Η ιδιαίτερη ιστορική ευθύνη της Γερμανίας επαναβεβαιώνεται επανειλημμένα· ταυτόχρονα, επανερμηνεύεται, ειδικά τώρα, στο πλαίσιο του πολέμου στην Ουκρανία. Μεταξύ εκείνων που τάσσονται υπέρ μιας γερμανικής πολιτικής ηγεμονίας, πολλοί, όπως ο πρώην πρόεδρος της Γερμανίας Γκάουκ, ερμηνεύουν εκ νέου την ευρωπαϊκή ιστορία με βάση τη θεωρία του ολοκληρωτ
Κατά τη διαμόρφωση της εξωτερικής πολιτικής, αγνοούνται σχεδόν πάντα τα ιστορικά συμφραζόμενα και οι εξελίξεις των τελευταίων 30 ετών, δηλαδή η κατανόηση της πολιτικής ως μιας διαδοχής δράσεων και αντιδράσεων μιας πλευράς, που λαμβάνει παράλληλα υπόψιν της τα συμφέροντα όλων των εμπλεκόμενων μερών. Τι συμβαίνει με τη Γερμανία; Ως ηγέτιδα οικονομική δύναμη στην ΕΕ, επικρατεί η ιδέα ότι η Γερμανία θα πρέπει να αναλάβει και ηγεμονικό πολιτικό ρόλο που δεν θα περιορίζεται πλέον από την πολιτική της στρατιωτικής αυτοσυγκράτησης.
Ωστόσο, απέναντι στην εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, απέναντι σε έναν πόλεμο που παραβιάζει το διεθνές δίκαιο, η Γερμανία γίνεται ένας από τους μεγαλύτερους προμηθευτές όπλων στην Ουκρανία.
Ο αναπροσανατολισμός της γερμανικής εξωτερικής πολιτικής
Το 2021 -όπως και κατά τις προηγούμενες κυβερνήσεις-, η συμφωνία για τη συγκρότηση κυβερνητικού συνασπισμού στη Γερμανία, περιέγραφε τη Ρωσία ως σημαντικό διεθνή παράγοντα και επεσήμαινε τη σημασία της διατήρησης ουσιαστικών και σταθερών σχέσεων μαζί της. Υπ’ αυτή την έννοια, η επιθυμία διαλόγου με ένα αυταρχικό κράτος πρέπει να διέπεται, σύμφωνα πάντα με τη συμφωνία, από αξίες και να συνδέεται με τις αρχές του διεθνούς δικαίου, τα ανθρώπινα δικαιώματα, την ευρωπαϊκή ειρηνευτική τάξη, τα συμφέροντα και «κυρίως, τις ανησυχίες των κρατών εταίρων μας στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη». Οι διαφορετικές «προσλήψεις από μέρους τους της απειλής» που συνιστά η Ρωσία, θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψιν στο πλαίσιο της εθνικής και της συμμαχικής άμυνας. Επομένως, παράλληλα με τη διεξαγωγή του διαλόγου, είναι απαραίτητο να διατηρείται ένα αξιόπιστο αποτρεπτικό αποτέλεσμα. Ο κυβερνητικός συνασπισμός ζητά «τον άμεσο τερματισμό των προσπαθειών αποσταθεροποίησης της Ουκρανίας, της βίας στην Ανατολική Ουκρανία και της προσάρτησης της Κριμαίας που παραβιάζει το διεθνές δίκαιο».
Τρεις μήνες μετά, στις 24 Φεβρουαρίου 2022, η Ρωσία εισβάλει στην Ουκρανία. Τρεις ημέρες αργότερα, ο ομοσπονδιακός καγκελάριος Όλαφ Σολτς (SPD) μιλά για ιστορική καμπή και παρουσιάζει πέντε διαφορετικές επιλογές δράσης για τη Γερμανία:
1) τη στήριξη της Ουκρανίας, μεταξύ άλλων και με όπλα,
2) τον τερματισμό του πολέμου με τη βοήθεια κυρώσεων, ακόμη και πολύ ευρέων,
3) τη διασφάλιση ότι ο πόλεμος δεν θα επεκταθεί, αν όμως επεκταθεί, η Γερμανία θα ανταποκριθεί στο καθήκον της και θα στηρίξει τα άλλα κράτη μέλη του ΝΑΤΟ,
4) την αύξηση των στρατιωτικών δαπανών σε ποσοστό μεγαλύτερο του 2% του ΑΕΠ ετησίως (τώρα 70 δισεκατομμύρια ευρώ) και τη δημιουργία ενός ειδικού ταμείου 100 δισεκατομμυρίων ευρώ για τον εκσυγχρονισμό των Ενόπλων Δυνάμεων, και
5) μια ριζική αλλαγή στην ενεργειακή πολιτική.
