του Φράνσις Βυρτς
Ωστόσο, παρά την απονομή στην Ευρώπη του περίβλεπτου βραβείου της, η Επιτροπή του Νόμπελ Ειρήνης αδιαφορεί σκοπίμως για τις πολιτικές των «27» που αφορούν τις δικές τους υποθέσεις. Τρία σημαντικά παραδείγματα είναι αρκετά για να δείξουν πώς η εξωτερική πολιτική και η πολιτική ασφάλειας της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των χωρών-μελών της γυρνάνε την πλάτη τους στη δέσμευση για μια ειρηνική Ευρώπη και έναν ειρηνικό κόσμο.
Πρώτο παράδειγμα: ο πόλεμος στο Ιράκ τον Μάρτιο 2003. Η πλειοψηφία του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, οι επιθεωρητές των Ηνωμένων Εθνών που επισκέφθηκαν το Ιράκ, ο Γάλλος αρχηγός κράτους και ο Γερμανός καγκελάριος, καθώς και 10 εκατομμύρια διαδηλωτές που βγήκαν στους δρόμους στις 15 Φεβρουαρίου, αντιτίθονταν στον πόλεμο. Οκτώ άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης συμπαρατάχθηκαν με την Ουάσινγκτον, αποδεχόμενες ή ανεχόμενες το κρατικό ψέμα που εκφώνησε ο Κόλιν Πάουελ στα Ηνωμένα Έθνη. Στη συνέχεια αυτές οι οκτώ χώρες έδωσαν τον τόνο στην πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Έτσι, από τον Ιούνιο του 2004, η ΕΕ στο σύνολό της υιοθέτησε ένα κείμενο για την «ευρωπαϊκή στρατηγική ασφάλειας» (που εξακολουθεί να ισχύει!), το οποίο είχε υποβληθεί στον Τζορτζ Μπους πριν ακόμα εγκριθεί οριστικά. Στο έγγραφο αυτό πολλές επικίνδυνες έννοιες ήταν δανεισμένες από τον Αμερικανό αρχιστράτηγο, όπως π.χ. σε ένα σημείο του κειμένου στο οποίο δηλώνεται ότι η στρατιωτική συμμαχία μεταξύ ΗΠΑ-ΕΕ είναι μια «μεγάλη δύναμη που έχει στόχο να επιβάλει το καλό στον κόσμο»! Με τον πόλεμο στο Αφγανιστάν, καταλάβαμε πολύ καλά τι σήμαινε αυτή η θέση…
Δεύτερο παράδειγμα: στη Μέση Ανατολή, όπου η ασυλία της ηγεσίας του Ισραήλ και η πολιτική εγκατάλειψη του παλαιστινιακού λαού συνιστούν έναν από τους κύριους λόγους ανασφάλειας στον κόσμο. Τον Δεκέμβριο 2005, οι επικεφαλής της διπλωματικής αποστολής των κρατών της ΕΕ στην Ανατολική Ιερουσαλήμ έστειλαν μια λεπτομερή αναφορά στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, επισημαίνοντας όλα τα παραδείγματα παράνομων πρακτικών των ισραηλινών αρχών, με στόχο να διευκολύνουν την μελλοντική ίδρυση ενός παλαιστινιακού κράτους. Συνιστούσαν στους ευρωπαίους ηγέτες διάφορες πολιτικές πρωτοβουλίες, σύμφωνες με τις σχετικές αποφάσεις των Ηνωμένων Εθνών. Αυτή η αναφορά ούτε δημοσιεύτηκε ούτε εξετάστηκε ποτέ, όπως συνέβη και με όλες τις άλλες αναφορές που γράφτηκαν τα επόμενα χρόνια. Αντίθετα, η ΕΕ πρόσφατα αντάμειψε αυτούς που προκαλούν την πολεμική αναταραχή, ενισχύοντας θεαματικά τις διμερείς σχέσεις ΕΕ-Ισραήλ σε 60 διαφορετικούς τομείς, από την ενέργεια μέχρι τις ηλεκτρονικές επικοινωνίες και την αστυνομική συνεργασία. Η συμβολική και πολιτική πλευρά αυτών των «χειρονομιών», αντί να βοηθούν την ειρήνη οδηγούν στην εξοικίωση με την κατοχή, την αποικιοκρατία, τον εξευτελισμό και τον πόλεμο.
Τρίτο παράδειγμα: η ασφάλεια της ίδιας της ευρωπαϊκής ηπείρου. Τον Ιούνιο του 2008, ο νέος Ρώσος πρόεδρος Μεντβέντεφ προσπάθησε να αναγνωριστεί ως ένας σημαντικός ηγέτης. Πρότεινε στις χώρες της ΕΕ και γενικότερα της Δύσης την έναρξη διαπραγματεύσεων για μια συλλογική συμφωνία που θα οδηγούσε σε μια «πανευρωπαϊκής συνθήκης ασφάλειας»/ Η συνθήκη αυτή θα περιείχε όλα τα θέματα που αφορούν στην ασφάλεια της ευρωπαϊκής ηπείρου, τον έλεγχο των εξοπλισμών και τον αφοπλισμό. Υπήρχε μία μόνο προϋπόθεση: να σταματούσε το ΝΑΤΟ την επέκτασή του στην Ανατολή. «Η βασική ανησυχία του Μεντβέντεφ, της ύπαρξης μιας Ευρώπης χωρισμένης στα δύο (…) είναι δικαιολογημένη», δήλωσε ο Φάμπιο Λιμπέρτι του Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων (IRIS) στην εφημερίδα Le monde diplomatique. Η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν άνοιξε καν μια διερευνητική συζήτηση γι’ αυτήν την πρόταση. Αντίθετα, προτίμησε να επιτρέψει την εγκατάσταση της αντιπυραυλικής ασπίδας στο ευρωπαϊκό έδαφος, παρά το γεγονός ότι αυτή η πράξη όξυνε τις εντάσεις και ξανάρχιζε την κούρσα των εξοπλισμών.
Όλα τα παραπάνω δίνουν μια εικόνα των αλλαγών που η ΕΕ και οι χώρες-μέλη της θα έπρεπε να έχουν κάνει για να είναι πραγματικά άξιοι του βραβείου Νόμπελ Ειρήνης.