Παρότι οι εθνικιστές κατέγραψαν μια ελαφρά πτώση σε ψήφους, οι Συντηρητικοί σημείωσαν μια ιστορική επιτυχία και το Εργατικό Κόμμα υπέστη μια ταπεινωτική ήττα στη χώρα που επί μακρόν υπήρξε το προπύργιό του.
Η Σκοτία χάρισε τη μεγαλύτερη έκπληξη στις εκλογές της ‘Super Thursday’ (σούπερ Πέμπτης) που πραγματοποιήθηκαν στις 5 Μαίου 2016, όταν το κοινό της Βρετανίας προσήλθε στις κάλπες για να εκλέξει τις περιφερειακές συνελεύσεις και το ένα τρίτο των τοπικών συμβουλίων της χώρας. Όπως ήταν αναμενόμενο, το Σκοτσέζικο Εθνικό Κόμμα (SNP) που τάσσεται υπέρ της ανεξαρτησίας της Σκοτίας, σάρωσε τα υπόλοιπα κόμματα, αλλά η νίκη του υπήρξε λιγότερο κραυγαλέα απ’ ότι περίμενε, γιατί κέρδισε 63 από τις 129 έδρες. Το κόμμα, που φαινόταν ακαταμάχητο από τη στιγμή που άρχισε να αποκτά δύναμη στις κοινοβουλευτικές εκλογές της Σκοτίας το 2007, είδε την παντοδυναμία του να εμφανίζει τριγμούς όταν έχασε έξι έδρες. Αυτή η εκλογική πτώση λειτούργησε προς όφελος ενός άλλου κόμματος που υποστηρίζει την ανεξαρτησία, των Σκοτσέζων Πράσινων, που βρίσκεται στα αριστερά του SNP και που, με έξι εκλεγμένα μέλη (+4), προσπέρασε τους Φιλελεύθερους Δημοκράτες (Liberal Democrats) οι οποίοι κέρδισαν πέντε έδρες (όσες κατείχαν ήδη).
Ωστόσο, η μεγαλύτερη έκπληξη εκείνης της νύχτας ήταν οι Σκοτσέζοι Συντηρητικοί. Παραδοσιακά, οι εκλογείς σε αυτό το τέως προπύργιο της εργατικής τάξης που σημαδεύτηκε από τον θατσερισμό, απέρριπταν ευρέως τους Τόρις. Αυτή τη φορά όμως, οι Τόρις σημείωσαν μεγάλη επιτυχία, κερδίζοντας 31 έδρες (16 παραπάνω από όσες κατείχαν), κάτι που είχε να συμβεί από τότε που έγιναν οι πρώτες αυτόνομες εκλογές στη Σκοτία, το 1999. Το αποτέλεσμα αυτό, με τον υψηλό συμβολισμό του, κατέταξε το Εργατικό Κόμμα της Σκοτίας στην τρίτη θέση, με 24 έδρες (σημείωσε απώλεια 13 εδρών). Το Εργατικό Κόμμα, με λιγότερο από 19,1% στις περιφερειακές εκλογές[i], γνώρισε τη μεγαλύτερη εκλογική του ήττα από το 1910 μέχρι σήμερα.
Το Εργατικό Κόμμα σε αδιέξοδο
Η εκλογική αποδυνάμωση του Εργατικού Κόμματος προκαλεί έκπληξη, αν σκεφτεί κανείς την καλή τους απόδοση σε άλλες εκλογικές αναμετρήσεις που έγιναν την ίδια μέρα. Στην ουσία, αποδεικνύει ότι η Σκοτία παίζει το δικό της πολιτικό παιχνίδι και ακολουθεί τους δικούς της κανόνες. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, αυτό το αποτέλεσμα αποτελεί το τέλος ενός μακρού καθοδικού σπιράλ για το Εργατικό Κόμμα. Ενώ στο παρελθόν ήταν ο αδιαμφισβήτητος νικητής στα βόρεια του Αδριάνειου Τείχους, σταδιακά έχασε ένα ποσοστό του εκλογικού σώματος που δεν αποδέχθηκε ποτέ τη νεοφιλελεύθερη μετατόπιση του κόμματος, υπό την ηγεσία του Τόνι Μπλερ. Αυτό λειτούργησε κυρίως επ’ ωφελεία του SNP το οποίο, χρησιμοποιώντας μια αριστερή ρητορική, προσπάθησε να μετατρέψει τη δυσφορία του κόσμου για το κοινωνικοοικονομικό πλαίσιο σε υποστήριξη για το όραμά του για ανεξαρτησία.
Η απογοήτευση έφτασε στο απόγειό της αμέσως μετά από την καμπάνια του κόμματος για το δημοψήφισμα του 2014. Επικεφαλής του φιλοβρετανικού κινήματος και ενώνοντας τις δυνάμεις του με τον συνασπισμό Συντηρητικών-Φιλελεύθερων Δημοκρατών του κ. Κάμερον, το Εργατικό Κόμμα αποδείκνυε με τον πλέον πρόδηλο τρόπο τους δεσμούς του με το καθεστώς του Γουέστμινστερ. Η ετυμηγορία του κόσμου ήταν ξεκάθαρη και το κόμμα κατέρρευσε στις γενικές εκλογές του 2015, κατά τις οποίες έχασε 40 από τις 41 έδρες τις οποίες κατείχε στη Σκοτία. Τις έδρες αυτές κέρδισε, και τότε, το Εθνικό Κόμμα (SNP).