Για όλα αυτά, ο Σολτς μπορεί να στηριχθεί στα λόγια που απηύθυνε ο Ουκρανός πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι στο Ομοσπονδιακό Κοινοβούλιο, όταν αναφέρθηκε στην ιστορική ευθύνη της Γερμανίας απέναντι στην Ουκρανία και την κάλεσε να τη στηρίξει με την προμήθεια όπλων.
Ωστόσο, υπάρχει και άλλη ανάγνωση της ευρωπαϊκής ιστορικής ευθύνης: «Χρειαζόμαστε μια επιθετική πολιτική αφοπλισμού και θέλουμε να αναλάβουμε τον ηγετικό ρόλο για την ενίσχυση των διεθνών πρωτοβουλιών για τον αφοπλισμό και τη μη διάδοση των πυρηνικών όπλων, κάνοντας χρήση και της Πρωτοβουλίας της Στοκχόλμης για τον Πυρηνικό Αφοπλισμό», όπως διαβάζουμε στη συμφωνία συνασπισμού του SPD, των Πρασίνων και του FPD.
Για την ιστορική ευθύνη της Γερμανίας
Η ιστορία αποτελεί μέρος της ατομικής και της συλλογικής συνείδησης και πλάθει ταυτότητες. Χρησιμοποιείται για την επιβεβαίωση των κανόνων και αξιών ενός κράτους, τη νομιμοποίηση της εξουσίας και των αξιώσεων για ανάληψη της ηγεσίας, καθώς και τη δημιουργία προοπτικών για το μέλλον.
Όλα αυτά ισχύουν και για την ιστορία του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου που ξεκίνησε την 1η Σεπτεμβρίου 1939 με την εισβολή της γερμανικής Βέρμαχτ στην Πολωνία. Σύντομα ακολούθησαν οι εισβολές στη Δανία και τη Νορβηγία, στις χώρες της Μπενελούξ, στη Γαλλία, στα Βαλκάνια και σε χώρες της Βόρειας Αφρικής. Ο πόλεμος κατά της Σοβιετικής Ένωσης ξεκίνησε στις 22 Ιουνίου 1941. Η Γερμανία τον διεξήγαγε ως πόλεμο εξόντωσης παραβιάζοντας όλες τις αρχές της ανθρωπότητας και του διεθνούς δικαίου: στην πρώην ΕΣΣΔ έχασαν τη ζωή τους έως και 27 εκατομμύρια άνθρωποι, ενώ περισσότερες από 1.700 πόλεις και 70.000 χωριά εξαφανίστηκαν εντελώς. Από τους 3,35 εκατομμύρια Σοβιετικούς αιχμαλώτους πολέμου, σχεδόν 60% χάθηκαν στα ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης μέχρι τον Ιανουάριο του 1942 (Hellbeck 2021). Παραμένει καθήκον των δημοκρατών στη Γερμανία και την Ευρώπη να υπενθυμίζουν διαρκώς αυτά τα εγκλήματα που διέπραξε ο γερμανικός φασισμός.Αυτή η ιστορική ευθύνη οδήγησε την κυβέρνηση της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας -ως μέρος της ΕΕ και της διατλαντικής εταιρικής σχέσης- να ακολουθήσει επί πολλά χρόνια την πολιτική της στρατιωτικής αυτοσυγκράτησης. Με την αλλαγή όμως του οικονομικού και πολιτικού ρόλου της Γερμανίας μετά το 1990, και μετά τη χρηματοπιστωτική και οικονομική κρίση των ετών 2008-2010, από την οποία η Γερμανία εξήλθε ισχυρότερη από τους ευρωπαίους εταίρους της, ο τότε ομοσπονδιακός πρόεδρος Γιόαχιμ Γκάουκ ζήτησε τον τερματισμό της πολιτικής της στρατιωτικής αυτοσυγκράτησης της Γερμανίας, στη Διάσκεψη του Μονάχου για την Ασφάλεια το 2013. Ως η κυρίαρχη οικονομική δύναμη της ΕΕ, η Γερμανία έχει από καιρό εγκαταλείψει τη στρατηγική της αυτοσυγκράτησης στο στρατιωτικό πεδίο, ενώ προωθεί τον εξευρωπαϊσμό της γερμανικής πολιτικής της λιτότητας μέσω νεοσύστατων ευρωπαϊκών μέσων, όπως το Σύμφωνο Ανάπτυξης και Σταθερότητας και τα ανώτατα όρια χρέους. Αυτός ο ηγεμονικός ρόλος θα πρέπει τώρα να ασκηθεί και στο πεδίο της πολιτικής και, σε συνεργασία με τη Γαλλία, και στο στρατιωτικό πεδίο.
