Το χρέος της Γερμανίας προς την Ελλάδα μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο επανέρχεται κατά περιόδους στην εγχώρια επικαιρότητα. Η οικονομική κατάσταση που έχει ανακύψει στην Ελλάδα, ως μέρος της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, προκαλεί συχνά μια επιφανειακή εξέταση του ζητήματος, ενώ ειδικά η στάση της γερμανικής κυβέρνησης και η επιμονή στους αυστηρούς όρους για την παροχή δανείων προς την Ελλάδα εμπλέκεται στη συζήτηση και την καθιστά ελάχιστα πρόσφορη σε μία ψύχραιμη διεξαγωγή της.
Η πρόσφατη απόφαση του Δικαστηρίου της Χάγης περιόρισε το πεδίο των απαιτήσεων της Ελλάδα όσον αφορά τις πολεμικές επανορθώσεις, αφήνοντας ανοικτό μόνο το ζήτημα της αποζημίωσης για το υποχρεωτικό δάνειο που συνήφθη ανάμεσα στην Ελλάδα και τις Αρχές Κατοχής ακριβώς πριν από 70 χρόνια, στις 14 Μαρτίου 1942. Οι προσπάθειες του ελληνικού κράτους να διεκδικήσει τα οφειλόμενα ποσά συναντά κατά καιρούς εμπόδια νομικού και πολιτικού χαρακτήρα. Προκειμένου να διευκρινιστούν τα χαρακτηριστικά της υπόθεσης, το Ινστιτούτο Νίκος Πουλαντζάς διοργάνωσε σχετική εκδήλωση την Πέμπτη 8 Μαρτίου, στην Νομική Σχολή Αθηνών. Το θέμα αναλύθηκε πολυπρισματικά, από τον ιστορικό Μιχάλη Λυμπεράτο, τον καθηγητή Διεθνούς Δικαίου Αντώνη Μπρεδήμα και τον Μανώλη Γλέζο. Τη συζήτηση συντόνισε η Σίσσυ Βελισσαρίου, Καθηγήτρια Αγγλικής Λογοτεχνίας και αντιπρόεδρος του ΙΝΠ.
Ο Μιχάλης Λυμπεράτος παρουσίασε το ιστορικό πλαίσιο και περιέγραψε τις διαδικασίες που οδήγησαν στη σύναψη του δανείου. Οι Αρχές Κατοχής, λόγω της ελληνικής Αντίστασης, έπρεπε να κρατήσουν στη χώρα τρεις φορές περισσότερες δυνάμεις από όσες είχαν αρχικά υπολογίσει. Αυτό προκάλεσε μια ακραία αύξηση των εξόδων συντήρησής τους που προστέθηκαν στα μεγάλα πολεμικά έξοδα της Γερμανίας. Έτσι, οι Ναζί κατέσχεσαν όλες τις προμήθειες τροφίμων καθώς και τα αποθέματα πολύτιμων μετάλλων. 100 κιλά χρυσού και 25 κιλά αργύρου κατασχέθηκαν μόνο από την Κρήτη. Το 1941, το ποσό των χρημάτων που δινόταν από την Ελλάδα προς την Ναζιστική Γερμανία ήταν 1 δισ. μάρκα, ενώ το επόμενο έτος διπλασιάστηκε. Στη συνέχεια, για να ξεπεραστούν ορισμένα νομικά προβλήματα, τα οποία περιόριζαν τις δυνατότητες εκμετάλλευσης των κατακτημένων χωρών, η υποχρεωτική χρηματική ενίσχυση της Γερμανίας από την Ελλάδα πήρε τη μορφή δανείου, το ύψος του οποίου ανήλθε σε 2,5 φορές τον προϋπολογισμό της χώρας. Ενδεικτική είναι η δήλωση του Μουσολίνι δήλωσε πως «οι Γερμανοί πήραν από τους Έλληνες, ακόμα και τα κορδόνια των παπουτσιών τους».