Παρότι η εκλογή του Τζέρεμι Κόρμπιν στην ηγεσία του Εργατικού Κόμματος, το Σεπτέμβριο του 2015, σηματοδότησε μια νέα αρχή για τους Νέους Εργατικούς, η αλλαγή ήρθε πολύ αργά για να ανατρέψει την καθοδική πορεία τους στη Σκοτία, καθώς οι αριστεροί ψηφοφόροι είχαν ήδη διαρρεύσει στο κόμμα που τάσσεται υπέρ της ανεξαρτησίας. Επιπλέον, δεν αρκεί μόνο η εξαγγελία μιας γνήσιας αριστερής πολιτικής για να αντιστρέψει τη φθορά, σε ένα πολιτικό πλαίσιο που είναι πολύ πολωμένο γύρω από το ζήτημα της εθνικής ταυτότητας της Σκοτίας. Το ίδιο ισχύει και για την ήττα της ηγέτιδας του τοπικού Εργατικού Κόμματος Κέζια Ντάγκντεϊλ, το μήνυμα της οποίας κατά της λιτότητας δεν μπορεί να αποκρύψει το γεγονός ότι δυσκολεύεται να εξηγήσει γιατί το Εργατικό Κόμμα θέλει να παραμείνει στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Σε αντίθεση, αυτή η νέα στάση απέναντι στις θεσμικές εξουσίες υιοθετήθηκε χωρίς προβλήματα από την ηγέτιδα του κόμματος των Τόρις στη Σκοτία, Ρουθ Ντάβιντσον. Τείνοντας το χέρι στους ενωτικούς όλου του πολιτικού φάσματος, αυτή η χαρισματική πολιτικός φάνηκε ικανή να κερδίσει τους εκλογείς που χρησιμοποιούν την ψήφο τακτικής. Κατάφερε, επίσης, να προσελκύσει τους ψηφοφόρους που θεωρούν τους εαυτούς τους Βρετανούς γύρω από μια κεντροδεξιά πολιτική πρόταση, σφίγγοντας αδυσώπητα τη θηλιά που το Εθνικό Κόμμα είχε δέσει στο λαιμό του Εργατικού Κόμματος.
Τα εκλογικά αποτελέσματα των Συντηρητικών στις αγροτικές εκλογικές περιφέρειες με ισχυρή την ιστορική παρουσία των εργατικών καταδεικνύουν, επίσης, την ικανότητά τους να απευθυνθούν σε όσους δεν εντυπωσιάζονται από το Εθνικό Κόμμα. Επιπρόσθετα, η άνοδος της εκλογικής συμμετοχής από το 50,4% στο 55,6% σημαίνει ότι η Ντάβιντσον κατάφερε να κινητοποιήσει τους συντηρητικούς ψηφοφόρους που, μέχρι πρότινος, απείχαν από τις εκλογές.
Η πλειοψηφούσα ομάδα τάσσεται υπέρ της ανεξαρτησίας
Παρότι το στρατόπεδο των ενωτικών είχε, μέχρι σήμερα, ενσωματωθεί στο Εργατικό Κόμμα, μετακινείται τώρα προς τα δεξιά. Στο δημοψήφισμα του 2014 υπήρχαν ήδη ενδείξεις μιας θεσμικής διαίρεσης και της αυξανόμενης εχθρότητας ανάμεσα στην αριστερά και τη δεξιά, η οποία έχει έκτοτε ενταθεί. Επιπλέον, η ισορροπία δυνάμεων μεταξύ των υποστηρικτών της παραμονής στο Ηνωμένο Βασίλειο και των αντιπάλων τους, έχει αλλάξει πολύ λίγο. Βέβαια, οι σχισματικοί (Σκοτσέζοι Πράσινοι και Εθνικό Κόμμα) υπερτερούν ελαφρώς στο κοινοβούλιο της Σκοτίας, αλλά ακόμη και αν ένωναν τις έδρες τους με εκείνες των μικρότερων εξωκοινοβουλευτικών αριστερών ριζοσπαστικών ομάδων Solidarity και RISE, που τάσσονται υπέρ της ανεξαρτησίας, το συνολικό μερίδιό τους θα αντιστοιχούσε μόνο στο 49,4% των περιφερειακών ψήφων, συγκρινόμενο με το 49,2% που απέσπασαν τα μεγάλα ενωτικά κόμματα.