Κατά συνέπεια, όπως δηλώνεται στη συμφωνία συνασπισμού της ομοσπονδιακής κυβέρνησης του SPD, των Πρασίνων και του FDP: «Αντιλαμβανόμαστε την παγκόσμια ευθύνη που φέρει η Γερμανία ως η τέταρτη μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο. Αναλαμβάνουμε την ευθύνη να ενισχύσουμε τις υφιστάμενες συνεργασίες και να δρομολογήσουμε νέες στο πλαίσιο της εξωτερικής μας πολιτικής, της πολιτικής μας για την ασφάλεια και της αναπτυξιακής μας πολιτικής, καθώς και να υπερασπιστούμε τις δικές μας αξίες της ελευθερίας, της δημοκρατίας και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων». (SPD/Die Grünen/FDP 2021, 104).
Eπομένως, η παγκόσμια οικονομική ισχύς καθιερώνει την παγκόσμια ευθύνη.«Είμαστε η ισχυρότερη οικονομία στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Είμαστε μία από τις ισχυρότερες οικονομίες στο ΝΑΤΟ μαζί με τους Αμερικανούς. Αυτό σημαίνει ότι αναλαμβάνουμε μια ιδιαίτερη ευθύνη». Αυτό δήλωσε η Γερμανίδα υπουργός Εξωτερικών Αναλένα Μπέρμποκ (Πράσινοι) σε συνέντευξή της μία ημέρα μετά την ομιλία του Ουκρανού προέδρου (Baerbock 2022).
Εκτός από τη συγκεκριμένη συγκυρία, σε ευρωπαϊκό επίπεδο εξελίσσεται και μια διαδικασία επανερμηνείας της ιστορίας.
Ο ευρωπαϊκός ιστορικός αναθεωρητισμός
Με την ευκαιρία της 60ής επετείου από το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, σε δήλωση του την 8η Μαΐου 2005, μνημόνευσε τα θύματα της ναζιστικής δικτατορίας, κυρίως του Ολοκαυτώματος, και εξέφρασε την ευγνωμοσύνη του σε όσους «συνέβαλαν στην απελευθέρωση από τον εθνικοσοσιαλισμό, από ένα σύστημα που στηριζόταν στην απανθρωπιά και την τυραννία, για το οποίο η 8η Μαΐου 1945 αποτελεί σύμβολο μνήμης» (ΕΚ 2006).
Λίγους μήνες αργότερα, με φόντο τη συνεχιζόμενη ύπαρξη «ολοκληρωτικών κομμουνιστικών καθεστώτων στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη», τα οποία «χαρακτηρίζονται από μαζικές παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων χωρίς εξαιρέσεις», το ψήφισμα 1481 της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης του Συμβουλίου της Ευρώπης έκανε έκκληση «στην ανάγκη διεθνούς καταδίκης των εγκλημάτων που διέπραξαν τα ολοκληρωτικά κομμουνιστικά συστήματα» (Κοινοβουλευτική Συνέλευση, 2006). Τα εγκλήματα αυτά ποικίλουν «ανάλογα με την κουλτούρα, τη χώρα και την ιστορική περίοδο και περιλαμβάνουν ατομικές και μαζικές δολοφονίες και εκτελέσεις, εξοντώσεις σε στρατόπεδα συγκέντρωσης, πείνα, εκτοπίσεις, βασανιστήρια, δουλεία και άλλες μορφές φυσικής τρομοκρατίας, διώξεις για ηθικούς ή θρησκευτικούς λόγους, παραβιάσεις της ελευθερίας της συνείδησης, της σκέψης, της έκφρασης, της ελευθερίας του Τύπου και έλλειψη πλουραλισμού" (ΚΣ 2006).Εν όψει αυτού του καταλόγου εγκλημάτων (ο οποίος δεν διαφοροποιείται καθόλου), οποιαδήποτε καταδίκη των εγκλημάτων που διαπράττονται «στο όνομα της θεωρίας της ταξικής πάλης και της αρχής της δικτατορίας του προλεταριάτου» μοιάζει αιτιολογημένη. Εξίσου αιτιολογημένο μοιάζει και το να δικαστούν «οι δράστες αυτών των εγκλημάτων» ενώπιον της διεθνούς κοινότητας, όπως συνέβη «με τα τρομερά εγκλήματα του εθνικοσοσιαλισμού» (PV 2006, παρ. 5).
