφοφόρων στον δεξιό λαϊκισμό και με στόχο την αναδιοργάνωση του κράτους πάνω στη γραμμή του αυταρχισμού, αποτελεί κοινή στρατηγική για την Ευρώπη. Αυτή η στρατηγική, όμως, είναι κάτι που η διοίκηση Όρμπαν χρησιμοποιεί πολύ συχνά.
Η αναβίωση των αυταρχικών μεθόδων καταδεικνύεται και από το σκανδαλώδες κλείσιμο αριστερών ΜΜΕ που ασκούν κριτική στην κυβέρνηση, όπως της καθημερινής εφημερίδας Népszabadság[9], καθώς και από τη σπουδή της κυβέρνησης να τροποποιήσει το Σύνταγμα, παρά την ακυρότητα του δημοψηφίσματος. Χρησιμοποιώντας την ‘απειλή της τρομοκρατίας’ και την ‘ηχηρή επιτυχία του 98% υπέρ της εθνικής κυριαρχίας της Ουγγαρίας σε θέματα που αφορούν τους πρόσφυγες’ ως πρόσχημα, το Σύνταγμα θα τροποποιηθεί με τρόπο που να κωδικοποιεί την ‘προστασία της ουγγρικής ταυτότητας’ ‘ως θεμελιώδους καθήκοντος του κράτους’ και να επιτρέπει την εφαρμογή των απαιτήσεων της ΕΕ μόνο όταν ‘η εθνική κυριαρχία της Ουγγαρίας, αναφορικά με την εδαφική της ακεραιότητα, τον πληθυσμό της, τη μορφή της κυβέρνησης και την κυβερνητική δομή της’ δεν περιορίζεται [10].
Το δημοψήφισμα, ή –πιο σωστά- η εκστρατεία δυσφήμισης των αποκαλούμενων ‘παράνομων μεταναστών’, σύμφωνα με την κυβέρνηση, επιτέλεσε τον στόχο της και ενίσχυσε την εξουσία της κυβέρνησης Φιντέζ. Αποπροσανατόλισε την κοινή γνώμη από τα γενικευμένα προβλήματα στο σύστημα υγείας, στην εκπαίδευση και την κοινωνία της Ουγγαρίας, ενώ δυνάμωσε τη διαπραγματευτική θέση της χώρας στο πλαίσιο της ΕΕ. Η ρατσιστική χρήση του μεταναστευτικού για την προώθηση της αυταρχικής πολιτικής αποδεικνύεται, ωστόσο, ιδιαίτερα παράλογη, αν δούμε τον εξαιρετικά μικρό αριθμό προσφύγων που είχαν τη δυνατότητα να εγκατασταθούν στην Ουγγαρία, παρά τα πολλαπλά φυσικά και νομικά εμπόδια [11].
Σημειώσεις:
[1] Gáspár Miklós Támas: Anti-Immigration Referendum Sunday in Hungary, στο: Open Democracy, 02/10/2016. https://www.opendemocracy.net/can-europe-make-it/g-m-tam-s/anti-immigration-referendum-sunday-in-hungary
[2] Η αγγλική μετάφραση ενός φυλλαδίου που στάλθηκε σε όλα τα νοικοκυριά δημοσιεύτηκε στο: The Budapest Beacon, 07/09/2016. http://budapestbeacon.com/featured-articles/we-must-stop-brussels-referendum-booklet-warns-hungariThans/38777
[3] Άρθρα για την ουγγρική πολιτική και τις συνέπειές της δημοσιεύονται τακτικά στο μπλογκ της Ουγγρικής Ομάδας Αλληλεγγύης στους Μετανάστες (Migszol), στην κατηγορία: Migszol-Update: http://www.migszol.com/blog/category/migszol-update
[4] Για μια συνολική εικόνα όλων των εγγράφων της Ευρωπαϊκής Ατζέντας για τη Μετανάστευση: http://ec.europa.eu/dgs/home-affairs/what-we-do/policies/european-agenda-migration/proposal-implementation-package/index_en.htm
[5] Τον συντονισμό του συστήματος ασύλου, όπως σχεδιάστηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, θα έχει η ΕΕ. Το σύστημα περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα: 1) την κατάργηση του διαρκούς καθεστώτος ασυλίας μέσω επαναλαμβανόμενων ελέγχων, 2) τον περιορισμό της χορήγησης ασύλου μέσω της εφαρμογής τακτικών αναζητήσεων ‘εναλλακτικών δυνατοτήτων εσωτερικής πτήσης’, 3) μαζικές απαγορεύσεις της ελευθερίας κίνησης εντός της ΕΕ που θα καθιστούν πιο δύσκολη τη μετανάστευση από το ένα κράτος μέλος στο άλλο και 4) την προώθηση της συστηματικής κράτησης στη διαδικασία ασύλου: http://europa.eu/rapid/press-release_IP-16-2433_en.htm
[6] Για περισσότερες πληροφορίες για την υπόθεση Röske επισκεφθείτε την ιστοσελίδα: http://freetheroszke11.weebly.com/. Ο κύριος εναγόμενος, Ahmad H., κατηγορείται για τρομοκρατία επειδή συμμετείχε σε εκδηλώσεις διαμαρτυρίας στα σύνορα και μπορεί να αντιμετωπίσει ισόβια.
[7] Μια από τις πολυάριθμες ιστοσελίδες με φωτογραφίες άκυρων ψηφοδελτίων: http://index.hu/belfold/2016/10/02/kvotareferendum_ervenytelen_szavazatok/
[8] The Budapest Beacon: Tusk: Orbán voted for refugee resettlement quotas in European Council, 05/10/2016. http://budapestbeacon.com/politics/tusk-orban-voted-for-refugee-resettlement-quotas-in-european-council/40344
[9] Για περισσότερες πληροφορίες σχετικά με το κλείσιμο της Népszabadság και άλλων εφημερίδων εδώ: https://www.ft.com/content/1f15cc30-8d5e-11e6-a72e-b428cb934b78
[10] Η Budapest Beacon δημοσίευσε λεπτομερή κατάλογο των σχεδιαζόμενων τροποποιήσεων: http://budapestbeacon.com/news-in-brief/orban-submits-constitutional-modification-proposal/40585
[11] Λόγω ανεπαρκούς τεκμηρίωσης, δεν υπάρχουν επίσημα στοιχεία για τον αριθμό των ατόμων που ζουν στην Ουγγαρία σε καθεστώς ασυλίας. Εντός του 2016, και μέχρι σήμερα, χορηγήθηκε καθεστώς ασύλου χονδρικά σε 300 άτομα. Τα προηγούμενα χρόνια, ο αριθμός αυτός ανήλθε στους 500. Εξαιτίας της παντελούς έλλειψης οικονομικής και κοινωνικής υποστήριξης στους αναγνωρισμένους πρόσφυγες, ο συνολικός αριθμός των προσφύγων που διαμένουν μόνιμα στην Ουγγαρία ανέρχεται το πολύ σε 1.000 με 2.000 ανθρώπους.