Απέναντι σε μια τόσο διχασμένη κοινή γνώμη, το μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα της Πρώτης Υπουργού Νίκολα Στέρτζιον να θέσει ξανά το θέμα του θεσμικού πλαισίου της χώρας στη λαϊκή ετυμηγορία, φαίνεται ριψοκινδυνευμένο. Προς το παρόν, μόνο η πρόταση η Σκοτία –που, παραδοσιακά, είναι ένα φιλοευρωπαϊκό έθνος- να αναγκαστεί να εγκαταλείψει την ένωση, σε περίπτωση που η Βρετανία ψηφίσει την έξοδό της από την ΕΕ στο δημοψήφισμα της 23ης Ιουνίου, θα επέτρεπε στους εθνικιστές να υλοποιήσουν τα σχέδιά τους. Ακόμη και αν αυτό συμβεί, δεν μπορεί κανείς να εγγυηθεί ότι το αποτέλεσμα θα είναι ευνοϊκό για όσους προσβλέπουν σε μια αναβίωση της διαδικασίας για την ανεξαρτησία: το επιχείρημα ότι η εξαγωγή πετρελαίου από τη Βόρεια Θάλασσα θα εξασφάλιζε την οικονομική βιωσιμότητα του νέου κράτους, τη στιγμή που η τιμή του πετρελαίου έχει πέσει κατακόρυφα, τσαλακώνει την αξιοπιστία του κινήματος της ανεξαρτησίας.
Τα όρια της στρατηγικής του Εθνικού Κόμματος
Αυτές οι εκλογές αποκάλυψαν τα όρια της στρατηγικής που το Εθνικό Κόμμα εφάρμοζε επί χρόνια. Με το σύνθημα του αστικού εθνικισμού χωρίς περιορισμούς, το κόμμα βγήκε ωφελημένο, μέχρι στιγμής, εστιάζοντας στην πικρία που ένιωθε ο κόσμος για το Συντηρητικό κόμμα και τις νεοφιλελεύθερες επιλογές που του πρόσφερε το Γουέστμινστερ, οι οποίες εκλαμβάνονται ως εμπόδιο στο δικαίωμα του σκοτσέζικου έθνους στην αυτοδιοίκηση. Πράγματι, το Εθνικό Κόμμα δεν είχε βρεθεί ποτέ σε τόσο ισχυρή θέση όση κατέκτησε όταν οι Τόρις κέρδισαν την εξουσία στο εθνικό κοινοβούλιο του Ηνωμένου Βασιλείου το 2010.
Όμως, όσο εδραιωμένη κι αν είναι αυτή η δυναμική, αρχίζει να δείχνει σημάδια γήρανσης. Η «πολιτική της γκρίνιας» του να κατακρίνεις τις κεντρικές εξουσίες για κάθε πρόβλημα που αντιμετωπίζει η τοπική κυβέρνηση, γίνεται όλο και λιγότερο αποτελεσματική, αν σκεφτούμε το γεγονός ότι το 2014 μεταβιβάστηκαν στο σκοτσέζικο κοινοβούλιο περισσότερες ουσιαστικές εξουσίες. Η απόκλιση ανάμεσα στο αριστερό μήνυμα και τις πολιτικές πρακτικές οι οποίες είναι πολύ πιο κεντρώες, γίνεται τώρα πιο εμφανής. Έτσι, η άρνηση της Νίκολα Στέρτζιον να εφαρμόσει νέο συντελεστή στο φόρο εισοδήματος, της τάξης των 50 πενών, από τον επόμενο χρόνο, δέχτηκε πολλή κριτική, όχι μόνο από το Εργατικό Κόμμα, αλλά και από τους Πράσινους και τους Φιλελεύθερους Δημοκράτες.
Παρότι τώρα έχουν τους Τόρις να τους χτυπούν την πόρτα από τα δεξιά, θα ήταν ανόητο για το εθνικιστικό κόμμα να θεωρεί δεδομένη την προοδευτική μερίδα του εκλογικού του σώματος. Με αυτή την έννοια, το αποτέλεσμα του Πρασίνων θα έπρεπε να αφυπνίσει το Εθνικιστικό Κόμμα. Κάθε απόπειρα αγνόησης των κοινωνικών ζητημάτων με στόχο την εμπλοκή σε έναν αγώνα θεσμικής ισχύος θα μπορούσε να λειτουργήσει εις βάρος του, ανοίγοντας ένα παράθυρο διαρροής ψήφων προς στα αριστερά του.
Σημείωση:
[i] Το μικτό εκλογικό σύστημα γι’ αυτές τις κοινοβουλευτικές εκλογές δίνει δυο ψήφους σε κάθε εκλογέα. Οι 73 βουλευτές των εκλογικών περιφερειών εκλέγονται στη βάση της απλής πλειοψηφικής ψήφου (‘ψήφος εκλογικής περιφέρειας’) και οι υπόλοιποι 56 διορίζονται βάσει μιας λίστας με αναλογική εκπροσώπηση (‘περιφερειακή ψήφος’). Ενώ η πρώτη εκλογή δείχνει την επιρροή κάθε κόμματος στην περιοχή, η δεύτερη είναι πιο αντιπροσωπευτική της ισορροπίας των πολιτικών δυνάμεων στη χώρα.