Ως εκ τούτου, το ψήφισμα 1481 του ΕΚ παραπέμπει και στο ψήφισμα της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης της ΕΕ (27 Ιουνίου 1996) που αφορά στη λήψη μέτρων για την εξάλειψη της κληρονομιάς των πρώην ολοκληρωτικών κομμουνιστικών συστημάτων· μέτρων, τα οποία είχαν ήδη εγκριθεί δέκα χρόνια νωρίτερα. Τα μέτρα που προτείνει το εν λόγω ψήφισμα για την υπέρβαση της κομμουνιστικής κυριαρχίας περιλαμβάνουν, σε θεσμικό επίπεδο: την εξάλειψη «της στρατιωτικοποίησης των πολιτικών θεσμών, της γραφειοκρατικοποίησης, της μονοπώλησης και της υπερρύθμισης» και, σε κοινωνικό επίπεδο: την υπέρβαση «του κολεκτιβισμού και του κομφορμισμού που αποσκοπούν στην επίτευξη τυφλής υπακοής και άλλων ολοκληρωτικών τρόπων σκέψης». Όλα αυτά, με στόχο τη δημιουργία πλουραλιστικών δημοκρατιών που βασίζονται στο κράτος δικαίου, μέσω της αναδιάρθρωσης των νομικών συστημάτων, του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και του οικονομικού πλουραλισμού, της εξάλειψης των μονοπωλίων και της ιδιωτικοποίησης, προκειμένου να οικοδομηθεί μια οικονομία της αγοράς και μια πλουραλιστική κοινωνία (PV 1996). Οι περιουσίες που κατασχέθηκαν από τα ολοκληρωτικά συστήματα (συμπεριλαμβανομένης της εκκλησιαστικής περιουσίας) θα πρέπει «γενικά να επιστραφούν πλήρως στους πρώην ιδιοκτήτες τους». Εάν αυτό καταστεί αδύνατο, θα πρέπει να καταβληθούν αποζημιώσεις. Ωστόσο, τα σημεία που αφορούν στους νόμους περί εθνοκάθαρσης, περιλαμβάνονται στην «οδηγία για τη διασφάλιση ότι τα μέτρα της εθνοκάθαρσης συνάδουν με τις απαιτήσεις του κράτους δικαίου» (ό.π.). Πράγματι, το ψήφισμα του 1996 και κυρίως η οδηγία που περιέχεται σε αυτό -όπως είπε και ο Ούρλιχ Γιόχανς, τότε βουλευτής των Χριστιανοδημοκρατών, ενώπιον της γερμανικής Βουλής- υπερέβαιναν κατά πολύ την υπεράσπιση των ευρωπαϊκών αρχών και για το λόγο αυτό ζήτησε να αφαιρεθεί η εν λόγω οδηγία από την έκθεση, σε εναρμόνιση με τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των μελών του Συμβουλίου της Ευρώπης (ό.π.).
Ωστόσο, ο αγώνας κατά των ολοκληρωτικών καθεστώτων σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο συνεχίστηκε. Το 2008, ο Βάτσλαβ Χάβελ, πρόεδρος τότε της Τσεχικής Δημοκρατίας και ακτιβιστής για τα πολιτικά δικαιώματα, και ο Γιόαχιμ Γκάουκ, πρώην επίτροπος των αρχείων της Στάζι και μετέπειτα ομοσπονδιακός πρόεδρος της Γερμανίας, υπό την αιγίδα του τότε αναπληρωτή πρωθυπουργού της Τσεχικής Δημοκρατίας για τις ευρωπαϊκές υποθέσεις, Αλεξάντρ Βόντρα, διοργάνωσαν στην Πράγα συνέδριο με θέμα: «Ευρωπαϊκή συνείδηση και κομμουνισμός». Η τελική διακήρυξη αυτής της διάσκεψης -πολύ κοντά στη λογική των διακηρύξεων της ΕΕ του 1996 και του 2006- ζητά να επιτευχθεί μια κοινή πανευρωπαϊκή συνείδηση «ότι τόσο τα ναζιστικά όσο και τα κομμουνιστικά ολοκληρωτικά καθεστώτα πρέπει να κριθούν, το καθένα με βάση τη δική του συμβολή, ως συστήματα που χρησιμοποιούν καταστροφικές πολιτικές, που εφαρμόζουν συστηματικά ακραίες μορφές τρομοκρατίας, καταστέλλουν όλες τις πολιτικές και ανθρώπινες ελευθερίες, ξεκινούν επιθετικούς πολέμους και, ως αναπόσπαστο μέρος των ιδεολογιών τους, εξοντώνουν και εκτοπίζουν ολόκληρα έθνη και ομάδες πληθυσμού, και ότι ως εκ τούτου, θα πρέπει να θεωρηθούν μείζονες καταστροφές» (Διακήρυξη της Πράγας 2008).