Ο Αντώνης Μπρεδήμας εξέθεσε στο κοινό τα νομικά χαρακτηριστικά της υπόθεσης, παρουσιάζοντας τα επιχειρήματα που έχουν υποστηρίξει κατά καιρούς οι γερμανικές κυβερνήσεις, προκειμένου να αποφύγουν την καταβολή της αποζημίωσης για το δάνειο, σημειώνοντας πως τόσο η Ιταλία όσο και η Βουλγαρία έχουν επιστρέψει στην Ελλάδα το ποσοστό του δανείου που τους αντιστοιχούσε. Το πρώτο επιχείρημα είναι ότι η Ελλάδα έχει ανεπίσημα παραιτηθεί από το σχετικό δικαίωμά της το 1958, μετά από μια μυστική συμφωνία μεταξύ του τότε Πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Καραμανλή και του Καγγελάριου Κόνραντ Αντενάουερ. Ο κ. Μπρεδήμας αρνήθηκε την ύπαρξη μιας τέτοιας συμφωνίας, δεδομένου ότι ουδέποτε αποδείχθηκε κάτι τέτοιο, και πρόσθεσε ότι μυστικές συμφωνίες αυτού του είδους δεν γίνονται, έτσι κι αλλιώς, δεκτές από το Διεθνές Δίκαιο. Το δεύτερο επιχείρημα είναι ότι η Γερμανία έχει ήδη καταβάλει την αποζημίωση της για το δάνειο. Η αλήθεια όμως είναι ότι η αποζημίωση που καταβλήθηκε αφορούσε μόνο τα εγκλήματα των Ναζί κατά των Εβραίων και των Ρομά στην Ελλάδα. Το 1960 ο Έλληνας πρέσβης δήλωσε σαφώς ότι η χώρα επιφυλάσσεται για τη διεκδίκηση του υπολοίπου της αποζημίωσης. Το τρίτο επιχείρημα είναι ότι η οφειλή έχει παραγραφεί, δεδομένου ότι έχουν περάσει πάνω από 70 χρόνια από τη σύναψη του δανείου. Ο κ. Μπρεδήμας τόνισε ότι σε ό,τι αφορά τα χρέη μεταξύ κρατών δεν προβλέπεται καμία διαδικασία παραγραφής. Το τελευταίο επιχείρημα είναι ότι η Γερμανία έχει χρηματοδοτήσει την Ελλάδα για πολλά χρόνια, μέσω των επιδοτήσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αλλά ακόμα και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει δηλώσει ότι αυτά τα ποσά δεν έχουν καμία σχέση με το χρέος του Κατοχικού Δανείου.
Τέλος, ο Μανώλης Γλέζος τοποθετήθηκε σχετικά με την ηθική διάσταση του ζητήματος. Τόνισε το γεγονός ότι τις ίδιες μέρες που η Ελλάδα υποχρεωνόταν να παράσχει το δάνειο προς τις Αρχές Κατοχής, γινόμενη έτσι δανείστρια χώρα για πρώτη φορά στην ιστορία της, 400 άτομα πέθαιναν καθημερινώς εξαιτίας της πείνας. Αποκάλυψε ότι όταν ο σημερινός πρωθυπουργός, Λουκάς Παπαδήμος, ήταν διευθυντής της Τράπεζας της Ελλάδα και του είχε ζητηθεί να παράσχει ορισμένα στοιχεία σχετικά με το Κατοχικό Δάνειο, αρνήθηκε λέγοντας ότι για να πράξει κάτι τέτοιο χρειάζεται επίσημη κυβερνητική εντολή. Τώρα όμως που έχει ο ίδιος τη θέση του πρωθυπουργού, δεν φαίνεται πρόθυμος να δώσει την απαιτούμενη εντολή για να παρασχεθούν τα κρίσιμα στοιχεία. Ο Μανώλης Γλέζος αναφέρθηκε επίσης στις προσπάθειες που καταβάλει το αριστερό κόμμα Die Linke στη Γερμανία, προκειμένου να ενημερώσει τους Γερμανούς πολίτες για το θέμα και να προωθήσει τις ελληνικές διεκδικήσεις.
Το τέλος των τριών ομιλιών ακολούθησαν αρκετές ερωτήσεις από το ακροατήριο και μια εκτεταμένη συζήτηση.