Τα εγκλήματα που έγιναν στο όνομα του κομμουνισμού πρέπει «να θεωρηθούν εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας» «με τον ίδιο τρόπο που τα ναζιστικά εγκλήματα κρίθηκαν από το Δικαστήριο της Νυρεμβέργης». Θα πρέπει να θεσπιστούν νομικές διατάξεις που θα επιτρέπουν στα δικαστήρια να δικάζουν και να καταδικάζουν τους δράστες των κομμουνιστικών εγκλημάτων και να αποζημιώνουν τα θύματα του κομμουνισμού. Η διακήρυξη ζητά «την αναγνώριση του κομμουνισμού ως αναπόσπαστο και φρικτό μέρος της κοινής ιστορίας της Ευρώπης» καθώς και «την αποδοχή της πανευρωπαϊκής ευθύνης για τα εγκλήματα που διαπράχθηκαν από τον κομμουνισμό». Για το λόγο αυτό, η Διακήρυξη της Πράγας ζητά να καθιερωθεί η 23η Αυγούστου, ημέρα υπογραφής του Συμφώνου μεταξύ Χίτλερ και Στάλιν, γνωστού και ως Σύμφωνο Μολότοφ-Ρίμπεντροπ, ως ημέρα μνήμης των θυμάτων, τόσο των ναζιστικών όσο και των κομμουνιστικών ολοκληρωτικών καθεστώτων. Στις 23 Σεπτεμβρίου 2008 η πλειοψηφία των μελών του ΕΚ ψήφισε υπέρ αυτής της πρότασης και καθιέρωσε τη συγκεκριμένη ημέρα μνήμης. Μεταξύ άλλων, τη Διακήρυξη της Πράγας υποστήριξαν ο τότε πρωθυπουργός της Γαλλίας Νικολά Σαρκοζί, η Μάργκαρετ Θάτσερ και ο πρώην σύμβουλος εθνικής ασφάλειας των ΗΠΑ Ζμπίγκνιου Μπρεζίνσκι. Η Διακήρυξη δέχθηκε, ωστόσο, σκληρή κριτική, μεταξύ άλλων, από το Simon Wiesenthal Centre, το οποίο κατηγόρησε τους συντάκτες της για σχετικοποίηση του Ολοκαυτώματος. Αλλά και από τον Λιθουανό καθηγητή φιλοσοφίας Λεωνίδα Ντόνσκις ο οποίος, ως φιλελεύθερος ευρωβουλευτής, θεώρησε τη Διακήρυξη της Πράγας ευτελισμό του Ολοκαυτώματος, με το επιχείρημα ότι ο στόχος του εθνικοσοσιαλισμού ήταν η πλήρης εξόντωση όλων των Εβραίων στον κόσμο. Το Ολοκαύτωμα ήταν ένα μοναδικό γεγονός «όχι μόνο εξαιτίας της ταχύτητάς του, των φρικιαστικών πρακτικών του και των βιομηχανοποιημένων μεθόδων εξόντωσης που χρησιμοποίησε, αλλά και λόγω της αποφασιστικότητάς του να επιφέρει την ‘Τελική Λύση’ μέχρις ότου να μην απομείνει ούτε ένας Εβραίος ζωντανός» (Donskis 2008).
Παρά την κριτική αυτή, το 2010 περισσότεροι από 40 ευρωβουλευτές από διάφορα κόμματα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ίδρυσαν μια άτυπη ομάδα, την «Ομάδα Συμφιλίωσης των Ευρωπαϊκών Ιστοριών» (REHG: Reconciliation of European Histories Group). Μεταξύ των καθηκόντων αυτής της ομάδας ήταν «η σύγκλιση των απόψεων όλης της Ευρώπης [sic!] αναφορικά με την ιστορία του 20ού αιώνα» και, μετά την απομάκρυνση του Σιδηρού Παραπετάσματος, η στροφή προς την «αληθινή ευρωπαϊκή μας ιστορία», «η δημιουργία μιας κοινής προσέγγισης απέναντι στα εγκλήματα των ολοκληρωτικών καθεστώτων, μεταξύ άλλων και του ολοκληρωτικού κομμουνιστικού καθεστώτος της ΕΣΣΔ, η διασφάλιση της συνέχειας της διαδικασίας αποτίμησης των ολοκληρωτικών εγκλημάτων, η ίση μεταχείριση και μη διάκριση των θυμάτων όλων των ολοκληρωτικών καθεστώτων» (Janssen 2013). «Η ΕΕ έχει περιορισμένες εξουσίες για να αντιμετωπίσει αυτά τα ζητήματα ‘εκ των άνω’. Μπορεί, ωστόσο, να διευκολύνει όσο το δυνατόν περισσότερο τη διαδικασία αυτή, διοργανώνοντας συζητήσεις και παρέχοντας ευκαιρίες για αμοιβαία ανταλλαγή απόψεων» (ό.π.). Αυτό ακριβώς εφαρμόστηκε τα επόμενα χρόνια. Τον Δεκέμβριο του 2010, η Επιτροπή της ΕΕ ενέκρινε μέτρα κατά της λήθης των εγκλημάτων που διαπράχθηκαν από ολοκληρωτικά καθεστώτα στην Ευρώπη. Τον Οκτώβριο του 2011, κάποια ακαδημαϊκά ινστιτούτα ίδρυσαν την πλατφόρμα «Ευρωπαϊκή μνήμη και συνείδηση» (Janssen 2018). Η πλατφόρμα φέρνει σε επαφή ιδρύματα και οργανώσεις από χώρες της ΕΕ που ασχολούνται με το θέμα των ολοκληρωτικών καθεστώτων στους τομείς της έρευνας, της τεκμηρίωσης και της ευαισθητοποίησης. Υπήρξαν εκκλήσεις για τη δημιουργία ενός «υπερεθνικού δικαστηρίου αρμόδιου για διεθνή εγκλήματα που διαπράχθηκαν από κομμουνιστές». Εν ευθέτω χρόνω, στη Διακήρυξη της Βαρσοβίας της 23ης Αυγούστου 2011, καταδικάστηκαν τα κομμουνιστικά εγκλήματα και, στις 23 Αυγούστου 2018, ακολούθησε κοινή δήλωση των κυβερνητικών εκπροσώπων των κρατών μελών. Το 2019, 80 χρόνια μετά την εισβολή της γερμανικής Βέρμαχτ στην Πολωνία, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο υιοθέτησε ένα ψήφισμα, με την έγκριση των συντηρητικών, των φιλελευθέρων, των σοσιαλδημοκρατών και των Πρασίνων, στο οποίο περιγράφεται αυτός ο εξοντωτικός πόλεμος ως «άμεση συνέπεια» του Συμφώνου Μολότοφ-Ρίμπεντροπ, «όπου δύο ολοκληρωτικά καθεστώτα που είχαν κοινό στόχο την κατάκτηση του κόσμου, διαίρεσαν την Ευρώπη σε δύο ζώνες επιρροής» (ΕΚ 2019α). 80 χρόνια μετά την εισβολή στη Σοβιετική Ένωση και περίπου δέκα μετά τη Διακήρυξη της Πράγας «ο φασισμός εξαφανίζεται πίσω από τον αντικομμουνισμό» (Kriese 2019). Οι προσπάθειες της σημερινής ηγεσίας της Ρωσίας «να διαστρεβλώσει τα ιστορικά γεγονότα και να ξεπλύνει τα εγκλήματα που διέπραξε το ολοκληρωτικό σοβιετικό καθεστώς» θεωρούνται «επικίνδυνη συνιστώσα του επικοινωνιακού πολέμου που διεξάγεται κατά της δημοκρατικής Ευρώπης», ο οποίος «επιδιώκει να διχάσει την ήπειρό μας» (ΕΚ 2019α). Η ρωσική κοινωνία καλείται «να συμφιλιωθεί με το τραγικό παρελθόν της» (ΕΚ 2019α).
Το ψήφισμα του ΕΚ για την ευρωπαϊκή ιστορική συνείδηση αναφορικά με το μέλλον της Ευρώπης, δεν επιχειρεί μόνο μια απαράδεκτη διαστρέβλωση της ιστορίας, αλλά στιγματίζεται και από «την πικρή διαμάχη μεταξύ της σύγχρονης πολωνικής και της ρωσικής ιστορικής πολιτικής» (Kriese 2019), ενώ ταυτόχρονα έχει τις ρίζες του στη «διαρκή άγνοια των Δυτικοευρωπαίων απέναντι στον διάλογο των Ανατολικοευρωπαίων για την ιστορία τους και στην εφαρμοζόμενη από αυτούς ιστορική πολιτική». Ωστόσο, είναι αξιοσημείωτη μια ακόμη πτυχή της πρότασης ψηφίσματος του ΕΚ -της 17ης Σεπτεμβρίου 2019-, παρότι δεν εγκρίθηκε από το ΕΚ. Η εν λόγω πρόταση ψηφίσματος δήλωνε ότι μόνο η ένταξη των χωρών της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης στην ΕΕ και το ΝΑΤΟ θα επιτρέψει στις χώρες αυτές να επιστρέψουν «στην ευρωπαϊκή οικογένεια των ελεύθερων δημοκρατικών χωρών» (ΕΚ 2019β). Το ευρωπαϊκό σχέδιο ειρήνης και ενοποίησης θα ολοκληρωθεί μόνο «εάν όλες οι ευρωπαϊκές χώρες που επέλεξαν τον δρόμο των ευρωπαϊκών μεταρρυθμίσεων, όπως η Ουκρανία, η Μολδαβία και η Γεωργία, γίνουν πλήρη μέλη της ΕΕ» (ό.π.). Αυτό μπορεί να αποτελέσει «το ισχυρότερο μέσο, σε συνδυασμό με την ισχύ του προηγούμενου», για την «προώθηση ενός θετικού μετασχηματισμού στη Ρωσία, ο οποίος, από την πλευρά του, θα της επιτρέψει να ξεπεράσει επιτέλους τις τραγικές συνέπειες του Συμφώνου Μολότοφ-Ρίμπεντροπ» (ό.π.). Οι φράσεις αυτές δεν υιοθετήθηκαν από την πλειοψηφία του ΕΚ.
Ποιες είναι οι συνέπειες;
Όχι, η ιστορική πολιτική δεν ήταν ποτέ ουδέτερη. Η συνεχής διαστρέβλωση της ιστορίας, ο ολοκληρωτισμός ως «αρχιτεκτονική μεταφορά» (Kriese 2019) ενυπάρχει και στη θεωρία και την πράξη του «Σπιτιού της Ευρωπαϊκής Ιστορίας» στις Βρυξέλλες και μεταφέρεται σε εκατομμύρια επισκέπτες ως ευρωπαϊκή ιστορία. Δεν πρόκειται όμως μόνο για ιστορία.
Το πρόβλημα είναι ότι κατά τη διαμόρφωση των θέσεων της εξωτερικής πολιτικής αγνοήθηκαν σε μεγάλο βαθμό τα ιστορικά συμφραζόμενα και η εξέλιξη των τελευταίων 30 ετών, δηλαδή, η κατανόηση της πολιτικής ως διαδοχής δράσεων και αντιδράσεων ενός κράτους, λαμβάνοντας παράλληλα υπόψη τα συμφέροντα όλων των εμπλεκόμενων μερών. Η αγνόηση των συμφερόντων της ίδιας της Ρωσίας, κάτι που έκαναν η Γερμανία και το ΝΑΤΟ τις τελευταίες δεκαετίες, κατάφερε την ιστορική της νομιμοποίηση σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Με τη συστηματική επέκταση του ΝΑΤΟ προς ανατολάς -μεταξύ των υποψηφίων για ένταξη είναι η Βοσνία-Ερζεγοβίνη και η Σερβία, ενώ η Γεωργία και η Ουκρανία έχουν εκφράσει την επιθυμία τους να ενταχθούν- έχουν θιγεί τα συμφέροντα της ασφάλειας της Ρωσίας, γεγονός που θα πρέπει να ληφθεί υπόψιν κατά την αποτίμηση των επιλογών δράσης όλων των εμπλεκόμενων φορέων.
Σε μια κατάσταση που είναι επικίνδυνη για ολόκληρη την Ευρώπη και ολόκληρο τον κόσμο, μετά την επίθεση της Ρωσίας στην Ουκρανία, μια τέτοια προσέγγιση καθιστά ακόμη πιο δύσκολη την έναρξη των ειρηνευτικών συνομιλιών.
Ο Μάρτιν Σίρντεβαν ορθά επισημαίνει ότι: «Είναι σωστό να ασχολούμαστε με την ιστορία. Ωστόσο, είναι λάθος να την εργαλειοποιούμε χρησιμοποιώντας τη θεωρία του ολοκληρωτισμού, όπως προσπαθούν να κάνουν κάποιοι και εδώ, στη Βουλή [το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο]» (Schirdewan 2021).
Συμπέρασμα
Φυσικά, και η ριζοσπαστική Αριστερά πρέπει να συμβιβαστεί με τη δική της ιστορία- και το κάνει. Εντέλει, η κύρια συναίνεση του Κόμματος της Ευρωπαϊκής Αριστεράς, η ρήξη της με τον σταλινισμό ως σύστημα, ήταν αποτέλεσμα μιας τέτοιας αντιπαράθεσης. Ταυτόχρονα όμως, η Αριστερά ασκεί πολύ περιορισμένη ανεξάρτητη ιστορική πολιτική σε ευρωπαϊκό επίπεδο, παρότι έχει να επιδείξει ποικίλες δυναμικές, συμπεριλαμβανομένου του έργου των antifa σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες. Αυτό όμως που πρέπει να αποτελέσει τον ισχυρότερο στόχο της αριστερής έρευνας είναι η σύνδεση της ιστορικής γνώσης με την ανάλυση των τρεχουσών γεωστρατηγικών εξελίξεων και των θεμελιωδών παγκόσμιων τάσεων. Η ικανότητα ερμηνείας των σημείων των καιρών με γνώση της ιστορίας αποτελεί προϋπόθεση για τον σχεδιασμό αριστερών στρατηγικών, παρεμβάσεων και αντίστασης.
Παραπομπές:
Γερμανικό Κοινοβούλιο (1996). Unterrichtung durch die deutsche Delegation in der Parlamentarischen Versammlung des Europarates über die Tagung der Parlamentarischen Versammlung des Europarates vom 24. bis 28. Juni 1996 in Straßburg, Drucksache 13/5543, https://dserver.bundestag.de/btd/13/055/1305543.pdf
Donskis, Leonidas (2008). Concept Inflation and the Criminalization of Debate, https://defendinghistory.com/concept-inflation-and-the-criminalization-of-debate/45733
Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (2005). The future of Europe sixty years after the Second World War, P6_TA(2005)0180, https://www.europarl.europa.eu/doceo/document/TA-6-2005-0180_EN.pdf
Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (2008). Declaration of the European Parliament on the proclamation of 23 August as European Day of Remembrance for Victims of Stalinism and Nazism, P6_TA(2008)0439, https://www.europarl.europa.eu/doceo/document/TA-6-2008-0439_EN.html
Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο(2019a). European Parliament resolution of 19 September 2019 on the importance of European remembrance for the future of Europe. P9_TA (2019)0021, https://www.europarl.europa.eu/doceo/document/TA-9-2019-0021_EL.html
Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (2019b). Motion for a Resolution to wind up the debate on the statements by the Council and the Commission pursuant to Rule 132(2) of the Rules of Procedure on the 80th anniversary of the start of the Second World War and the importance of European remembrance for the future of Europe. B9-0097/2019, https://www.europarl.europa.eu/doceo/document/B-9-2019-0097_EL.html
Hellbeck, Jochen (2021). Wehe dem Land der Verbrecher. Die Sowjetunion im Kampf gegen Hitler-Deutschland.
Janssen, Thilo (2013). Die Europäisierung der rechten EU-Gegner Rechte europäische Parteien und rechte Fraktionen im Europäischen Parlament vor den Europawahlen 2014, https://www.rosalux.de/fileadmin/rls_uploads/pdfs/Studien/Europaeisierung_der_rechten_EU-Gegner.pdf
Janssen, Thilo (2018). The dangerous conservative totalitarism discourse in the EU. In: Integration, Disintegration Nationalism, Yearbook transform! europe, Exeter, 232-241.
DPA (2019). Kramp-Karrenbauer: Sicherheitsrat und Bundeswehr weltweit, https://www.zeit.de/news/2019-11/07/kramp-karrenbauer-sicherheitsrat-und-bundeswehr-weltweit
Kriese, Konstanze (2019). Überraschender Sündenfalls? Anmerkungen zur Geschichtsresolution des Europaparlaments vom 19.9.2019. Policy Paper 2. Rosa-Luxemburg-Stiftung Brussels Office. 2/2020, https://www.rosalux.eu/kontext/controllers/document.php/414.f/0/14328f.pdf
Mann, John (2009). "Europe must focus on Baltic hate". Jewish Chronicle.
https://www.pressreader.com/uk/the-jewish-chronicle/20091030/283192964437020
Κοινοβουλευτική Συνέλευση του Συμβουλίου της Ευρώπης (1996). Maßnahmen zur Beseitigung des Erbes der früheren kommunistischen Systeme. Beschluss der Parlamentarischen Versammlung vom 27.6.1996. In: Deutscher Bundestag. Drucksache 13/5543, https://dserver.bundestag.de/btd/13/055/1305543.pdf
Κοινοβουλευτική Συνέλευση του Συμβουλίου της Ευρώπης (2006). Need for international condemnation of crimes of totalitarian communist regimes. Resolution 1481, http://assembly.coe.int/nw/xml/xref/xref-xml2html-en.asp?fileid=17403&lang=en#
Διακήρυξη της Πράγας για την Ευρωπαϊκή Συνείδηση και τον Κομμουνισμό (2008). https://defendinghistory.com/the-original-prague-declaration-of-3-june-2008
Schirdewan, Martin (2021). Aufklärung statt Geschichtsrevisionismus. https://www.martin-schirdewan.eu/videos/aufklaerung-statt-geschichtsrevisionismus/
Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα Γερμανίας (SPD)/Bündnis 90/Die Grünen/Ελεύθερο Δημοκρατικό Κόμμα ΓερμανίαςFreie Demokratische Partei (FDP) (2021), Mehr Fortschritt wagen. Bündnis für Freiheit, Gerechtigkeit und Nachhaltigkeit. Koalitionsvertrag 2021-2025, https://www.spd.de/fileadmin/Dokumente/Koalitionsvertrag/Koalitionsvertrag_2021-2025.pdf